
ΙΟΒΕ: Προϋπόθεση για την ανάπτυξη η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής με ενίσχυση της επιχειρηματικότητας
• Τάκης Αθανασόπουλος: Η αδυναμία προσαρμογής έχει καταστήσει, με φωτεινές εξαιρέσεις, τις επιχειρήσεις μας ανίσχυρες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό
Τα κύρια σημεία της έκθεσης του ΙΟΒΕ για την Ελληνική Οικονομία:
Θετικές εξελίξεις: διεθνής τουριστική κίνηση, χαμηλές τιμές ενέργειας, αύξηση καταγραφής συναλλαγών •Στην αρνητική πλευρά: αύξηση φορολογικών συντελεστών, παραμένουσα δυσχέρεια άντλησης ρευστότητας, επιβάρυνση επενδυτικού κλίματος από το δημοψήφισμα στο Ηνωμένο Βασίλειο • Στη βάση των διαθέσιμων δεδομένων, ο ρυθμός ανάπτυξης για το έτος φαίνεται ότι θα κυμανθεί σε περιοχή οριακά δυσμενέστερη από τις προβλέψεις επίσημων φορέων. Αυτό που έχει σχετικά μεγαλύτερη σημασία είναι αν δημιουργούνται σταδιακά οι συνθήκες για βιώσιμη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
-Χρειάζονται συνθήκες για αναπτυξιακή στροφή μεσοπρόθεσμα
-Η υπερβολική επιμονή σε δημοσιονομικά πλεονάσματα και η σχετικά μικρότερη εκ των πραγμάτων σημασία στην αποτελεσματική λειτουργία των αγορών και της δημόσιας διοίκησης, δεν ευνοεί μεσοπρόθεσμα την οικονομία.
-Μείζον ζήτημα η σωστή λειτουργία των θεσμών: Η διεθνής εμπειρία και σύγχρονή οικονομική ανάλυση οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, ιδίως για οικονομίες που φιλοδοξούν να παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο εισοδημάτων, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι μεσοπρόθεσμα άμεση συνάρτηση της καλής λειτουργίας των θεσμών. • Όσο λιγότερο διαφανής, ανεξάρτητη και αποτελεσματική είναι η λειτουργία θεσμών, τόσο δυσχερέστερο θα είναι να πειστούν όσοι δυνητικά θα επένδυαν μακροπρόθεσμα στην ελληνική οικονομία, ακόμη και σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», να το κάνουν.
-Ύφεση 1,0% στο α΄εξάμηνο του 2016, έναντι +0,6% στην ίδια περίοδο πέρυσι
-Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2017: Περιορισμός ελλείμματος κατά €1,25 δισεκ., στο 1,9% του ΑΕΠ • Διεύρυνση πρωτογενούς πλεονάσματος κατά €1,15 δισεκ., σε 1,2% του ΑΕΠ • Επιδίωξη στόχων από περιορισμό δαπανών του Τακτικού Προϋπολογισμού (- €1,33 δισεκ.) και αύξηση καθαρών εσόδων του (+€129 εκατ.). • Όμως, τα φορολογικά έσοδα (άμεσοι + έμμεσοι φόροι) θα είναι αυξημένα κατά €1,84 δισεκ., από τα πρόσφατα και νέα φορολογικά μέτρα από 1/1/2017 • Τα έσοδα από εκχώρηση αδειών και δικαιωμάτων θα παρουσιάσουν τη μεγαλύτερη υποχώρηση, κατά €1,04 δισεκ., μόλις στα €437 εκατ.
-Στο 23,1% η ανεργία (2 ο τρίμηνο 2016) από 24,6% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015 και 24,9% σε σχέση με το 1 ο τρίμηνο του 2016. Ø Αύξηση απασχόλησης σε 16 κλάδους / μείωση της σε 5 κλάδους. Ενδεικτικά: Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού (+18,7%), Δημόσια διοίκηση και άμυνα (+9,1%), Υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης (+5,5%), Μεταποίηση (+5,5%), Κατασκευές (+3,5%), Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (-9,1%), Άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών (-15,5%).
-Μεσοπρόθεσμες εξελίξεις: -Σχετική βελτίωση οικονομικού περιβάλλοντος εγχωρίως μετά την πρώτη αξιολόγηση • Κάμψη αβεβαιότητας για την εφαρμογή του τρίτου Προγράμματος • Αύξηση καταθέσεων επιχειρήσεων – νοικοκυριών, επιβράδυνση πιστωτικής συρρίκνωσης προς επιχειρήσεις, ήπια άνοδος δείκτη Οικονομικού Κλίματος • Ευνοϊκή για τις συνθήκες στην ελληνική οικονομία ή μη εκδήλωση έως τώρα επιπτώσεων από το Brexit. Όμως επιδεινώνονται τα δεδομένα στο προσφυγικό Η παρατηρούμενη εξασθένιση αβεβαιότητας δεν συνεπάγεται ότι αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη στην Ελληνική οικονομία
-Εξακολουθούν να υφίστανται εστίες ανησυχίας: • Διαχείριση «κόκκινων δανείων», υπό το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο: ανασταλτικός παράγοντας στη λήψη αποφάσεων τουλάχιστον το 2017 • Επιβαρύνσεις νοικοκυριών από διεύρυνση άμεσης και έμμεσης φορολογίας, ασφαλιστικών εισφορών, νέα μείωση συντάξεων è συνεχώς χαμηλότερος από πέρυσι ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης • Αλλαγές στα κέρδη εταιρειών που τηρούν βιβλία β’ κατηγορίας, στο φόρο μερισμάτων, τις ασφαλιστικές εισφορές • Ειδικά στους ελεύθερους επαγγελματίες, αύξηση ΦΠΑ, αλλαγή τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών και ασάφεια για την εφαρμογή του è πιθανή η μετάβαση σε άλλη νομική μορφή ή μεταφορά έδρας Εστίες αβεβαιότητας εκτός Προγράμματος: •Συνέχιση capital controls, χωρίς να διαφαίνεται έστω προσεγγιστικά το πότε θα αρθούν •Θεσμική σύγχυση, από πολιτικές παρεμβάσεις, αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων
-Εφόσον συνεχιστούν βελτίωση ρευστότητας και καλυτέρευση των προοπτικών, μπορούν να αξιοποιηθούν από κλάδους με ανοδική δυναμική στην τρέχουσα περίοδο • Μεταποίηση: συνεχής, ισχυρή άνοδος της δραστηριότητας από τον Απρίλιο • Κατασκευές: οριακή αύξηση της παραγωγής στο α΄ εξάμηνο, από τα δημόσια έργα. Εκκίνηση επενδύσεων σε ιδιωτικοποιήσεις – παραχωρήσεις το 2017 • Τουρισμός: μικρή μείωση διεθνών εισπράξεων, αφομοίωση σημαντικής ενίσχυσης στα έτη 2013 – 2015
-Κρίσιμες εξελίξεις προσεχώς: • Διαπραγματεύσεις για δημόσιο χρέος – εφαρμογή βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης (Eurogroup 25/05/2016) – Συμμετοχή ΔΝΤ στο πρόγραμμα • Δεύτερη αξιολόγηση προγράμματος – νέο ρυθμιστικό πλαίσιο στην αγορά εργασίας • Σχέσεις Τουρκίας – ΕΕ και προσφυγικές ροές Παράμετροι διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος • Μικρή αύξηση τιμής πετρελαίου φέτος κατόπιν της πρόσφατης απόφασης για μείωση της παραγωγής. Ήπια άνοδός της τον επόμενο χρόνο. • Σχετική σταθερότητα ισοτιμίας ευρώ / δολαρίου στο υπόλοιπο του 2016 και το 2017
-Προβλέψεις 2016: Αύξηση ιδιωτικής κατανάλωσης στο β’ εξάμ. ’16 από τεχνικό αποτέλεσμα χαμηλής βάσης την ίδια περίοδο πέρυσι και (ηπιότερη) κάμψη ανεργίας. Στο σύνολο του τρέχοντος έτους μείωσή της κατά 0,3-0,5% • Ήπια αύξηση δημόσιας κατανάλωσης στο τρέχον εξάμηνο, περιστολή της κατά 0,8% με 1,2% το 2016. • Διεύρυνση επενδύσεων (≈ 10,0 με 11,0%), και από συγκυριακούς / τεχνικούς παράγοντες:
– Πρόσκαιρη έντονη αύξηση στον εξοπλισμό μεταφορών το β΄τρίμ., λόγω νέων τελών ταξινόμησης -Διαφορετική τεχνική επίδραση αποθεμάτων (αύξηση φέτος – περιορισμός πέρυσι) -Περισσότερο εμπροσθοβαρής υλοποίηση ΠΔΕ και μικρή αύξηση δαπανών του – Συνέχιση υψηλότερης δραστηριότητας στα δημόσια έργα – Χαλάρωση πιστωτικής συρρίκνωσης προς επιχειρήσεις στο β’ εξάμ., από επιστροφή καταθέσεων – επαναφορά waiver από ΕΚΤ
-Εξωτερικός τομέας: τεχνική εξουδετέρωση επίδρασης capital controls από συμπλήρωση ισχύος ενός έτους Άνοδος εξαγωγών στην περίοδο Ιουλίου – Δεκεμβρίου, κυρίως στο σκέλος των υπηρεσιών (μεταφορές – λοιπές υπηρεσίες) – Δεν θα αποτραπεί η υποχώρηση των εξαγωγών το 2016 (≈ -5,5%) -Εντονότερη αύξηση στις εισαγωγές το β΄εξάμ. – Η μείωσή τους στο σύνολο του έτους θα περιοριστεί στο -1,5% με – 2,0% Επιδείνωση εξωτερικού ισοζυγίου λόγω εισαγωγών -Κατόπιν σημαντικής αναθεώρησης ΑΕΠ στο α΄τρίμ., προβλέπεται ηπιότερη ύφεση το 2016 (0,5%)
-Περαιτέρω αποκλιμάκωση ανεργίας, με χαμηλότερο ρυθμό • Συνέχιση διεύρυνσης απασχόλησης σε Τουρισμό – Μεταποίηση – Κατασκευές, όπως στο α΄εξάμ. • Υποχώρηση τονωτικής επίδρασης Δημόσιου Τομέα • Επίπτωση νέων μέτρων σε ιδιωτική κατανάλωση και απασχόληση κλάδων προϊόντων – υπηρεσιών για τον τελικό καταναλωτή (Λιανικό Εμπόριο ) • Σε μεταβατικό στάδιο οι απασχολούμενοι σε κλάδους επαγγελματικών υπηρεσιών το δ’ τρίμ., από αλλαγές στη φορολογία – ασφάλισή τους -Ελαφρώς χαμηλότερα από 24% η ανεργία το 2016 -Συνέχιση αποπληθωρισμού σε όλο το 2016 -Υποχώρηση τιμών στο γ΄τρίμ. με τον ίδιο ρυθμό όπως στα προηγούμενα, παρά την αύξηση του ΦΠΑ – Στο τελευταίο τετράμηνο του 2015 η πτώση των τιμών είχε καμφθείè ευνοείται μικρή ενίσχυση του αποπληθωρισμού στο τέλος του 2016 Αποπληθωρισμός 1,1% το τρέχον έτος
-Αρχικές εκτιμήσεις για το 2017: Αύξηση ιδιωτικής κατανάλωσης κυρίως από συνέχιση πτώσης ανεργίας (≈ 1,0 έως 1,5%) -Ανάσχεση ανόδου από πλήρη εκδήλωση επιδράσεων φετινών δημοσιονομικών μέτρων, μαζί με όσα θα ισχύσουν από 1/1/2017 • Ήπια διεύρυνση δημόσιας κατανάλωσης – Συνέχιση δημοσιονομικής προσαρμογής από ενίσχυση φορολογικών εσόδων και λιγότερο από περιστολή δαπανών (Προσχέδιο Κρατικού Προϋπολογισμού 2017) • Αναθέρμανση επενδύσεων (≈ 8-10%) από: – Εκκίνηση έργων σε ολοκληρωμένες ιδιωτικοποιήσεις – παραχωρήσεις o Χαμηλότερο ενεργειακό κόστος (κατάργηση ΕΦΚ φυσικό αέριο για βιομηχανία) – Σταθερά υψηλή εξαγωγική ζήτηση σε ορισμένους μεταποιητικούς κλάδους Αλλά και: – Αποτρεπτική επίδραση αύξησης φόρου εταιρειών, αλλαγών σε άμεση φορολογία – ασφαλιστικές εισφορές ελεύθερων επαγγελματιών, πρόσθετης φορολογίας ΕΝΦΙΑ – Εν αναμονή ρύθμισης «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων
-Εξωτερικός τομέας: Διεύρυνση εξαγωγών από περαιτέρω άρση περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και επιτάχυνση ευρωπαϊκού – παγκόσμιου εμπορίου (+5%) Αύξηση εγχώριας ζήτησης (κατανάλωση και επενδύσεις) διοχετεύεται σε μεγάλο βαθμό σε ζήτηση για εισαγωγές (+6-7%) – Υπενθυμίζεται (2014): Ενίσχυση εγχώριας ζήτησης 1,2%, αύξηση εισαγωγών 7,8% Συνέχιση υποχώρησης ανεργίας: ~22,5%- Ανακοπή αποπληθωρισμού (άνοδος τιμών πετρελαίου, έμμεσοι φόροι, τόνωση ζήτησης) = αύξηση ΓΔΤΚ 1,3%
Το ΙΟΒΕ παρουσίασε σήμερα την τρίτη έκθεσή του «Η Ελληνική Οικονομία» για το 2016, στο πλαίσιο των περιοδικών επισκοπήσεων της ελληνικής οικονομίας. Κατά την εναρκτήρια τοποθέτησή του στην παρουσίαση της έκθεσης ο πρόεδρος του ΔΣ κ. Τάκης Αθανασόπουλος ανέφερε:
Τάκης Αθανασόπουλος: Η αδυναμία προσαρμογής έχει καταστήσει, με φωτεινές εξαιρέσεις, τις επιχειρήσεις μας ανίσχυρες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό
-Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκαν οι παγκόσμιοι δείκτες ανταγωνιστικότητας για το 2016.
-Η Ελλάδα βρέθηκε στη θέση 86, τρεις θέσεις χαμηλότερα από το 2015 και το 2010.
-Έξι χρόνια προσπάθειες με μεγάλο κοινωνικό κόστος δεν έφεραν σχεδόν καμιά βελτίωση της θέσης μας στην παγκόσμια κατάταξη.
-Αυτό οφείλεται κυρίως στο υψηλό επίπεδο διαφθοράς που ταλανίζει τη χώρα μας, στην έλλειψη χρηστής διακυβέρνησης, τόσο σε επίπεδο χώρας, τοπικής αυτοδιοίκησης και εταιρειών, στη χαμηλή οικονομική ελευθερία που δημιουργούν ένα μη φιλικό στην επιχειρηματικότητα περιβάλλον, καθώς και στη συνακόλουθη απροθυμία ξένων επιχειρήσεων και επενδυτών να δραστηριοποιηθούν στη χώρα μας.
-Στη χώρα μας η παγκοσμιοποίηση δεν συνέβαλε στην καταπολέμηση της διαφθοράς, λόγω της μεγάλης κοινωνικής αντίστασης σε δομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις και στην εν γένει αδυναμία μας να δημιουργούμε αξία και να προσαρμοζόμαστε στο παγκόσμιο περιβάλλον που συνεχώς μεταμορφώνεται. Στα έξι χρόνια της κρίσης δεν μπορέσαμε να απελευθερώσουμε τις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεσματικά, να εξασφαλίσουμε την εντατική μεταφορά νέων τεχνολογιών και διοικητική επάρκεια, κανόνες δικαίου και υψηλή ποιότητα δημοσίων υπηρεσιών μεταξύ άλλων.
-Αυτή η αδυναμία προσαρμογής έχει καταστήσει, με φωτεινές εξαιρέσεις, τις επιχειρήσεις μας ανίσχυρες στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, με τα γνωστά συνεπακόλουθα.
IOBE: Μια «ανταλλαγή» δομικών αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων με μεγαλύτερο «δημοσιονομικό χώρο» θα είναι προς όφελος όλων των εμπλεκομένων στην ελληνική κρίση
Αναλυτικά τα βασικά σημεία της έκθεσης έχουν ως εξής:
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ελληνική οικονομία ανακάμπτει σταδιακά από την ύφεση που διαρκεί από το 2015, μετά τη βραχύβια ήπια ανάκαμψη του 2014, και κινείται στο δεύτερο μισό του έτους προς θετικούς ρυθμούς, έχοντας απορροφήσει ένα μέρος από τις έντονες αναταράξεις που επήλθαν με επίκεντρο τον Ιούλιο του 2015. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος που καταγράφει το ΙΟΒΕ είναι συνεπής με αυτή την εξέλιξη. Συνολικά, για το τρέχον έτος προβλέπεται οριακή ύφεση. Αυτή η βελτίωση σχετικά με το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα είναι φυσικά ευπρόσδεκτη, χωρίς να μπορεί να ξεφύγει από την προσοχή μας ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει τους χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη για δεύτερο έτος στη σειρά, την ώρα ακριβώς που μια στροφή σε υψηλούς ρυθμούς είναι αναγκαία και επείγουσα.
Αναφορικά με τη δυναμική που αναπτύσσεται, τα επιμέρους δεδομένα κατά τους τρέχοντες μήνες είναι, όπως είναι ίσως φυσιολογικό, μεικτά. Συνδυασμός διαφορετικών θετικών και αρνητικών παραγόντων, όπως η ευνοϊκή επίδραση που είχαν εξωτερικές εξελίξεις στις αφίξεις τουριστών στο δεύτερο μισό του καλοκαιριού, οι χαμηλές τιμές ενέργειας διεθνώς, η αυξημένη τάση καταγραφής συναλλαγών δραστηριότητας λόγω χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, η τάση αναπλήρωσης αποθεμάτων από τις επιχειρήσεις, η επίπτωση της αύξησης των φορολογικών συντελεστών, η επιβάρυνση του ευρωπαϊκού επενδυτικού κλίματος λόγω του δημοψηφίσματος στο Ην. Βασίλειο, και ασφαλώς η δυσχέρεια χρηματοδότησης, η υψηλή φορολόγηση και η παρατεταμένη αβεβαιότητα οδηγούν από κοινού σε μια σύνθετη εικόνα χωρίς ισχυρή τάση στο μακροοικονομικό και δημοσιονομικό επίπεδο. Η τελική έκβαση για την ανάπτυξη στο έτος δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια με βάση τα εκ του παρόντος διαθέσιμα στοιχεία. Όμως, στη βάση των διαθέσιμων δεδομένων, ο ετήσιος πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης για το έτος φαίνεται ότι θα κυμανθεί σε περιοχή οριακά δυσμενέστερη από ό,τι προβλέπεται από τον προϋπολογισμό και το πρόγραμμα και σε περιοχή που δεν οδηγεί σε ανατροπές την εκτέλεσή τους.
Αν και η ακριβής τιμή που θα λάβει τελικά η μέτρηση του ρυθμού ανάπτυξης το τρέχον έτος έχει γίνει πρόσφατα αντικείμενο σημαντικού ενδιαφέροντος, η πραγματική σχετική της σημασία είναι περιορισμένη. Αυτό που έχει σχετικά μεγαλύτερη σημασία είναι αν δημιουργούνται σταδιακά οι συνθήκες για βιώσιμη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Η σχετική σταθεροποίηση που επέρχεται το τρέχον διάστημα είναι μια σημαντική βάση, όμως το αν οι οριακές διακυμάνσεις θα είναι τελικά λίγο μεγαλύτερες ή μικρότερες δεν συσχετίζεται απαραίτητα με το αν τίθενται οι βάσεις για μια βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Επιπλέον, τόσο οι επενδυτές όσο και τα νοικοκυριά κινούνται, για τις σημαντικές αποφάσεις τους, με βάση τις προσδοκίες που δημιουργούνται άρα, ακόμη και βραχυπρόθεσμα, η ανάκαμψη θα παραμένει αναιμική αν δεν δημιουργηθεί πρώτα το πλαίσιο για να στηριχτούν ορθολογικές προσδοκίες για θετικές εξελίξεις στο μέλλον. Η συνεχιζόμενη επενδυτική αποχή, συμπεριλαμβάνοντας και τις εξελίξεις στην αγορά ομολόγων και το ελληνικό χρηματιστήριο τους τελευταίους μήνες, σηματοδοτεί ότι τέτοιες θετικές προσδοκίες επί του παρόντος δεν υπάρχουν σε επαρκή βαθμό.
Το ζήτημα λοιπόν είναι αν στην οικονομία δημιουργούνται οι συνθήκες για αναπτυξιακή στροφή μεσοπρόθεσμα. Θετικές εξελίξεις υπάρχουν, καθώς η διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας αποτελεί μια αναγκαία βάση, η διαχείριση της δημόσιας περιουσίας στο νέο ταμείο θα μπορούσε υπό όρους να οδηγήσει σε υψηλότερη αξία και αποτελεσματικότητα, ενώ υπάρχουν ενδείξεις κινητικότητας σε τμήματα της αγοράς εργασίας. Όμως είναι απαραίτητο να έχει κανείς μια περισσότερο συνολική οπτική. Αν και η ελληνική κρίση πυροδοτήθηκε από τις αρνητικές διεθνείς εξελίξεις του 2008, έχει βαθιές ρίζες σε στρεβλώσεις και παθογένειες που σωρευτικά την έφεραν σε ευάλωτη θέση. Η ελληνική οικονομία πριν την κρίση δεν ήταν επαρκώς εξωστρεφής και διεθνώς ανταγωνιστική, ενώ ταυτόχρονα υπερβολικά μεγάλο τμήμα της οικονομικής δραστηριότητας εξαρτιόταν, άμεσα ή έμμεσα, από τη λειτουργία του κράτους και έναν αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα.
Μια πυξίδα που θα μπορούσε λοιπόν κανείς να χρησιμοποιήσει για να ελέγξει αν η οικονομία κινείται γενικά προς τη σωστή κατεύθυνση είναι αν η οικονομική δραστηριότητα γίνεται περισσότερο διεθνώς ανταγωνιστική και μη εξαρτώμενη από τη λειτουργία του δημοσίου. Υπάρχουν εκεί επιμέρους θετικές εξελίξεις, καθώς ορισμένοι κλάδοι και μεμονωμένες επιχειρήσεις ανταποκρίνονται στην αλλαγή των σχετικών τιμών, που καθιστούν την εξωστρεφή επιχειρηματικότητα σχετικά περισσότερο ελκυστική από την εγχώρια, ενώ και ορισμένες δράσεις του δημοσίου έχουν αναγκαστικά περιοριστεί λόγω της δημοσιονομικής στενότητας. Συνολικά όμως, παρατηρούμε ότι μέσω της κρίσης δεν έχει επέλθει η αναγκαία θετική στροφή. Η σχετική συμμετοχή του δημοσίου τομέα στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας δεν υποχωρεί, καθότι έχει μεν περιοριστεί, αλλά λιγότερο από την υπόλοιπη οικονομία. Ως ένα επιμέρους σχετικό σημείο, η καθυστέρηση με την οποία αποπληρώνει το δημόσιο τους προμηθευτές του, μπορεί να βελτιώνει την ταμειακή δημοσιονομική εικόνα, αλλά υποσκάπτει την ανταγωνιστικότητά της οικονομίας και της προοπτικές των επιχειρήσεων άρα και της ανάπτυξης. Ταυτόχρονα, η οικονομία μας παραμένει από τις πλέον κλειστές στην Ευρώπη και με τάση περαιτέρω σχετικής επιδείνωσης, όπως για παράδειγμα μπορεί να καταγράφεται από το άθροισμα εξαγωγών και εισαγωγών ως ποσοστό του εθνικού προϊόντος.
Αντίστοιχα, η χώρα παραμένει πολύ χαμηλά στους σύνθετους δείκτες που μετρούν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα. Σημαντικές ροές για άμεσες και άλλες επενδύσεις επίσης δεν καταγράφονται, γεγονός σε ένα βαθμό σχετιζόμενο και με τη συνεχιζόμενη επιβολή ελέγχων κεφαλαίου που ασφαλώς δεν θα μπορεί να αρθεί αν η οικονομία δεν δείξει πρώτα αλλά πειστικά σημάδια διατηρήσιμης ανάπτυξης.
Συνολικά λοιπόν, είναι κομβικής σημασίας η οικονομική πολιτική, τόσο όσο αφορά δομικές μεταρρυθμίσεις όσο και δημοσιονομικά μέτρα, να υποβοηθήσει την στροφή της οικονομίας προς την εξωστρεφή και καινοτόμα και όχι εσωστρεφή και κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Ένα από τα ζητήματα που τυγχάνει σημαντικής προσοχής είναι αυτό του εξωτερικού χρέους, όχι χωρίς λόγο, εφόσον αυτό ανέρχεται σε ένα υψηλό ποσοστό του εθνικού εισοδήματος. Άμεσα σχετιζόμενο είναι και το επίπεδο πρωτογενών πλεονασμάτων που προβλέπονται στο πρόγραμμα προσαρμογής, όπως και το πώς και πότε η χώρα θα επανέλθει στις διεθνείς αγορές για τη χρηματοδότηση της.
Οι κύριες σχετικές παράμετροι είναι οι παρακάτω.
Το ελληνικό χρέος έχει ιδιάζοντα χαρακτηριστικά ως προς τη φύση, τη διάρκεια και τα επιτόκια του και η σωστή αποτύπωση της επίπτωσης του στην οικονομία δεν μπορεί να είναι επιφανειακή. Η άμεση πίεση που δημιουργεί στον προϋπολογισμό για τα επόμενα λίγα χρόνια είναι μικρή σχετικά, ιδίως και με άλλες οικονομίες. Όμως η αβεβαιότητα που δημιουργεί το συνολικό βάρος του, ιδίως καθώς μια αύξηση των μελλοντικών επιτοκίων σίγουρα δεν μπορεί να αποκλειστεί, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την οικονομική δραστηριότητα. Θα ήταν ιδιαίτερα εποικοδομητικό εάν με σαφή και έμπρακτο τρόπο ενισχυόταν η πεποίθηση ότι η διαχείριση του χρέους δεν θα αποτελεί βαρίδι στον ορατό ορίζοντα για την ελληνική οικονομία όσο αυτή κινείται προς μια σωστή αναπτυξιακή κατεύθυνση.
Η υπερβολική επιμονή σε δημοσιονομικά πλεονάσματα και η σχετικά μικρότερη σημασία του δίνεται, εκ των πραγμάτων, στην αποτελεσματική λειτουργία των αγορών και της δημόσιας διοίκησης, δεν ευνοεί μεσοπρόθεσμα την οικονομία.
Από την άλλη, η επιμονή για σχετικά υψηλά πλεονάσματα στο άμεσο μέλλον μπορεί ενδεχομένως να εκληφθεί ως αντανάκλαση ενός ελλείμματος αξιοπιστίας που διαχρονικά έχει δημιουργηθεί για την οικονομική πολιτική στη χώρα.
Μια «ανταλλαγή» δομικών αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων με μεγαλύτερο «δημοσιονομικό χώρο» θα είναι προς όφελος όλων των εμπλεκομένων στην ελληνική κρίση.
Ένα ακόμη ζήτημα που προσελκύει προσοχή το τελευταίο διάστημα είναι αυτό της λειτουργίας των θεσμών στη χώρα.
Όσο και αυτή έχει και ευρύτερη σημασία, επηρεάζει άμεσα και την οικονομική δραστηριότητα και μάλιστα όχι μόνο το γενικό επίπεδό της αλλά και τη σύνθεση της. Η διεθνής εμπειρία και σύγχρονή οικονομική ανάλυση οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, ιδίως για οικονομίες που φιλοδοξούν να παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο εισοδημάτων, οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι μεσοπρόθεσμα άμεση συνάρτηση της καλής λειτουργίας των θεσμών.
Όσο λιγότερο διαφανής, ανεξάρτητη και αποτελεσματική είναι η λειτουργία θεσμών όπως η απονομή δικαιοσύνης, τα μέσα ενημέρωσης, το σύστημα εκπαίδευσης, οι ανεξάρτητες Αρχές, τόσο δυσχερέστερο θα είναι να πειστούν όσοι δυνητικά θα επένδυαν μακροπρόθεσμα στην ελληνική οικονομία, με κάθε τρόπο, ακόμη και σε «ανθρώπινο κεφάλαιο», να το κάνουν.
Είναι ακριβώς αυτή η εύρυθμη λειτουργία των θεσμών που προστατεύει φυσικά και νομικά πρόσωπα από ενδεχόμενές μελλοντικές αυθαιρεσίες της κεντρικής εξουσίας, ενθαρρύνοντας με αυτό τον τρόπο όσους πραγματικά μπορούν να συμβάλλουν στην οικονομία και δεν σκοπεύουν να επωφεληθούν από το να την απομυζούν.
Συνολικά, η ελληνική οικονομία σταδιακά εξισορροπεί εκ νέου αλλά, καθώς η ενίσχυση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης είναι επιβεβλημένη το συντομότερο, η οικονομική πολιτική βρίσκεται και πάλι μπροστά σε κρίσιμα διλλήματα. Η συγκυρία προσφέρεται για τουλάχιστον δύο επιμέρους παρεξηγήσεις, που έχουν ευκαιριακά εκφραστεί όσο πλευρές που συμμετέχουν στο ελληνικό πρόγραμμα, ιδίως από το εξωτερικό.
Η μία παρεξήγηση συνοψίζεται στο ότι η απλή εφαρμογή του τρέχοντος προγράμματος, ιδίως όσον αφορά το δημοσιονομικό του σκέλος και χωρίς ουσιαστική εμβάθυνση στις δομικές μεταρρυθμίσεις στην πράξη, άρση των αντικινήτρων για εργασία και παραγωγή και ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής, αυτόματα να επαρκεί για να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης στο άμεσο μέλλον.
Η δεύτερη παρεξήγηση συνίσταται στην άποψη ότι, ναι μεν η τρέχουσα πολιτική δεν επαρκεί για την ανάπτυξη, όμως είναι το καλύτερο που η χώρα μπορεί να κάνει.
Αντίθετα, η ελληνική οικονομία έχει σημαντικά, δυνητικά πλεονεκτήματα και υψηλά περιθώρια ανάπτυξης στη βάση και της προσαρμογής που έχει επιτευχθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης και μπορεί να κινηθεί θετικά στο επόμενο διάστημα. Προϋπόθεση είναι να ενισχύεται σταδιακά η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας. Η επίτευξη του στόχου αυτού μπορεί να έχει καθυστερήσει αλλά είναι εφικτή όσο και απαραίτητη.