
Παγκόσμια ανησυχία για την αιφνίδια κλιμάκωση της εμπορικής διαμάχης ΗΠΑ – Κίνας
Η πτώση της τιμής του πετρελαίου και η εμπορική διένεξη ΗΠΑ – Κίνας-Νομισματικός πόλεμος προ των πυλών ή επίδειξη προθέσεων;
Λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος, η σταθερότητα στην αγορά πετρελαίου αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Η πρόσφατη πτώση της τιμής του πετρελαίου θα επιφέρει σημαντικές μακροοικονομικές επιδράσεις. Αν διατηρηθεί, θα προκαλέσει σημαντική μεταφορά εισοδήματος από τους εξαγωγείς πετρελαίου στους εισαγωγείς πετρελαίου, ενισχύοντας την ανάπτυξη και μειώνοντας τον πληθωρισμό σε μεγάλο αριθμό χωρών εισαγωγής πετρελαίου, επιβραδύνοντας ωστόσο την οικονομική δραστηριότητα στις χώρες που εξάγουν πετρέλαιο, σημειώνει ανάλυση του Εβδομαδιαίου Δελτίου Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.Αναλυτικά:
Η τιμή του πετρελαίου έχει σημειώσει σημαντική πτώση τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, μετά τη δέσμευση του προέδρου των ΗΠΑ να κλιμακώσει την εμπορική αντιπαράθεση με την Κίνα, επιβάλλοντας από την 1η Σεπτεμβρίου πρόσθετους δασμούς 10% σε κινεζικά προϊόντα αξίας $300 δισ. και προειδοποιώντας, παράλληλα, ότι δεν αποκλείεται η επιβολή και υψηλότερων δασμών, εφόσον η κινεζική πλευρά δεν προχωρήσει πολύ σύντομα στη διαδικασία υπογραφής μιας εμπορικής συμφωνίας. Στο πλαίσιο της λήψης αντιμέτρων, η κινεζική πλευρά ανακοίνωσε ότι ερευνά την επιβολή δασμών σε όλα τα αμερικανικά αγροτικά προϊόντα που έχουν αγοραστεί μετά τις 3 Αυγούστου, χωρίς ωστόσο να αποκλείει την κλιμάκωση των μέτρων και σε άλλα προϊόντα.
Νομισματικός πόλεμος προ των πυλών ή επίδειξη προθέσεων;
Η εμπορική αντιπαράθεση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας οξύνθηκε μετά την καταγγελία των ΗΠΑ περί «χειραγώγησης» του εθνικού νομίσματος της Κίνας, προκειμένου η τελευταία να ενισχύσει την εμπορική της θέση διεθνώς. Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας (PBOC), από το 2008, με παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος μεριμνούσε ώστε το δολάριο να μην υπερβεί το όριο των επτά γουάν. Ωστόσο, η κίνηση της PBOC στις 5 Αυγούστου να επιτρέψει στο γουάν να διολισθήσει, διασπώντας το ψυχολογικό όριο των 7 γουάν ανά δολάριο, άφησε να εννοηθεί ότι οι κινεζικές αρχές είναι διατεθειμένες να ανεχθούν μια περαιτέρω εξασθένιση του εθνικού τους νομίσματος, προκειμένου να αντισταθμίσουν τις απώλειες των εξαγωγών που προκαλούν οι επιβληθέντες υψηλοί δασμοί των ΗΠΑ. Παράλληλα, η κίνηση της PBOC υποδηλώνει τις προθέσεις των αρχών της Κίνας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για τα μέτρα που είναι διατεθειμένες να λάβουν προκειμένου να προστατεύσουν την εθνική τους βιομηχανία.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η κατηγορία περί «χειραγώγησης» του κινεζικού γουάν μεταφέρει την εμπορική διαμάχη Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας από το δασμολογικό καθεστώς, στο νομισματικό πεδίο. Το γεγονός ότι η κίνηση στην ισοτιμία πραγματοποιήθηκε μετά την επιβολή των νέων δασμών από τις ΗΠΑ υποδηλώνει ότι ήταν στοχευμένη καθώς, μια μέρα πριν τις ανακοινώσεις του προέδρου των ΗΠΑ για τους νέους δασμούς, η ισοτιμία του δολαρίου με το γουάν διαμορφωνόταν στο 6,88. Σημειώνεται ότι η PBOC επιτρέπει το γουάν να διαπραγματεύεται σε ένα εύρος της τάξης του 2% από το σημείο αναφοράς που εκείνη ορίζει σε καθημερινή βάση. Ωστόσο, δεν απουσίασαν και οι απόψεις ορισμένων επενδυτών που προσπάθησαν να συνδέσουν τη διολίσθηση του κινεζικού νομίσματος με τις απεργίες και τις διαδηλώσεις που έχουν ξεκινήσει στο Χονγκ Κονγκ από τις αρχές Ιουνίου. Θα πρέπει να τονισθεί ότι όσο πιο φθηνό είναι το γουάν, τόσο πιο ανταγωνιστικά είναι τα κινεζικά προϊόντα στο εξωτερικό, αν και ένα εξασθενημένο γουάν επιβαρύνει σημαντικά το κόστος των εισαγωγών πετρελαίου της Κίνας, η οποία αποτελεί το μεγαλύτερο εισαγωγέα αργού πετρελαίου παγκοσμίως.
Τι έχει προκαλέσει τη σημαντική υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου;
Στην εβδομάδα 29/7-2/8, η τιμή του πετρελαίου κατέγραψε τη μεγαλύτερη ημερήσια πτώση των τελευταίων τεσσάρων ετών, έχοντας ως κύρια αιτία την κλιμάκωση της έντασης στην εμπορική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. Επισημαίνεται ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αργού πετρελαίου στον κόσμο. Συγκεκριμένα, τον περασμένο Μάιο, αγόρασε, κατά μέσο όρο, 250.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως μόνο από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, το αρνητικό κλίμα στην αγορά πετρελαίου ήρθε να επιβαρύνει η ανακοίνωση του υπουργείου ενέργειας των ΗΠΑ ότι τα εμπορικά αποθέματα αργού πετρελαίου στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 2,4 εκατ. βαρέλια την περασμένη εβδομάδα, με αποτέλεσμα να διαμορφώνονται 2% υψηλότερα από το μέσο όρο των τελευταίων πέντε ετών. Σε εβδομαδιαία βάση, η τιμή πετρελαίου τύπου Brent έχει υποχωρήσει άνω του 12%, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες σχετικά με τη δυνατότητα αύξησης της ζήτησης και κερδίζει έδαφος η άποψη ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα επηρεαστεί από την εμπορική διένεξη ΗΠΑ και Κίνας. Άλλωστε, πριν από λίγες ημέρες, η Υπηρεσία Ενέργειας των ΗΠΑ (ΕΙΑ) μείωσε την πρόβλεψή της για τη ζήτηση αργού πετρελαίου και υγρών καυσίμων στις ΗΠΑ, ενώ προέβη σε αναθεώρηση προς τα κάτω των εκτιμήσεών της για την παγκόσμια κατανάλωση αργού πετρελαίου και υγρών καυσίμων κατά 0,1% τόσο για το 2019, όσο και για το 2020.
Η έμφαση στην εξέλιξη της ζήτησης πετρελαίου
Η αγορά πετρελαίου έχει στρέψει το ενδιαφέρον της στην εξέλιξη της ζήτησης τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους, αγνοώντας τους παράγοντες εκείνους που επηρεάζουν την προσφορά. Το γεγονός ότι η παραγωγή πετρελαίου στα κράτη-μέλη του ΟΠΕΚ τον Ιούλιο διαμορφώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων οκτώ ετών, εξαιτίας του περιορισμού της παραγωγής πετρελαίου εκ μέρους της Σαουδικής Αραβίας, των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στο Ιράν, της απόφασης της Λιβύης να διακόψει προσωρινά τη λειτουργία άντλησης πετρελαίου στη ζώνη της Σαχάρα και των προβλημάτων ηλεκτροδότησης στη Βενεζουέλα, δεν έχει κατορθώσει να σταθεροποιήσει την τιμή.
Η αγορά πετρελαίου στην παρούσα χρονική συγκυρία αγνοεί ακόμα και τις γεωπολιτικές εξελίξεις. Η κατάσχεση από το Ιράν ενός ιρακινού πετρελαιοφόρου για παράνομη διακίνηση καυσίμων, αν και μπορεί να δημιουργήσει κάποιες ανησυχίες για ενδεχόμενα προβλήματα στον εφοδιασμό στην περιοχή του Περσικού Κόλπου, δεν απασχόλησε στο βαθμό που θα έπρεπε υπό άλλες συνθήκες την αγορά πετρελαίου. Ωστόσο, οι εμπλεκόμενοι στην αγορά πετρελαίου εστιάζουν την προσοχή τους στην περιοχή του Περσικού Κόλπου, στην οποία βρίσκονται πολεμικά πλοία των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου για την προστασία της διεθνούς ναυσιπλοΐας.
Τα περιθώρια υποχώρησης της τιμής του πετρελαίου και οι επιπτώσεις
Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα Bank of America Merrill Lynch, η τιμή του πετρελαίου μπορεί να υποχωρήσει περαιτέρω κατά $20-30/βαρέλι, εφόσον η Κίνα αποφασίσει να αυξήσει τις εισαγωγές ιρανικού αργού πετρελαίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κίνα δεν σταμάτησε ποτέ να αγοράζει ιρανικό πετρέλαιο παρά τις επιβληθείσες κυρώσεις των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να αποτελεί το μεγαλύτερο αγοραστή ιρανικού πετρελαίου.
Οι τιμές των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης στο χρηματιστήριο παραγώγων του Σικάγου των ΗΠΑ υποδηλώνουν ότι η τιμή του πετρελαίου θα κινηθεί σε χαμηλότερα επίπεδα, καθώς οι εμπορικές διενέξεις και η άνοδος της προσφοράς θα επιταχύνουν τη μείωση των κερδοσκοπικών θέσεων υπέρ μιας ανοδικής κίνησης της τιμής.
Ωστόσο, η πτώση της τιμής του πετρελαίου ενδέχεται να προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις στον κλάδο παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ. Ήδη, αρκετές εταιρίες καταγράφουν ζημιές (Concho Resources, Whiting Petroleum), στο πρώτο εξάμηνο του 2019, άλλες έχουν εισέλθει σε καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας (Halcon Resources), ενώ πολλές εταιρίες του χώρου θα αναγκασθούν να περιορίσουν τις δαπάνες τους και να διακόψουν τις επενδύσεις σε νέες γεωτρήσεις.
Λαμβανομένων υπόψη των προοπτικών του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος, η σταθερότητα στην αγορά πετρελαίου αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Η πρόσφατη πτώση της τιμής του πετρελαίου θα επιφέρει σημαντικές μακροοικονομικές επιδράσεις. Αν διατηρηθεί, θα προκαλέσει σημαντική μεταφορά εισοδήματος από τους εξαγωγείς πετρελαίου στους εισαγωγείς πετρελαίου, ενισχύοντας την ανάπτυξη και μειώνοντας τον πληθωρισμό σε μεγάλο αριθμό χωρών εισαγωγής πετρελαίου, επιβραδύνοντας ωστόσο την οικονομική δραστηριότητα στις χώρες που εξάγουν πετρέλαιο.