ΣΕΒ: Ανακεφαλαιοποίηση… αναπτυξιακών προσδοκιών!

• Ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών…bis!

 
Η ανακεφαλαιοποίηση που είναι προ των πυλών σχετίζεται άμεσα με τις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων 12 μηνών και θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αποφευχθεί, σημειώνει σχετική ανάλυση του ΣΕΒ στο σημερινό εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία. Συνοπτικά η ανάλυση:

-Η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών είναι μια συναλλαγή υψίστης σημασίας για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Και όχι μόνο στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να αρθούν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων και  να αρχίσουν οι καταθέτες να εμπιστεύονται και πάλι τις τράπεζες, αλλά στην οικονομία γενικότερα, με την ικανοποιητική εισροή επενδυτικών κεφαλαίων από τον ιδιωτικό τομέα. Οι τράπεζες καλούνται να βρουν κεφάλαια €14,4 δισ., εκ των οποίων €10 δισ. απαιτούνται με βάση ένα λίαν δυσμενές και μάλλον απίθανο σενάριο οικονομικών εξελίξεων (-6,8% μείωση του ΑΕΠ και -22,5% μείωση των τιμών στην αγορά ακινήτων μεταξύ 2015-2017), ώστε να θωρακιστεί το τραπεζικό σύστημα έναντι παντός ενδεχομένου. Οι περισσότερες τράπεζες θα προσπαθήσουν να καλύψουν τα €4,4 δισ. του βασικού σεναρίου συν τμήμα των €10 δισ. από ιδιώτες επενδυτές, με το υπόλοιπο να καλύπτεται από το ΤΧΣ (1/4 σε μετοχές και 3/4 σε υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες – Contigent Convertibles ή COCOs). Το σύνολο των €14,4 δισ. θεωρούνται βασικά κεφάλαια υψηλής διαβάθμισης (CET1) καθώς τα COCOs θα έχουν χαρακτηριστικά οιονεί μετοχών. Καθώς τα κεφάλαια στις τράπεζες επενδύονται στις καλές προοπτικές της οικονομίας μεσοπρόθεσμα, είναι απολύτως απαραίτητη η δέσμευση της ελληνικής πολιτείας για απαρέγκλιτη τήρηση του προγράμματος προσαρμογής, άνευ της οποίας δεν νοείται οικονομική σταθερότητα και ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό και δεδομένων των ασφυκτικών χρονικών προθεσμιών, επιβάλλεται άμεση ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, ώστε να ενθαρρυνθεί  η συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και να μην τεθεί σε κίνδυνο το όλο εγχείρημα της ανακεφαλαιοποίησης.

-Η έκθεση «Doing Business» του 2016 της Παγκόσμιας Τράπεζας καταγράφει την μεταρρυθμιστική αδράνεια του τελευταίου έτους, καθώς η θέση της Ελλάδας παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητη αν εξαιρεθεί το γεγονός ότι κάποιες χώρες με μεταρρυθμιστική δυναμική την προσπέρασαν στη συνολική κατάταξη. Η έκθεση αυτή αναδεικνύει περιοχές του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με ιδιαίτερες αδυναμίες οι οποίες σχετίζονται άμεσα με τη διαχείριση των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε ανάγκη αναδιάρθρωσης ή και εκκαθάρισης. Συνεπώς η ανάγνωση της έκθεσης είναι ιδιαίτερα επίκαιρη μετά την πρόσφατη αξιολόγηση των δανειακών χαρτοφυλακίων των ελληνικών τραπεζών.

 
ΠΙΝΑΚΑΣ 1 -ΣΕΒ

Αναλυτικά:

Ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών…bis!
Ανακοινώθηκαν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών ως προς την κεφαλαιακή επάρκεια κάλυψης πιθανών απωλειών κεφαλαίου στο μέλλον.

Διενεργήθηκε κατ’αρχάς ένας έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού (AQR-Asset Quality Review) και διαπιστώθηκε η ανάγκη μείωσης της λογιστικής αξίας κατά €9.2 δισ. Αυτό οδήγησε στην πτώση του βασικού δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Core Equity Tier 1 (CET1) του συνόλου του τραπεζικού συστήματος από 12.1% τον Ιούνιο του 2015 πριν το AQR σε 7.9% μετά το AQR, με το επιθυμητό όριο να είναι 9.5%. Η διαφορά αυτή (9.5%-7.9%) δημιουργεί μια υστέρηση κεφαλαίων €3.4 δισ., που διογκώνεται σε €4.4 δισ. λαμβάνοντας υπόψη και το πώς θα εξελιχθεί η οικονομική κατάσταση μέχρι το τέλος του 2017 κάτω από ένα βασικό σενάριο, και σε €14.4 δισ. κάτω από ένα δυσμενές σενάριο, οικονομικών εξελίξεων, με το επιθυμητό όριο στο δυσμενές σενάριο, να ορίζεται σε 8%.

Η προκύπτουσα με το AQR υστέρηση των απαιτούμενων προβλέψεων κατά €9.2 δισ., όπως αναλύεται ανά τράπεζα και δανειακή δραστηριότητα,  σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την συγκεκριμένη σύνθεση του δανειακού χαρτοφυλακίου κάθε τραπέζης, αν και διαφορές στην εκτίμηση και τη διαχείριση των κινδύνων δεν μπορούν να αποκλεισθούν. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία να αναφερθεί είναι ότι η αξιολόγηση πραγματοποιήθηκε ενδελεχώς και σε πολλαπλά επίπεδα (τόσο ανά δάνειο όσο και ανά κατηγορία δανείων) και είχε ως αποτέλεσμα να ταυτοποιηθούν συγκεκριμένες επιχειρήσεις που έχουν ή θα έπρεπε να έχουν παύσει να λειτουργούν ως μη βιώσιμες, τα δάνεια των οποίων είναι άμεσα απαιτητά, και για τα οποία οι προσαρμογές στις λογιστικές αξίες ανέρχονται σε €2.4 δισ.

Σε κάθε περίπτωση, η επίπτωση του βασικού σεναρίου στην κεφαλαιακή επάρκεια είναι σχετικώς μικρή (από 7.9% σε 7.6%). Η κατάσταση αλλάζει άρδην, όμως, στο δυσμενές σενάριο που η επίπτωση στην κεφαλαιακή επάρκεια είναι κατακλυσμιαία (από 7.6% σε 0.1%) και, βεβαίως, διογκώνει την κεφαλαιακή υστέρηση σε €14.4 δισ. από €4.4 δισ.. Οι μακροοικονομικές υποθέσεις που γίνονται στα δύο σενάρια εξηγούν την τεράστια διαφορά. Για παράδειγμα, η σωρευμένη πτώση του ΑΕΠ στην τριετία 2015-2017 είναι – 0.9 π.μ. στο βασικό και -6.9 π.μ. στο δυσμενές σενάριο. Ομοίως, η σωρευμένη πτώση στις τιμές των κατοικιών την ίδια περίοδο διαμορφώνεται σε -13.5 π.μ. στο βασικό και σε -24.4 π.μ. στο δυσμενές σενάριο. Εάν οι ελληνικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιηθούν σύμφωνα με το αποτέλεσμα της δυσμενούς αξιολόγησης της ΕΚΤ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είναι υπερκεφαλαιοποιημένες και σε κάποιο σημείο θα χρειασθεί να επιστραφούν κεφάλαια στους μετόχους, καθώς δεν προβλέπεται να καταστραφεί η ελληνική οικονομία. Αυτό αυξάνει τις πιθανότητες καλύτερων αποδόσεων για τους μετόχους (ιδιώτες και κράτος) στο μέλλον.

Οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών όσον αφορά στα €4.4 δισ. κατ’ελάχιστον αναμένεται να καλυφθούν από ιδιώτες επενδυτές, χωρίς να αποκλείεται υπερκάλυψη του ποσού αυτού. Ορισμένες τράπεζες θα επιχειρήσουν να καλύψουν όλο το ποσό που προκύπτει από το δυσμενές σενάριο. Τμήμα αυτών των αναγκών, θα καλυφθούν είτε από πωλήσεις στοιχείων ενεργητικού είτε μέσω προαιρετικών ή υποχρεωτικών δημόσιων προσφορών προς τους ομολογιούχους των τραπεζών για την ανταλλαγή των εταιρικών ομολόγων που κατέχουν με μετρητά ή μετοχές στο πλαίσιο της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Οι συναλλαγές αυτές διαχείρισης παθητικού (liability management exercices), εκτιμάται ότι συνολικά μπορούν να συνεισφέρουν περί τα €1.5 έως €2 δισ. Στην περίπτωση αυτή, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) θα καλύψει τις υπόλοιπες ανάγκες μέχρι του ποσού των €14.4 δισ. με το ποσό να κατανέμεται κατά 25% σε κοινές μετοχές και κατά 75% σε υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες (Contigent Convertibles – Cocos). Οι ομολογίες αυτές που θα εκδοθούν από τις τράπεζες και θα πληρώνουν ετήσιο κουπόνι με επιτόκιο, 8%, θα μετατρέπονται σε μετοχές εφόσον η κεφαλαιακή επάρκεια της τραπέζης υπολείπεται κάποιου ορίου. Αναμένεται ότι μετά την ανακεφαλαιοποίηση, η συμμετοχή του ΤΧΣ στο τραπεζικό σύστημα θα μειωθεί σημαντικά, αυξάνοντας την ελκυστικότητα των τραπεζικών μετοχών από τους ιδιώτες επενδυτές. Το σύστημα ανακεφαλαιοποίησης διασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό το δημόσιο συμφέρον εφόσον οι τράπεζες θα πρέπει να επιδιώκουν υψηλή κερδοφορία, ώστε αφενός να πληρώνουν το κόστος των CoCos και να διατηρούν υψηλό επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας διαρκώς, και ταυτόχρονα να δημιουργούν ευκαιρίες αποκόμισης υπεραξιών για τους μετόχους τους. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σημαντικό διότι τα λεφτά που θα συνεισφέρει το ΤΧΣ είναι δημόσιο χρέος και συνεπώς θα πρέπει να επιστραφούν στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) που χρηματοδοτεί το ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής.

Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι η διαχείριση των τραπεζών είναι σήμερα κεφαλαιακά ελλειμματική, όχι τόσο επειδή έκαναν οι διοικήσεις κακές εκτιμήσεις του κινδύνου σε δάνεια που έδωσαν αλλά, κυρίως, διότι η πολιτική διαχείριση της χώρας δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί τεράστιες δανειακές επισφάλειες λόγω της μεγάλης ύφεσης και της δημιουργίας μίας κουλτούρας αθέτησης πληρωμών σε σημαντικά τμήματα του πληθυσμού. Η ανακεφαλαιοποίηση που είναι προ των πυλών σχετίζεται άμεσα με τις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων 12 μηνών και θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αποφευχθεί.

Σχετικά Άρθρα