ΣΕΒ: Προτάσεις πολιτικής για την ενθάρρυνση των παραγωγικών επενδύσεων

Ο ΣΕΒ εκπόνησε μια ολοκληρωμένη δέσμη προτάσεων, που συνιστά μια ριζικά διαφορετική προσέγγιση για την ενθάρρυνση επενδύσεων μεσαίας και μεγάλης κλίμακας μέσα από δημοσιονομικά ουδέτερες, ή και θετικές, παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν παραγωγικές επενδύσεις για κάθε επιχειρηματικό και επενδυτικό μέγεθος, με στόχο τη σταδιακή αλλαγή του ελληνικού παραγωγικού υποδείγματος.

Οι προτάσεις θα παρουσιαστούν το επόμενο διήμερο στο βιομηχανικό συνέδριο που διοργανώνει ο Σύνδεσμος, μαζί με έρευνα για τη συνεισφορά της βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία σύμφωνα με την οποία η βιομηχανία καλύπτει το 90% των εξαγωγών προϊόντων και απασχολεί άμεσα ή έμμεσα 1.000.000 εργαζόμενους.

 
Θ. Φέσσας: «Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο»

Σύμφωνα με εισαγωγική τοποθέτηση του προέδρου του ΣΕΒ Θ. Φέσσα «η ασκούμενη οικονομική πολιτική δεν πληροί τις προϋποθέσεις για ταχεία επενδυτική κινητοποίηση, δεδομένου ότι :

  • Δυσκολεύεται να λειτουργήσει ανταγωνιστικά στο διεθνή επενδυτικό καταμερισμό.
  • Αδυνατεί να συμβάλει ουσιαστικά στην αναπτυξιακή στροφή, που επείγει περισσότερο από ποτέ.
  • Θέτει φραγμούς στις δυνατότητες ανταγωνιστικής δραστηριοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές.
  • Αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους αδυναμίας προσέλκυσης μεσαίας και μεγάλης κλίμακας παραγωγικών επενδύσεων και δυσχεραίνει τις προοπτικές παραγωγικής μεγέθυνσης των επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

Η ανάκαμψη της οικονομίας, η δημιουργία υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και σταθερών θέσεων εργασίας κατά τα επόμενα χρόνια, περνάει μέσα από την παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων, τη δυναμική ενθάρρυνση δραστηριοτήτων που δημιουργούν προστιθέμενη αξία, τις εξαγωγές, την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία. Απαραίτητη προϋπόθεση και κοινός τόπος όλων αυτών είναι οι επενδύσεις. Όμως, οι επενδύσεις επηρεάζονται άμεσα από το επιχειρηματικό περιβάλλον, το φορολογικό σύστημα, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και την ασφάλεια δικαίου. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, συνδέονται και με τον λεγόμενο «εθνικό κίνδυνο». Ειδικά στην Ελλάδα, για να καλυφθεί το μέγεθος της απο-επένδυσης των προηγούμενων ετών, υπολογίζουμε στον ΣΕΒ, ότι απαιτούνται τουλάχιστον €100 δισ. νέων επενδύσεων. Η επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και η επιστροφή στην ανάπτυξη προϋποθέτει την υλοποίηση ευρύτατου πλέγματος ρηξικέλευθων πολιτικών και προσεγγίσεων. Είναι επείγουσα ανάγκη η επιτάχυνση αυτής της διαδικασίας με ένα νέο υπόδειγμα επενδυτικών κινήτρων και ένα αναπτυξιακό αντίβαρο στην υπερ-φορολόγηση. Αν θέλουμε να ενθαρρύνουμε παραγωγικές δραστηριότητες που δημιουργούν προστιθέμενη αξία, οικονομικές αποδόσεις για τις επιχειρήσεις, θέσεις εργασίας, αναστροφή του brain drain και πρόσθετα δημόσια έσοδα, χρειαζόμαστε μια ανατροπή του παραγωγικού υποδείγματος. Ο ΣΕΒ, σε συνεργασία με ομάδα εμπειρογνωμόνων, εκπόνησε μια δέσμη προτάσεων, που συνιστά μία ριζικά διαφορετική προσέγγιση για την ενθάρρυνση επενδύσεων μεσαίας και μεγάλης κλίμακας μέσα από δημοσιονομικά ουδέτερες, ή και θετικές, παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν παραγωγικές επενδύσεις για κάθε επιχειρηματικό και επενδυτικό μέγεθος, με στόχο τη σταδιακή αλλαγή του ελληνικού παραγωγικού υποδείγματος. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο. Οι συνταγές του παρελθόντος έχουν εξαντλήσει τις δυνατότητές τους. Η ευρωπαϊκή εμπειρία είναι γεμάτη από παραδείγματα ρηξικέλευθων και καινοτόμων παρεμβάσεων που σηματοδότησαν στροφή προς παραγωγική επανεκκίνηση και αποτέλεσαν σημεία καμπής. Η πρόταση του ΣΕΒ συνιστά μία τέτοια παρέμβαση που θα επιτρέψει να ατενίσουμε το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία και προοπτικές ευημερίας.»

 
Η ανάγκη ενθάρρυνσης επενδύσεων

Η δραματική εξέλιξη της παραγωγικής βάσης σήμερα συνοψίζεται στη μείωση >50% στον σχηματισμό παγίου κεφαλαίου σε σχέση με την προ της κρίσης περίοδο, γεγονός που έχει οδηγήσει σε αρνητικό καθαρό πάγιο κεφάλαιο το σύνολο της ιδιωτικής οικονομίας. Φαινόμενο αρνητικού σχηματισμού παγίου κεφαλαίου παρατηρείται σε άλλες χώρες εν μέσω κρίσης (Ιταλία:-45%, Κύπρος:-1,6%, Πορτογαλία:-12%), αλλά σε περιορισμένη χρονική έκταση. Έτσι, η Ελλάδα είναι σήμερα μία ακραία περίπτωση αποεπένδυσης, με τις καθαρές (μετά από αποσβέσεις) επενδύσεις το 2014 να διαμορφώνονται σε -8,3% του ΑΕΠ. Η τόνωση της εσωτερικής ζήτησης από μόνη της ούτε επαρκεί, ούτε αποτελεί αναπτυξιακό οδηγό. Μία μεγάλη επενδυτική κινητοποίηση σε δραστηριότητες με εξωστρέφεια, καινοτομία, οικονομίες κλίμακας και νέες θέσεις εργασίας είναι επείγουσα. Σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς του ΣΕΒ, για να εξισορροπήσουμε την αποεπένδυση που έχει υποστεί η οικονομία απαιτείται ένα επενδυτικό σοκ τουλάχιστον €100 δισ. μέχρι το 2020. Οι επενδύσεις πλέον δεν επαρκούν ούτε για τη συντήρηση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, με τις περίπου €-12 δισ. (αρνητικές) καθαρές επενδύσεις ετησίως (με στοιχεία 2014) να δυσχεραίνουν κάθε δυνατότητα στέρεας ανάκαμψης της παραγωγής. Σε αντιδιαστολή το νέο ΕΣΠΑ (πλην αλιείας) δεν ξεπερνά τα €15 δισ. Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι οι δημόσιοι πόροι δεν επαρκούν για να καλυφθεί το κενό. Όμως τα σημερινά εργαλεία ενθάρρυνσης επενδύσεων έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο τους (πχ οι «αναπτυξιακοί» νόμοι), ενώ τα κίνητρα των φορολογικών κωδικών δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα. Αντί αυτών, απαιτείται βαθιά τομή στη φορολογική πολιτική με μία νέα επενδυτική λογική σε δύο κατευθύνσεις:

  • Δυναμική ενθάρρυνση δραστηριοτήτων που δημιουργούν προστιθέμενη αξία μέσα από προσέλκυση επενδύσεων ευρείας παραγωγικής επανεκκίνησης. Λόγω κλίμακας οι δραστηριότητες αυτές αποτελούν την αιχμή της παραγωγικής ανασυγκρότησης.
  • Ενεργητικές πολιτικές ενθάρρυνσης δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας. Βασίζονται σε επενδύσεις βραδύτερης απόδοσης, όπου η κεφαλαιοποίηση της γνώσης είναι προϋπόθεση για νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

O ΣΕΒ εισηγείται μία ριζικά διαφορετική προσέγγιση ενθάρρυνσης επενδύσεων και θέσεων εργασίας μέσα από μία «έξυπνη» φορολογική λογική που ξεφεύγει από τη διαδικασία ποσοτικής κατανομής βαρών βάσει εισοδημάτων και ποσοστών και επιτρέπει έναν ενάρετο κύκλο πραγματικής αξιοποίησης, επανεπένδυσης και πολλαπλασιασμού των δημόσιων και ιδιωτικών πόρων, ταυτόχρονα με την άρση των αντικινήτρων. Η δημοσιονομικά ουδέτερη πρόταση στοχεύει στην κινητοποίηση των οικονομικά αποδοτικών επενδύσεων μεσαίας και μεγαλύτερης κλίμακας σε παραγωγικούς τομείς, υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας και υψηλής παραγωγικότητας. Προτείνει ενεργητικές πολιτικές αντί για την αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης που είναι ατελέσφορη για τα δημόσια έσοδα και παρακινδυνευμένη για το μέλλον των επιχειρήσεων. Η πρόταση συμβαδίζει με τη δημιουργία προστιθέμενης αξίας, νέων θέσεων εργασίας, εξωστρέφειας, επιχειρηματικής αριστείας, καλύτερης οργάνωσης της παραγωγικής βάσης, παραγωγικών δικτύων γύρω από οργανωμένες επιχειρήσεις, κτλ.

 
Στο πλαίσιο αυτό οι πυλώνες ενθάρρυνσης διαφόρων επενδυτικών μεγεθών είναι:

1.Οριζόντια ενθάρρυνση των οικονομικά αποδοτικών επενδύσεων μεσαίας και μεγαλύτερης κλίμακας, σε παραγωγικούς τομείς και σε υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας. Μεταστροφή από την αναποτελεσματική πρακτική των επιχορηγήσεων με μία νέα φορολογική λογική που επιβραβεύει έναν ενάρετο αναπτυξιακό κύκλο (α) διαρκούς επιβράβευσης κερδών άρα φορολογικών εσόδων (β) μετασχηματισμού τους σε παραγωγικές επενδύσεις (γ) δημιουργίας πρόσθετων κερδών, άρα νέων φορολογικών εσόδων. Η πρόταση επιδιώκει μία επενδυτική κινητοποίηση μέσα από τη δυνατότητα μεταφερόμενης υπερ-έκπτωσης νέου capex σε ποσοστό 200%, συμπληρωματικά με μειωμένο φορολογικό συντελεστή (πχ 20%) σε περίπτωση επανεπένδυσης κερδών.

2.Ενθάρρυνση εμβληματικών επενδύσεων (κάθετο κίνητρο) σε τεχνολογία, υποδομές, περιβάλλον, βιομηχανία, μεταποίηση κτλ, που δημιουργούν θετικές εξωτερικές επιδράσεις, πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και νέες θέσεις εργασίας. Προτείνεται η θέσπιση ανταγωνιστικής και σταθερής φορολόγησης δεκαετούς διάρκειας. Ενδεικτικά, για capex >€100 εκ. η φορολογία μειώνεται στο 20%, ομοίως, για >1.000 νέες προσλήψεις.

3.Οριζόντια ενθάρρυνση επενδύσεων σε επιταχυντές της ανάπτυξης

-Εγκατάσταση στην Ελλάδα επιχειρηματικών κέντρων, κέντρων logistics, μονάδων κοινών υπηρεσιών R&D κτλ. Έως σήμερα, η Ελλάδα δεν έχει αποδειχθεί ελκυστικός προορισμός. Με αιχμή τη φορολογική προβλεψιμότητα, η πρόταση επιδιώκει να προσελκύσει δυναμικά τέτοιου είδους διεθνείς δραστηριότητες. Η διατήρηση σταθερών περιθωρίων για 15 έτη και η φορολογική ελάφρυνση κατά 50% για νέες θέσεις, ενθαρρύνει τη δυναμική αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της χώρας (πχ γεωγραφική θέση, υψηλό επίπεδο κατάρτισης, συμμετοχή στην ΕΕ, κτλ).

-Επενδύσεις σε έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία. Μέσα από μια οριζόντια ενεργητική φορολογική λογική, δίνονται ισχυρά κίνητρα μετασχηματισμού του R&D σε συστατικό ανταγωνιστικότητας και νέων θέσεων εργασίας. Η πρόταση αφορά σε υπερ-εκπτώσεις δαπανών R&D που ανεβάζουν το φορολογικό όφελος σε 35% από το 8,7% σήμερα, ταυτόχρονα με τη διεύρυνση του ορισμού των δαπανών R&D που εκπίπτουν. Επίσης, για την ενθάρρυνση των ευρεσιτεχνιών, προτείνεται η τελική φορολόγηση (effective tax rate) των εσόδων από καινοτομία, να κυμανθεί κάτω από 10%. Με την παρέμβαση αυτή, η Ελλάδα γίνεται σαφώς ελκυστικότερος προορισμός δραστηριοτήτων καινοτομίας.

-Εξορθολογισμός μεταφοράς ζημιών. Πληθώρα Ελληνικών εταιρειών συσσωρεύουν ζημίες και αυτό θα συνεχιστεί αν δεν ανατραπεί το δυσχερές περιβάλλον. Η πρόταση μετατρέπει τη φορολογία σε αναπτυξιακό μοχλό, επιτρέποντας τη μεταφορά οικονομικών ζημιών σε 12 έτη (έναντι 5 ετών σήμερα) και μέχρι του 70% των κερδών. Η αξιοποίηση φορολογικών χειρισμών διευκολύνει την ανάκτηση ανταγωνιστικότητας και την επαναφορά σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

4.Άρση αντικινήτρων για την αναστροφή του επενδυτικού κλίματος

-Φορολογικός έλεγχος των ανελέγκτων χρήσεων. Με βάση τα εξαιρετικώς θετικά αποτελέσματα του φορολογικού πιστοποιητικού, προτείνεται η συνέχιση της εφαρμογής τουλάχιστον το ίδιο αποδοτικών μηχανισμών για τον έλεγχο όλων των έως σήμερα ανέλεγκτων χρήσεων. Από έρευνα της ΕΛΤΕ, για το 2011-2014, προκύπτει σημαντική αύξηση συμμόρφωσης των εταιρειών (σε ποσοστό 92%) και των φόρων που εισπράττει το Δημόσιο από τη διεύρυνση της ετήσιας φορολογικής βάσης (κατά €1,46 δισ. κατά μέσο όρο), με όφελος για το δημόσιο κατά περίπου €400 εκ. ετησίως.

-Σύσταση περιφερειακών επιτροπών επίλυσης εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων. Οι περιφερειακές επιτροπές με αυξημένες αρμοδιότητες επίλυσης των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων, πέραν της αποσυμφόρησης των δικαστηρίων και των εφοριών, εκτιμάται πως θα αποφέρει δημόσια έσοδα της τάξης των €150 – 200 εκ. iii. Άρση των άμεσων και έμμεσων φόρων στην παραγωγή. Επανεξέταση των ειδικών φόρων επί των ενεργειακών προϊόντων βιομηχανικής χρήσης και προσαρμογή στα ελάχιστα επίπεδα που προβλέπει η σχετική ευρωπαϊκή οδηγία και κατάργηση του ει- δικού φόρου κατανάλωσης στο φυσικό αέριο ηλεκτροπαραγωγής.

5.Ταχύτερες και διαφανείς διαδικασίες ένταξης, ελέγχου και πιστοποίησης των επενδύσεων, είτε από ειδικούς επιθεωρητές – ελεγκτές, είτε με μετατροπή των ελέγχων φυσικού αντικειμένου σε φορολογικούς ελέγχους.

6.Αποτελεσματικός συντονισμός δημόσιας χρηματοδότησης μέσα από τη δημιουργία ανεξάρτητου συντονιστικού μηχανισμού και αξιοποίησης μείγματος ανακυκλούμενων εργαλείων (πχ δάνεια επιμερισμού κινδύνου, εγγυήσεις, factoring, συν-επενδύσεις, ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων, microfinance, κτλ), κυρίως σε ΜΜΕ.

Σχετικά Άρθρα