
ΣΕΒ-Ας φαντασθούμε μια άλλη Ελλάδα: 9+20 προτάσεις για επενδύσεις και ανάπτυξη
• Πως θα γίνει η Ελλάδα business-ready
Πριν από ενάμισι χρόνο περίπου, ο ΣΕΒ μίλησε για την ανάγκη ενός επενδυτικού σοκ €100 δις ως προϋπόθεση ανάκαμψης της οικονομίας, σημειώνει ανάλυση του ΣΕΒ στο Εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία.
Σήμερα, μετά από μία επταετία παλινδρομήσεων στην εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής -που ως τακτική οδηγεί de facto σε διαρκείς παρατάσεις του- πιστεύουμε ότι η χώρα, για να ξεκολλήσει και να φύγει προς τα εμπρός, χρειάζεται επιτακτικά πέρα από τις ξένες καλές πρακτικές που απρόθυμα εφαρμόζουμε, ένα σοκ αξιοπιστίας. Χρειαζόμαστε, ένα «Ελληνικό Μνημόνιο Plus» που θα ξεπερνάει το manual των δανειστών και θα χαράζει μία νέα πορεία. Η συνεχιζόμενη διελκυστίνδα μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των εταίρων μας μεγαλώνει την αβεβαιότητα και απομακρύνει τη βιώσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας. Η «a la carte» εφαρμογή μέτρων και μεταρρυθμίσεων, αναλόγως της εκλογικής συγκυρίας και των δυνατοτήτων της δημόσιας διοίκησης, κρατά την χώρα μας στάσιμη. Η ανάκαμψη που έρχεται πρέπει να χτιστεί πάνω στα διαρθρωτικά εκείνα χαρακτηριστικά που προδιαγράφουν τον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού προτύπου σε μία οικονομία που παράγει και εξάγει. Στη σημερινή συγκυρία, το σοκ αξιοπιστίας που, αργά ή γρήγορα, θα φέρει και το αναπτυξιακό σοκ, περιλαμβάνει την αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής ώστε να ενισχυθεί η αναπτυξιακή του διάσταση και, ταυτόχρονα, την ανάληψη δράσεων που να δείχνουν στη διεθνή κοινότητα ότι η Ελλάδα είναι πλέον υπεύθυνη για την μοίρα της, έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της και παίρνει άμεσα πρωτοβουλίες θεωρώντας δεδομένη την ολοκλήρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής, την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, την ευρωπαϊκή της προοπτική και την έξοδο από την κρίση. Μετά από κατάλληλη και αξιόπιστη προετοιμασία, η Ελλάδα μπορεί να πείσει ότι είναι business-ready. Και ο καλύτερος τρόπος να σηματοδοτήσει αυτή την αλλαγή είναι η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, η προσφυγή του δημοσίου στις αγορές και η ανακοίνωση μεγάλων έργων, για τα οποία η χώρα βγαίνει στις αγορές και ζητά, με αξιώσεις, ιδιώτες επενδυτές και ιδιωτική χρηματοδότηση.
– Η επίτευξη του σημαντικά αυξημένου πρωτογενούς πλεονάσματος, και παρά την αύξηση ορισμένων δαπανών όπως για συντάξεις, στηρίζεται στην αύξηση των φόρων και τη συγκράτηση των δαπανών επενδύσεων. Η αύξηση των εσόδων προκύπτει από την αύξηση των συντελεστών, της αποδοτικότητας ελέγχων και, κυρίως, της διεύρυνσης του ορισμού της βάσης των φόρων ειδικά στα νομικά πρόσωπα. Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων φαίνεται ότι εξακολουθούν να συμβάλλουν στην επιδείνωση των εισπράξεων από υπηρεσίες, ιδίως μεταφορές, στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κατά το διάστημα Ιαν – Νοε 2016, την ώρα που οι εξαγωγές αγαθών πλην καυσίμων κινούνται ανοδικά. Παράλληλα, η άνοδος των αφίξεων τον Νοέμβριο του 2016 καταδεικνύει διεύρυνση της τουριστικής περιόδου, η οποία όμως δεν συνοδεύεται από αύξηση των εσόδων από τουρισμό.
Κύρια σημεία:
-Για τις επιχειρήσεις που ήδη δραστηριοποιούνται σε ανταγωνιστικές δραστηριότητες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, είναι καθοριστικής σημασίας να μην εμποδίζονται στη μάχη που δίνουν με τον ανταγωνισμό από αδικαιολόγητα υψηλά κόστη παραγωγής είτε αυτά προέρχονται από το μη μισθολογικό κόστος ή το ενεργειακό κόστος ή την τραπεζική χρηματοδότηση ή τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην αδειοδότηση και τον χωροταξικό σχεδιασμό νέων δραστηριοτήτων.
-Σε μια χώρα με εκτεταμένη παραοικονομία, οι υψηλοί φόροι καταλήγουν να είναι ανταγωνιστικό μειονέκτημα καθώς πλήττουν κυρίως τις οργανωμένες επιχειρήσεις που είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους.
-Μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι η υπερφορολόγηση βοηθάει στην ανάπτυξη της οικονομίας, ιδίως όταν τα έσοδα από τους φόρους πηγαίνουν στην κατανάλωση;
-Χρειάζονται επενδύσεις στη βάση των φυσικών πλεονεκτημάτων που μας δίνει η γεωγραφική θέση της χώρας και των διεθνώς ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που έχουν ήδη «κτίσει» πολλές αξιόλογες ελληνικές επιχειρήσεις, που είτε ανταγωνίζονται τις εισαγωγές είτε προωθούν τις εξαγωγές τους στη διεθνή αγορά.
-Η Ελλάδα έχει δυνητικά πολλά έργα υποδομών και ιδιωτικοποιήσεων προς αναζήτηση επενδυτών και χρηματοδότησης.
-Μία δίκαιη κοινωνία, πάνω απ’ όλα, προσφέρει αξιοπρέπεια στα μέλη της. Και ένας από τους κυριότερους τρόπους που ο άνθρωπος αποκτά αξιοπρέπεια είναι να έχει μία δουλειά ή ένα επάγγελμα, που του δίνει τη δυνατότητα να στηρίξει τον εαυτό του, και όχι να εξαρτάται από την οικογένειά του ή το κράτος για να επιβιώσει.
Πως θα γίνει η Ελλάδα business-ready
Η επιστροφή μας στις αγορές αποτελεί το διαβατήριο για την ανάκτηση μεγαλύτερων βαθμών ελευθερίας στην χάραξη και άσκηση οικονομικής πολιτικής. Για να βγούμε όμως ξανά στις αγορές χρειάζεται να εστιάσουμε σε δύο συνιστώσες: Στο μακροοικονομικό επίπεδο, πρώτον, πρέπει να υιοθετήσουμε τη δημοσιονομική πειθαρχία ως απαραίτητη προϋπόθεση για να πείσουμε αγορές και επενδυτές ότι η χώρα μας έχει αλλάξει σελίδα, ότι είναι πλέον, και θα παραμείνει και στο μέλλον, μία δημοσιονομικά πειθαρχημένη χώρα δεδομένου του υψηλού χρέους της. Πρέπει, επίσης, να πείσουμε ότι δεν επιφυλάσσουμε δυσάρεστες εκπλήξεις αστάθειας και ασυνέχειας σε όσους βάλουν τα χρήματα τους στην χώρα μας. Παράλληλα, πρέπει να εφαρμόσουμε διεθνώς άριστες πρακτικές, όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις που δημιουργούν ένα πιο ανταγωνιστικό και πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, όπως κατά κόρον περιγράφονται στα Μνημόνια που έχουμε συμφωνήσει να υλοποιήσουμε. Σε κάθε περίπτωση, εάν όντως θέλουμε να μετασχηματίσουμε την χώρα ώστε η ιδιωτική οικονομία να αρχίσει να προσφέρει σταθερές και καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, πρέπει αυτό να το επικοινωνήσουμε στις αγορές και τη διεθνή επενδυτική κοινότητα. Και πρέπει να το κάνουμε άμεσα και με συγκεκριμένες δράσεις πολιτικής. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να προχωρούμε με αβέβαια βήματα που οδηγούν σε ένα δυσδιάκριτο και, εν πολλοίς, απροσδιόριστο μέλλον (Δ01). Δεν μπορεί το μέλλον να περιλαμβάνει παρεμβάσεις πελατειακού χαρακτήρα που εστιάζουν σε χαμηλής παραγωγικότητας πρωτοβουλίες και οδηγούν στη παγίωση του status quo αντί για την ανάδειξη μιας νέας δυναμικής ελληνικής οικονομίας.
Για τις επιχειρήσεις που ήδη δραστηριοποιούνται σε ανταγωνιστικές δραστηριότητες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας (Δ02), είναι καθοριστικής σημασίας να μην εμποδίζονται στη μάχη που δίνουν με τον ανταγωνισμό από αδικαιολόγητα υψηλά κόστη παραγωγής είτε αυτά προέρχονται από το μη μισθολογικό κόστος ή το ενεργειακό κόστος ή την τραπεζική χρηματοδότηση ή τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην αδειοδότηση και τον χωροταξικό σχεδιασμό νέων δραστηριοτήτων.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σε καθημερινή βάση τον ανελέητο διεθνή ανταγωνισμό δεν επιζητούν προνομιακή μεταχείριση. Απλώς θέλουν να ανταγωνίζονται τους ξένους ανταγωνιστές του επί ίσοις όροις. Κάτι που στην Ελλάδα της υπερφορολόγησης είναι σχεδόν αδύνατον. Πρέπει, λοιπόν, στο πλαίσιο της στροφής του παραγωγικού προτύπου προς πιο εξωστρεφείς και δυναμικές δραστηριότητες, η χώρα να τιθασεύσει τα δημοσιονομικά της ελλείμματα όχι με συνεχείς, περισσότερους και υψηλότερους φόρους, αλλά με μεγαλύτερη περικοπή δαπανών. Η σταθερή θέση του ΣΕΒ είναι ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών πρέπει να αντισταθμίζεται από την πάταξη της φοροδιαφυγής ώστε να δημιουργείται ο δημοσιονομικός χώρος που διασφαλίζει την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Και οι τυχόν φοροαπαλλαγές που προτείνουμε, όπως οι υπεραποσβέσεις, να είναι δημοσιονομικά ουδέτερες. Σε μια χώρα με εκτεταμένη παραοικονομία, οι υψηλοί φόροι καταλήγουν να είναι ανταγωνιστικό μειονέκτημα καθώς πλήττουν κυρίως τις οργανωμένες επιχειρήσεις που είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, και τις εμποδίζουν να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους και να προσλάβουν εργαζόμενους. Εάν δεν αναπτυχθεί η ιδιωτική οικονομία, απλώς και μόνο για να διατηρείται με τεχνητό τρόπο η απασχόληση στο δημόσιο τομέα και στους προστατευμένους κλάδους χαμηλής παραγωγικότητας της οικονομίας (Δ03), τότε η χώρα δεν θα βγει από το αδιέξοδο.
Πρέπει, λοιπόν, να σπάσει αυτός ο κύκλος της μιζέριας. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να εφαρμόσουμε τις διαρθρωτικές αλλαγές του Μνημονίου. Στο πλαίσιο αυτό, προεξοφλώντας την επιτυχία του προγράμματος προσαρμογής και την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας και αφού έχουμε προετοιμασθεί καταλλήλως ώστε να γίνουμε πιστευτοί, πρέπει να προχωρήσουμε στην χάραξη μιας νέας οικονομικής πολιτικής, που να καθιστά βαθμιαία περιττά τα Μνημόνια. Μία κυβέρνηση που όντως πιστεύει σε μία κοινωνικά αποτελεσματική και οικονομικά ανταγωνιστική οικονομία της αγοράς, πρέπει να είναι σε θέση να υλοποιήσει μια αξιόπιστη στροφή στην εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική. Ένας τρόπος για να επιταχυνθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι η κυβέρνηση να συμφωνήσει με τους εταίρους μας και να εφαρμόσει προκαταβολικά και με συγκεκριμένο αυστηρό χρονοδιάγραμμα, μία σειρά από δράσεις, που κανονικά έπονται της εφαρμογής του προγράμματος. Έτσι, προεξοφλώντας την επιτυχή δημοσιονομική προσαρμογή και εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η κυβέρνηση δίνει ισχυρό μήνυμα στις αγορές ότι είναι πλέον προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία και τη δημιουργία του θεσμικού πλαισίου για την ανταγωνιστική ανάπτυξη της χώρας, και ότι υλοποιεί τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνει. Η πολιτική αυτή, θα δημιουργήσει σιγουριά στους επενδυτές που έχουν ακόμη αμφιβολίες κατά πόσον η κυβέρνηση επιθυμεί ή όχι την εφαρμογή του προγράμματος, δεδομένης της διαχρονικά διαπιστωμένης αβελτηρίας των καθυστερήσεων, των ανατροπών κ.ο.κ. των συμφωνηθέντων. Παράλληλα, μία τέτοια αλλαγή στάσης θα πείσει τους δανειστές να έχουν εμπιστοσύνη στην χώρα μας ότι θα τηρήσει τις υποχρεώσεις της έναντι του χρηματοδοτικού προγράμματος διάσωσης. Συνεπώς, οι δράσεις αυτές θα δημιουργήσουν αυτοεκπληρούμενες προφητείες, φέρνοντας την πρόσβαση στις αγορές και την ανάκαμψη της οικονομίας νωρίτερα του αναμενομένου. Οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να ανακοινωθούν όλες μαζί, σαν ένα πακέτο δράσεων, έτσι ώστε να σηματοδοτήσουν μία οριστική αλλαγή υποδείγματος σε σχέση με τις πρακτικές του παρελθόντος.
Ο ΣΕΒ προτείνει τις εξής πρωτοβουλίες:
- Εμπροσθοβαρής δημοπράτηση όλων των προγραμματισμένων ιδιωτικοποιήσεων με αυστηρή καταληκτική ημερομηνία ολοκλήρωσης το συντομότερο δυνατόν.
- Μείωση του συνολικού συντελεστή φορολόγησης της εργασίας για να ανασάνουν οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα από την υπερφορολόγηση.
- Εισαγωγή ενός συστήματος υπεραποσβέσεων 200% στις δαπάνες επενδύσεων, ή, εναλλακτικά, απόσβεση του 100% της επενδυτικής δαπάνης την πρώτη χρονιά λειτουργίας της νέας επένδυσης, με οριζόντιο τρόπο ώστε να μην τίθενται θέματα κρατικών ενισχύσεων.
- Υιοθέτηση καθολικής ηλεκτρονικής τιμολόγησης μεταξύ επιχειρήσεων και ηλεκτρονικών συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών για να μειωθούν οι ευκαιρίες για φοροδιαφυγή.
- Μείωση του αφορολόγητου στο επίπεδο που ορίζεται από το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης έτσι ώστε όλοι οι Έλληνες να αρχίσουν να πληρώνουν ένα μικρό ποσό φόρου.
- Περικοπές λειτουργικών δαπανών ύψους 1 π.μ. του ΑΕΠ στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, εξαιρουμένων των κλάδων κοινωνικής προστασίας, υγείας και εκπαίδευσης, και, παράλληλα, εισαγωγή συγκεκριμένων και ποσοτικοποιημένων προγραμμάτων βελτίωσης της παραγωγικότητας σε όλους τους τομείς που δραστηριοποιείται το δημόσιο.
- Καθορισμός ημερομηνίας, εντός τριμήνου, υποχρεωτικής άρσης των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων των επιχειρήσεων, με τις τράπεζες να ενημερώνουν τις φορολογικές αρχές για όλες τις σημαντικού ύψους συναλλαγές.
- Εισαγωγή πιο φιλόδοξης στοχοθέτησης για την μείωση των κόκκινων δανείων, με τυχόν υστερήσεις να αντιμετωπίζονται με την αυτόματη πώληση δανείων στη δευτερογενή αγορά.
- Άμεση (αναλόγως των χρηματοοικονομικών συνθηκών στην αγορά) προσφυγή του δημοσίου στις κεφαλαιαγορές με την έκδοση ομολόγων, σε χαμηλά ποσά και σε διάφορες διάρκειες, ώστε να δημιουργηθεί μία καμπύλη αποδόσεων και να γίνουν εμφανή το κόστος της αδράνειας στην υλοποίηση, και το κέρδος από την ταχύτερη εφαρμογή, του προγράμματος.
Μια τέτοια αλλαγή πλεύσης, εάν γίνουμε πιστευτοί δεδομένης της χαμηλής αξιοπιστίας της χώρας (εξ ού και η ανάγκη για κατάλληλη προετοιμασία), αναμένεται να «ξεκλειδώσει» την ροή επενδυτικών κεφαλαίων προς την ελληνική οικονομία (Δ04, Δ05). Αυτό θα γίνει καθώς θα αλλάξουν οι προσδοκίες των επενδυτών που θα εστιάσουν πλέον στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με μεγαλύτερη σιγουριά απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Οι παρεμβάσεις που διασφαλίζουν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και βελτιώνουν το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας είναι απαραίτητη συνθήκη για την μακροχρόνια ανάταση της οικονομίας. Δεν είναι, όμως και ικανή, χωρίς, δεύτερον, να αναληφθούν σήμερα πρωτοβουλίες στο αναπτυξιακό επίπεδο, που να «κτίζουν» πάνω στην οικονομία, όπως υπάρχει και λειτουργεί, και όχι όπως θα θέλαμε να λειτουργεί στο μέλλον. Αυτό, σε μεγάλο βαθμό, σημαίνει επενδύσεις στη βάση των φυσικών πλεονεκτημάτων που μας δίνει η γεωγραφική θέση της χώρας και των διεθνώς ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων που έχουν ήδη «κτίσει» πολλές αξιόλογες ελληνικές επιχειρήσεις, που είτε ανταγωνίζονται τις εισαγωγές είτε προωθούν τις εξαγωγές τους στη διεθνή αγορά (Δ06).
Ως τέτοιες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες δεν νοούνται μόνο οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης για την αξιοποίηση κοινοτικών πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που κατανέμονται δεσμευτικά σε συγκεκριμένες δράσεις, που ούτως ή άλλως έχουν μία κάποια προστιθέμενη αξία στη μακροχρόνια περίοδο. Νοούνται περισσότερο, οι πρωτοβουλίες κυρίως της ιδιωτικής οικονομίας, χωρίς να αποκλείεται η σύμπραξη του δημοσίου όπου απαιτείται (π.χ. υποδομές), για τις οποίες η πολιτεία παρέχει ενεργό στήριξη, κυρίως σε θεσμικό επίπεδο. Πρέπει, λοιπόν, ως χώρα, πέραν όλων των άλλων που καλώς γίνονται, να εστιάσουμε σε μεγάλα αναπτυξιακά έργα που να είναι κερδοφόρα, και να απευθυνθούμε συντεταγμένα στη διεθνή επενδυτική ικανότητα για ιδιωτική χρηματοδότηση. Στο πλαίσιο αυτό, κυβέρνηση και επιχειρηματικός κόσμος, μέσα από μία διαδικασία αμφίδρομης θεσμικής διαβούλευσης αλλά και πρόσβασης στην εμπειρία μεγάλων διεθνών οίκων επενδυτικών/χρηματοοικονομικών συμβουλών, πρέπει να καταλήξουν σε ένα κατάλογο μεγάλων επενδύσεων. Η Ελλάδα έχει δυνητικά πολλά έργα υποδομών και ιδιωτικοποιήσεων προς αναζήτηση επενδυτών και χρηματοδότησης. Ένας τρόπος για να προκληθεί διεθνές επενδυτικό ενδιαφέρον είναι να προετοιμασθούν ελκυστικά έργα από άποψη πιθανής κερδοφορίας και να γίνουν γνωστά στους διεθνείς επενδυτές μέσω διοργάνωσης παρουσιάσεων στο εξωτερικό και επενδυτικών ημερίδων στην Ελλάδα. Αυτό προϋποθέτει τη συμμετοχή των μεγάλων επενδυτικών και χρηματοοικονομικών οίκων εσωτερικού και εξωτερικού, σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας, το δημόσιο φορέα για Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), και πιθανόν άλλους ενδιαφερόμενους φορείς. Στόχος είναι να προκριθούν έργα, τα οποία θα γίνουν κατά κανόνα από ιδιώτες επενδυτές και ιδιωτική χρηματοδότηση, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή του δημοσίου στο πλαίσιο ΣΔΙΤ. Κατά καιρούς, έχουν προταθεί ιδέες για μεγάλα έργα, που θα πρέπει πλέον να εξειδικευθούν, και κυρίως να προσδιοριστεί η προσδοκώμενη απόδοση για ιδιώτες επενδυτές που θα ήθελαν να συμμετάσχουν. Οι επενδύσεις θα μπορούν να γίνουν βασικά απευθείας από ιδιώτες επενδυτές ή από επενδυτικά σχήματα στα οποία θα μπορεί να συμμετέχει μειοψηφικά και το κράτος με ανάλογο κεφάλαιο, και τα οποία θα εκδώσουν ομόλογα στη διεθνή αγορά, η εξυπηρέτηση των οποίων θα βασίζεται στα έσοδα του έργου, για όσο χρόνο απαιτείται.
Ακολουθεί ενδεικτικός κατάλογος έργων, μερικά εκ των οποίων, δυνητικά, ενέχουν χαρακτηριστικά μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
- Μεταφορά της ακτοπλοΐας και της κρουαζιέρας από τον Πειραιά στο Λαύριο, με ανάλογη ανάπτυξη των μεταφορικών διασυνδέσεων με την Αθήνα και τον Πειραιά. Επέκταση του εμπορικού τμήματος του λιμανιού του Πειραιά στα Μέγαρα. Ανάπτυξη του Πειραιά ως ναυτιλιακό/χρηματοοικονομικό κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου, ναυπηγοεπισκευαστικής δραστηριότητας, ναυτιλιακών χρηματοδοτήσεων και ασφαλιστικών εργασιών, υπηρεσιών Νηογνώμονα, κ.ο.κ.
- Παραχώρηση/ΣΔΙΤ δραστηριοτήτων λιμένων, αεροδρομίων και μαρινών σε ιδιώτες επενδυτές.
- Ανάπτυξη ολοκληρωμένου δικτύου υδατοδρομίων.
- Ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικήςκαι αύξηση χωρητικότητας της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Ιταλίας.
- Δημιουργία Χρηματιστηρίου Ενέργειας Ν.Α. Ευρώπης με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
- Έξυπνα δίκτυα και μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας για ενεργειακή εξοικονόμηση σε δημόσια κτίρια, κατοικίες και επιχειρήσεις.
- Ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακών υποδομών και δίκτυο οπτικών ινών ανοικτής πρόσβασης μέχρι το σπίτι.
- Δημιουργία στο Θριάσιο του πρώτου ολοκληρωμένου πάρκου εφοδιαστικής στην Ελλάδα, διασυνδεδεμένο με το λιμάνι του Πειραιά και το τρένο.
- Δημιουργία στην Θεσσαλονίκη (Στρατόπεδο Γκόνου) του δεύτερου ολοκληρωμένου πάρκου εφοδιαστικής στην Ελλάδα, με έμφαση στα agro-logistics, διασυνδεδεμένο με το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, το τρένο, και την Εγνατία Οδό.
- Ολοκλήρωση του Βόρειου Οδικού άξονα Κρήτης.
- Ανάπτυξη συστημάτων διαχείρισης αστικών αποβλήτων, επεξεργασία λημμάτων κ.λ.π.
- Ανάπτυξη συστημάτων ύδρευσης- αποχέτευσης-άρδευσης σε όλη την χώρα με την ιδιωτικοποίηση των ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ.
- Ψηφιακές υπηρεσίες στην εφοδιαστική αλυσίδα, στις επιχειρηματικές συναλλαγές, στη Δικαιοσύνη, στα λιμάνια, στην πολεοδομία, το Κτηματολόγιο, τους Δασικούς Χάρτες, Τράπεζα Γης, Δασολόγιο, Σύστημα Διαχείρισης Δασών.
- Αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της χώρας με επενδύσεις που καθυστερούν λόγω ανεπαρκούς πλαισίου αδειοδότησης και χωροταξικού σχεδιασμού.
- Δημιουργία Τεχνόπολης στην Αττική για την εγκατάσταση ερευνητικών δραστηριοτήτων εταιρειών υψηλής τεχνολογίας και οικιστικού/εμπορικού ιστού.
- Δημιουργία Χρηματοπιστωτικού Κέντρου στην Αθήνα για την εγκατάσταση μεγάλων χρηματοοικονομικών οίκων, επενδυτικής τραπεζικής και διαχείρισης της μεγάλης περιουσίας, καθώς και ασφαλιστικών εταιρειών, για την εξυπηρέτηση πελατείας στην ευρύτερη περιοχή, με ανάδειξη του ρόλου του Χρηματιστηρίου Αθηνών, καθώς η δραστηριότητα μετατοπίζεται και προς την χώρα μας λόγω γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
- Ανάπλαση αστικών οικιστικών και εμπορικών περιοχών σε παρακμή, με την χορήγηση στοχευμένων φορολογικών κινήτρων.
- Αξιοποίηση του παραλιακού μετώπου της Αττικής (από τον Πειραιά μέχρι το Σούνιο) για οικιστική και εμπορική κατασκευαστική δραστηριότητα.
- Ανάπτυξη και προώθηση της παραθεριστικής κατοικίας, τουριστικών υποδομών εναλλακτικού τουρισμού και οικιστικών χωριών για συνταξιούχους.
- Δημιουργία Πολυχώρων Ψυχαγωγίας και Εκπαίδευσης θεματικού χαρακτήρα με βάση την Αρχαία Ελλάδα, όπως το Μουσείο Δημοκρατίας, Μουσείο Εμπορίου, Μουσείο Βιοτεχνίας κ.λ.π. που θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον τουριστών.
Εάν τα έργα αυτά γίνουν με τους ρυθμούς της δημόσιας διοίκησης και με κρατικούς πόρους (που ούτως ή άλλως δεν υπάρχουν), τότε θα πρέπει να περιμένουμε για δεκαετίες (ή όταν ο Αντετοκούνμπο γίνει παππούς, κατά το ευφυολόγημα Τσακαλώτου σε σχέση με την πρόβλεψη Thomsen για την πτώση της ανεργίας), ενώ η οικονομία θα φυτοζωεί και οι νέοι άνθρωποι θα φεύγουν για να δουλέψουν στο εξωτερικό. Γι’ αυτό, λοιπόν, πρέπει να επιδιωχθεί όλα αυτά τα έργα να γίνουν με ιδιωτικά κεφάλαια που θα δημιουργήσουν οικονομική δραστηριότητα για όλους, και ιδίως για τις επιχειρήσεις που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα. Δεν είναι θέμα κατανομής δημοσίων πόρων. Είναι θέμα δημιουργίας ευκαιριών για να γίνουν επενδύσεις και να ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας. Γιατί αυτός πρέπει να είναι ο στόχος κάθε κοινωνίας. Μία δίκαιη κοινωνία, πάνω απ’ όλα, προσφέρει αξιοπρέπεια στα μέλη της. Και ένας από τους κυριότερους τρόπους που ο άνθρωπος αποκτά αξιοπρέπεια είναι να έχει μία δουλειά ή ένα επάγγελμα, που του δίνει τη δυνατότητα να στηρίξει τον εαυτό του, και όχι να εξαρτάται από την οικογένειά του ή το κράτος για να επιβιώσει. Συνεπώς, η κορυφαία προτεραιότητα για οποιαδήποτε κυβέρνηση είναι η δημιουργία ευκαιριών για επικερδή απασχόληση.