Ο Ερντογάν ξαναπετά – με δυτικές πτέρυγες

Η νέα εποχή των τουρκικών εξοπλισμών και το γεωπολιτικό ρίσκο της Δύσης

 
Η υπογραφή της συμφωνίας Τουρκίας–Ηνωμένου Βασιλείου για την αγορά 20 Eurofighter Typhoon, ύψους 10,7 δισ. δολαρίων, δεν αποτελεί απλώς μια εμπορική πράξη. Είναι η επισφράγιση μιας ευρύτερης γεωπολιτικής επανατοποθέτησης της Άγκυρας στο δυτικό στρατόπεδο — ή τουλάχιστον, κοντά σε αυτό. Το Λονδίνο λειτουργεί ως καταλύτης ενός «ξεπαγώματος» στις σχέσεις Άγκυρας–Ευρώπης, σε μια στιγμή που η τουρκική ηγεσία επιδιώκει να αποκαταστήσει το χαμένο τεχνολογικό και επιχειρησιακό πλεονέκτημα της Πολεμικής Αεροπορίας της, μετά τις αμερικανικές κυρώσεις και τον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα των F-35.

 
Η ουσία της συμφωνίας: Γέφυρα τεχνολογίας και πολιτικής ισορροπίας

Η Τουρκία διαπραγματεύεται την απόκτηση συνολικά 40 Eurofighter Typhoon Tranche 4, με πιθανή προσθήκη 12 μεταχειρισμένων αεροσκαφών Tranche 3A από το Κατάρ ή το Ομάν. Αν το σχέδιο ολοκληρωθεί, η Τουρκία θα καταστεί ο πέμπτος μεγαλύτερος χειριστής Eurofighter στο ΝΑΤΟ, μετά την Ισπανία.

Στην πράξη, η συμφωνία λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ της παρακμάζουσας γενιάς F-16 και του υπό ανάπτυξη εγχώριου μαχητικού KAAN, το οποίο ακόμη απέχει χρόνια από την πλήρη επιχειρησιακή του ετοιμότητα. Οι Typhoon, με ραντάρ AESA και δυνατότητες αέρος-αέρος μεγάλης εμβέλειας, εξασφαλίζουν στην Άγκυρα στρατηγική ευελιξία σε ένα περιβάλλον περιφερειακής αστάθειας — από τη Συρία και το Ιράκ, μέχρι το Αιγαίο και τη Μεσόγειο.

 
Το Λονδίνο ως διαμεσολαβητής της “επιστροφής” της Άγκυρας

Η Βρετανία, υπό τον Κιρ Στάρμερ, επιχειρεί να επαναβεβαιώσει τη θέση της ως ευρωπαϊκός πυλώνας ασφάλειας μετά το Brexit. Η συμφωνία δεν είναι απλώς αμυντική — είναι πολιτικό μήνυμα προς την Ουάσιγκτον ότι η Ευρώπη μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα, ακόμη και απέναντι σε μια «δύσκολη» σύμμαχο όπως η Τουρκία. Η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία, ως συν-παραγωγοί του Eurofighter, έδωσαν τη συγκατάθεσή τους, δείχνοντας ότι οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αποδέχονται εκ νέου την Άγκυρα ως αναγκαίο κακό στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

Η Βρετανία «πουλά» μαχητικά, αλλά αγοράζει επιρροή — σε μια περιοχή όπου ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα παίζουν παράλληλα τη δική τους σκακιέρα ισχύος.

 
Η στρατηγική του Ερντογάν: Αυτονομία, όχι απομόνωση

Ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται τη συμφωνία για να αποδείξει ότι η Τουρκία δεν εξαρτάται πλέον αποκλειστικά από την Ουάσιγκτον. Η επιλογή ενός ευρωπαϊκού συστήματος, που ενσωματώνει τουρκικά όπλα και αισθητήρες, συνιστά απόδειξη της φιλοδοξίας για στρατηγική αυτονομία, χωρίς πλήρη ρήξη με τη Δύση.

Η Άγκυρα, παίζοντας σε πολλαπλά ταμπλό — από τα ρωσικά S-400 μέχρι τη βρετανική αεροπορική τεχνολογία — καλλιεργεί ένα νέο είδος εξισορρόπησης: ούτε “αντάρτης” ούτε “υποτελής”.

 
Η ελληνική διάσταση: Ρευστοποίηση της ισορροπίας ισχύος

Για την Αθήνα, η συμφωνία συνιστά στρατηγικό πλήγμα στην προσπάθεια να διατηρηθεί αεροπορικό πλεονέκτημα μέσω των Rafale και F-16 Viper, ενόψει της ένταξης στο πρόγραμμα F-35.

Όπως επισημαίνουν ελληνικές πηγές, η βρετανική πρωτοβουλία «νομιμοποιεί» την επανεξοπλιστική ανάκαμψη της Τουρκίας, υπονομεύοντας έμμεσα τη ρητορική περί απομόνωσης της Άγκυρας που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός ότι το Βερολίνο και το Παρίσι, χώρες-πυλώνες της Ε.Ε., συνέπραξαν στη συμφωνία, δημιουργεί ερωτήματα για την αξιοπιστία της «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Η τουρκική αγορά Eurofighter λειτουργεί, έτσι, ως υπενθύμιση του πραγματικού κανόνα των διεθνών σχέσεων: τα όπλα δεν πουλιούνται για τη σταθερότητα, αλλά για τα κέρδη.

 
Το εσωτερικό αφήγημα: “Η Τουρκία επιστρέφει δυνατή”

Η κυβέρνηση Ερντογάν αξιοποιεί τη συμφωνία επικοινωνιακά, παρουσιάζοντάς την ως ένδειξη αναγνώρισης και τεχνολογικής αναγέννησης. Μετά από χρόνια οικονομικών πιέσεων και διεθνών αποκλεισμών, η εικόνα μιας Τουρκίας που συνδιαλέγεται με τη Βρετανία, τη Γερμανία και το ΝΑΤΟ ξαναχτίζει την εθνική υπερηφάνεια.

Το μήνυμα είναι διπλό: προς το εσωτερικό, ότι «η Τουρκία δεν εκβιάζεται»· προς το εξωτερικό, ότι «η Τουρκία είναι πολύτιμη για να αγνοηθεί».

 
Η “επιστροφή” της Άγκυρας με δυτικά όπλα αλλά ανατολική λογική

Η συμφωνία Eurofighter δεν αλλάζει απλώς το οπλοστάσιο της Τουρκίας — αλλάζει και τον τρόπο με τον οποίο η Δύση αντιμετωπίζει τον Ερντογάν. Με αντάλλαγμα την αεροπορική ισορροπία στην περιοχή, η Ευρώπη ουσιαστικά αποδέχεται μια Τουρκία που θα παραμείνει «δύσκολη», αλλά αναγκαία.

Ωστόσο, το στρατηγικό ρίσκο είναι προφανές: ενισχύοντας την τουρκική ισχύ, η Δύση μειώνει τα δικά της περιθώρια επιρροής σε μια Άγκυρα που ξέρει πια να παίζει το παιχνίδι της εξάρτησης και της αυτονομίας καλύτερα από ποτέ.

 
Ποιος πουλά, ποιος αγοράζει — και ποιος ελέγχει;

Η υπόθεση Eurofighter δείχνει πως στην παγκόσμια αγορά ισχύος δεν υπάρχουν “φίλοι” ούτε “εχθροί”, μόνο συμφέροντα με πτέρυγες.
Η Ευρώπη, στην προσπάθειά της να κρατήσει κοντά την Τουρκία, ενδέχεται να της δίνει ξανά τα μέσα να απογειωθεί — όχι απαραίτητα προς τη Δύση.

Ειδικός συνεργάτης αναλυτής διεθνών θεμάτων

mywaypress.gr –Περιεχόμενο αξίας με την υποστήριξη  υβριδικής νοημοσύνης.

Για  αναγνώστες με μεγάλο εύρος προσοχής.

Σχετικά Άρθρα