Oι εξελίξεις για την πορεία της παγκόσμιας πραγματικής οικονομίας
«Στον απόηχο της κίνησης της ΤτΙαπωνίας (BoJ), ο επικεφαλής της ΤτΓερμανίας και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, προειδοποίησε ότι οι πολιτικές πιέσεις προς τις κεντρικές τράπεζες για να ακολουθήσουν πιο επιθετικές πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης στις οικονομίες τους μπορεί να οδηγήσουν σε ένα νομισματικό (και συναλλαγματικό) πόλεμο»
• «H νέα πολιτική της Ιαπωνίας φαίνεται να επικροτείται ήδη από το ΔΝΤ.
Λειτουργεί αφενός εποικοδομητικά για την παγκόσμια ανάπτυξη με την πολιτική (νομισματική και δημοσιονομική) ενίσχυσης της εγχώριας κατανάλωσης και γενικότερα της εγχώριας ζήτησης, ενώ οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις από την υποτίμηση του Γιέν σε ανταγωνίστριες χώρες όπως η Γερμανία μπορεί να μην είναι τόσο αρνητικές για την παγκόσμια οικονομία ως σύνολο»
• «H Γερμανία δεν φαίνεται διατεθειμένη να συμβάλλει στην ανάκαμψη των οικονομιών της Ζώνης του Ευρώ και στη διατήρηση ενός ικανοποιητικού ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας»
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Alpha Bank, «κλίμα αισιοδοξίας για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας δημιουργούν τις τελευταίες εβδομάδες οι ακόλουθες εξελίξεις:
Πρώτον, στις ΗΠΑ φαίνεται ότι ξεπεράστηκε, έστω και προσωρινά, το εμπόδιο που μπορούσε να προκύψει στη λειτουργία της Κυβέρνησης και της οικονομίας των ΗΠΑ από τυχόν αδυναμία επίτευξης συμφωνίας μεταξύ του Προέδρου των ΗΠΑ και του Κογκρέσου για την αύξηση του ανωτάτου ορίου δημοσίου χρέους ($ 16,4 τρις), το οποίο ήδη έχει ξεπεραστεί από τα τέλη του 2012.
Την Τετάρτη 23/1/2013 το Κογκρέσο (η Βουλή των Αντιπροσώπων), με πρωτοβουλία του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων, ψήφισε ειδική νομοθετική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία παρατείνεται για 4 περίπου μήνες, δηλαδή έως την 19η Μαΐου 2013, η δυνατότητα της Κυβέρνησης των ΗΠΑ να δανείζεται και να «διασφαλίσει την πλήρη και έγκαιρη πληρωμή των υποχρεώσεών της”.
Σημειώνεται ότι το Υπ. Οικονομικών των ΗΠΑ έχει θέσει ήδη σε εφαρμογή “έκτακτα” μέτρα για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις/πληρωμές εφόσον έχει ήδη υπερβεί το ανώτατο όριο του χρέους, όπως προαναφέρθηκε.
Η θέσπιση της δυνατότητας προσωρινής αύξησης του ορίου χρέους δίνει τον αναγκαίο χρόνο στη Βουλή και τη Γερουσία να ψηφίσουν τον προϋπολογισμό 2012-2013 χωρίς επώδυνες απότομες περικοπές στις δαπάνες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας των ΗΠΑ.
Η απόφαση εκλαμβάνεται ως ένας πολιτικός ελιγμός από την πλευρά των ρεπουμπλικάνων, αφού μέχρι πρόσφατα δεν συζητούσαν ουδεμία αύξηση του ορίου δημοσίου χρέους, αν αυτή η αύξηση δεν συνοδευόταν από μείωση των κρατικών δαπανών.
Στη συνέχεια φαίνεται ότι έγινε κατανοητό ότι η πολιτική αντιπαράθεση θα έχει ουσία εάν πραγματοποιείται σε επίπεδο συγκεκριμένων κονδυλίων δαπανών του προϋπολογισμού και όχι σε ένα και μόνο ποσό (το ποσό της μείωσης των δαπανών ή της αύξησης του χρέους).
Πάντως, ο Λευκός Οίκος χαιρέτησε ως εποικοδομητική την απόφαση του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων.
Σε κάθε περίπτωση, οι κατευναστικές εξελίξεις στο σημαντικό αυτό θέμα φαίνεται ότι οδηγούν τις χρηματιστηριακές αγορές των ΗΠΑ σε αύξηση των σχετικών δεικτών μετοχών στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 5-ετών.
Δεύτερον, το παγκόσμιο επενδυτικό ενδιαφέρον επικεντρώθηκε επίσης στην ευρέως αναμενόμενη απόφαση (με 7 ψήφους υπέρ και 2 κατά) της ΤτΙαπωνίας (BoJ), να αυξήσει τον στόχο για τον πληθωρισμό στο 2,0%, από 1,0% σε κοινή ανακοίνωση με τη νέα Κυβέρνηση.
Επίσης, η ΤτΙαπωνίας διευκρίνισε ότι θα συνεχίσει τη χαλάρωση της νομισματικής της πολιτικής και αποσκοπεί στην επίτευξη του στόχου για τον πληθωρισμό το συντομότερο δυνατό.
Ωστόσο, οι νέες προβλέψεις της δείχνουν ότι ο δομικός πληθωρισμός, θα κυμαίνεται το οικονομικό έτος 2014 μεταξύ 0,5%-1,0%.
Επιπλέον των ανωτέρω, η ΤτΙαπωνίας ανακοίνωσε ότι από το 2014 θα προβεί σε αγορές ομολόγων και ΕΓΔ ύψους ¥13 τρισ. γεν ($144,8 δισ.) ανά μήνα, χωρίς να θέτει χρονικό ορίζοντα για την ολοκλήρωση των αγορών σε αντίθεση με το παρελθόν όπου οι αγορές πραγματοποιούντο εντός έτους.
Στον απόηχο της κίνησης της ΤτΙαπωνίας (BoJ), ο επικεφαλής της ΤτΓερμανίας και μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, προειδοποίησε ότι οι πολιτικές πιέσεις προς τις κεντρικές τράπεζες για να ακολουθήσουν πιο επιθετικές πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης στις οικονομίες τους μπορεί να οδηγήσουν σε ένα νομισματικό (και συναλλαγματικό) πόλεμο, καθώς οι κεντρικές τράπεζες συναγωνίζονται στη διοχέτευση υπερβάλλουσας ρευστότητας για να ενισχύσουν τις οικονομίες τους.
Με τον τρόπο αυτό οδηγούνται σε υποτίμηση των νομισμάτων τους (ήδη το Γιέν κυμαίνεται στα 88,5 JPY/USD και στα 117,86 JPY/EUR και έχει υποτιμηθεί κατά 13% έναντι του δολαρίου από τον Σεπτ.’12), ενώ ταυτόχρονα θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την ανεξαρτησία τους.
Ωστόσο, η νέα πολιτική της Ιαπωνίας φαίνεται να επικροτείται ήδη από το ΔΝΤ.
Λειτουργεί αφενός εποικοδομητικά για την παγκόσμια ανάπτυξη με την πολιτική (νομισματική και δημοσιονομική) ενίσχυσης της εγχώριας κατανάλωσης και γενικότερα της εγχώριας ζήτησης, ενώ οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις από την υποτίμηση του Γιέν σε ανταγωνίστριες χώρες όπως η Γερμανία μπορεί να μην είναι τόσο αρνητικές για την παγκόσμια οικονομία ως σύνολο.
Στα πλαίσια αυτά σημειώνεται ότι η Ιαπωνία κατέγραψε το μεγαλύτερο ιστορικά έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο το 2012, μετά το έλλειμμα που κατέγραψε επίσης και το 2011, σε αντίθεση με τα μεγάλα πλεονάσματα που επιτύγχανε στα προηγούμενα έτη.
Το έλλειμμα το 2012 έφτασε στα ¥ 6,93 τρις ($ 78,27 δις) και ήταν αποτέλεσμα της πτώσης των εξαγωγών της χώρας που ήταν μειωμένες κατά -5,8% σε ετήσια βάση και τον Δεκ.’12, σημειώνοντας πτώση για 7ο συνεχόμενο μήνα.
Από την άλλη πλευρά οι εισαγωγές ήταν αυξημένες τον Δεκ.’12 κατά 1,9%.
Η υποτίμηση του Γιέν μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ελλείμματος το 2013, αλλά η σχεδιαζόμενη αύξηση της εγχώριας ζήτησης μπορεί να συμβάλλει στη διατήρησή του.
Τρίτον, ανακοινώθηκε ότι η αύξηση του ΑΕΠ της Κίνας στο 4ο 3μηνο του 2012 διαμορφώθηκε 7,9% σε ετήσια βάση, από 7,8% που ανέμεναν οι αναλυτές.
Επίσης, συνολικά για το 2012, η αύξηση του ΑΕΠ ανήλθε στο 7,8%, αρκετά υψηλότερα από το 7,5% που είχε θέσει ως στόχο η ίδια η κυβέρνηση.
Η αύξηση του ΑΕΠ το 2012 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό (όπως και στα προηγούμενα έτη) στη μεγάλη αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου (συμπεριλαμβανομένων και των επενδύσεων σε εγχώριες υποδομές) που διαμορφώνονται τώρα γύρω στο 50% του ΑΕΠ και συμβάλλουν στην ταχεία αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας της χώρας αυτής σε ετήσια βάση.
Με δεδομένο ότι η κατανάλωση δεν ξεπερνάει το 51,8% του ΑΕΠ της χώρας το ποσοστό της ταχέως αυξανόμενης εγχώριας παραγωγής που καταναλώνεται από την εγχώρια αγορά εξακολουθεί να είναι σχετικά μικρό, παρά το ότι η αύξηση των λιανικών πωλήσεων τον Δεκ.’12 διαμορφώθηκε στο 15,2%, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 8-μηνών.
Επομένως, υπάρχει ανάγκη για τεράστια αύξηση των εξαγωγών της Κίνας σε ετήσια βάση και για συνεχή αύξηση των πλεονασμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών της για απορρόφηση της ταχέως αυξανόμενης εγχώριας παραγωγής, πράγμα που δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να καλυφθεί από την παγκόσμια ζήτηση, ιδιαίτερα αν η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας επιβραδυνθεί.
Εξακολουθεί, επομένως να υπάρχει ανάγκη για δραστική αναδιάρθρωση της οικονομίας της Κίνας υπέρ της κατανάλωσης και των τομέων που παράγουν διεθνώς μη εμπορεύσιμα προϊόντα με σημαντική μείωση του πλεονάσματος του εξωτερικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών της και με μεγάλη αύξηση της συμβολής της στην παγκόσμια ανάπτυξη.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η προοπτική για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ της Κίνας στο 1ο 6μηνο.’13 δημιουργεί μεν καλύτερες προοπτικές για την παγκόσμια ανάπτυξη, αλλά αυτές οι θετικές επιπτώσεις δεν θα είναι διατηρήσιμες αν δεν προχωρήσει με ταχύτερα βήματα η αναδιάρθρωση της οικονομίας της Κίνας όπως προαναφέρθηκε.
Τέταρτον, ιδιαιτέρως εντυπωσιακή και ενδιαφέρουσα για την Ευρώπη, αλλά και για την παγκόσμια οικονομία, ήταν η αύξηση του δείκτη επενδυτικού κλίματος ZEW στη Γερμανία στο 31,5 τον Ιαν.΄13, από 6,9 τον Δεκ.΄12 (Πρόβλεψη: 12,0).
Η άνοδος του δείκτη πηγάζει από την αισιοδοξία των επενδυτών, ότι η κρίση δημοσίου χρέους στη Ζώνη του Ευρώ είναι σε σημαντικό βαθμό υπό έλεγχο και ότι η οικονομία της Γερμανίας θα είναι από τις πρώτες που θα εξέλθουν από την κρίση το 2013, μετά την αναμενόμενη πτώση του ΑΕΠ της κατά -0,5% σε 3μηνιαία βάση στο 4ο 3μηνο.’12.
Ήδη εκτιμάται ότι η Γερμανία θα επανέλθει σε θετική ανάπτυξη ήδη από το 1ο 3μηνο.΄13.
Ωστόσο το Υπ. Οικονομικών της Γερμανίας εμφανίζεται συγκρατημένο, προβλέποντας αύξηση του ΑΕΠ της χώρας κατά μόλις 0,4% το 2013 και επιτάχυνση στο 1,6% το 2014.
Η Γερμανία είναι μια άλλη χώρα, μετά την Κίνα, η οποία αναμένει την ανάπτυξη της οικονομίας της με κινητήριο μοχλό τις καθαρές εξαγωγές και ακολουθεί αυτή την πολιτική ακόμη στην περίοδο 2012-2013 στην οποία η Νότια Ευρώπη βρίσκεται σε ύφεση λόγω της πολιτικής της αυστηρής δημοσιονομικής προσαρμογής που της επιβλήθηκε.
Γενικά, η Γερμανία δεν φαίνεται διατεθειμένη να συμβάλλει στην ανάκαμψη των οικονομιών της Ζώνης του Ευρώ και στη διατήρηση ενός ικανοποιητικού ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας.
Πέμπτον, στις ευρωπαϊκές αγορές κρατικών ομολόγων οι επενδυτές εμφανίζονται αισιόδοξοι για τις εξελίξεις στην περιφέρεια της Ευρωζώνης (όπως επιβεβαιώνεται και από την εξέλιξη του δείκτη ZEW), με αποτέλεσμα να εντείνεται το αγοραστικό ενδιαφέρον και να καταγράφεται σημαντική υποχώρηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων.
Έτσι, οι επιτοκιακές διαφορές (spreads) των 10ετών ομολόγων από το αντίστοιχο γερμανικό ομόλογο έχουν μειωθεί ήδη σε επίπεδα που ελάχιστα θυμίζουν την περίοδο της μεγάλης κρίσης, ιδιαίτερα στο 2ο και στο 3ο 3μηνο,’12 (βλ. Πίνακα).
Άλλωστε, εξαιρετικά ευνοϊκές είναι οι εξελίξεις και στις πρωτογενείς αγορές ομολόγων: Για παράδειγμα, έντονο αγοραστικό ενδιαφέρον προκάλεσε η έκδοση ΕΓΔ στην Ισπανία.
Σε πρόσφατη δημοπρασία (22.1.2012) ΕΓΔ το Ισπανικό Δημόσιο άντλησε € 2,8 δις, εκ των οποίων € 1,2 δις από έντοκα γραμμάτια 3μηνης διάρκειας, με μέσο κόστος δανεισμού 0,441%, από 1,195% που ήταν στην τελευταία αντίστοιχη δημοπρασία και επιπλέον € 1,58 δισ. από ΕΓΔ 6μηνης διάρκειας και μέσου επιτοκίου 0,888%, από 1,609% της τελευταίας δημοπρασίας (δείκτης υπερκάλυψης: 3,85 από 2,57).
Επίσης, μακροπρόθεσμα ομόλογα με σχετικά χαμηλό κόστος δανεισμού εξέδωσαν τόσο η Ισπανία, όσο και η Ιταλία και η Ιρλανδία.
Ειδικότερα, με 10ετές ομόλογο που εξέδωσε η Κυβέρνηση της Ισπανίας εισπράχθηκαν € 7,0 δις με επιτόκιο 5,403%, ενώ οι προσφορές κεφαλαίων από τους επενδυτές έφθασαν το εντυπωσιακό ποσό των € 22,7 δις.
Πηγή: Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.
www.mywaypress.gr