ΣΕΒ: “Το τέλος της αβεβαιότητας;”

Η κυβέρνηση αποφάσισε, έστω και όψιμα, να ακολουθήσει μία οικονομική πολιτική σύγκλισης και σταθεροποίησης, στο πλαίσιο της επιτευχθείσας συμφωνίας στη Σύνοδο Κορυφής για το Ευρώ στις 12/7/2015. Η υφεσιακή διάσταση του υπό διαπραγμάτευση νέου προγράμματος προσαρμογής αναμένεται, όμως, να είναι ενισχυμένη, και οι κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις αυξημένες, καθώς η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει ήδη ανεργία 25% ενώ η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων έχει ήδη οδηγήσει πολλές ελληνικές επιχειρήσεις σε παραγωγική απραξία λόγω ασυνεχειών στην εφοδιαστική αλυσίδα που προκαλεί η υπολειτουργία του συστήματος πληρωμών της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, η ομαλοποίηση των συνθηκών ρευστότητας στην οικονομία είναι εκ των ων ουκ άνευ και προϋποθέτει πιστή εφαρμογή του προγράμματος. Μόνον έτσι θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη του κοινού στο τραπεζικό σύστημα, που έχει τρωθεί και είναι δύσκολο να ανακάμψει λόγω έντονων προσδοκιών για ενδεχόμενο “κούρεμα” καταθέσεων. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι μάλλον απίθανο ενώ και η υιοθετηθείσα οδηγία για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ρητά προβλέπει την δυνατότητα εξαίρεσης όλων των καταθέσεων σε περίπτωση υψηλού συστημικού κινδύνου πρόκλησης αναταραχής στην οικονομία. Μετά τις 20 Αυγούστου 2015, η πιστή εφαρμογή των προαπαιτούμενων δράσεων του προγράμματος και η εμπρόθεσμη πληρωμή των υποχρεώσεων της χώρας προς το εξωτερικό αναμένεται να ωθήσει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει την παροχή ρευστότητας μέσω του ELA και έτσι να οδηγήσει σε διευθέτηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει το συναλλακτικό κοινό και οι επιχειρήσεις.

 
• Αν και οι οι μακροχρόνια άνεργοι συνεχίζουν να αυξάνουν, οι εποχικοί επιδοτούμενοι μειώνονται στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2013 ενόψει της τουριστικής περιόδου. Τα έσοδα από τουριστικό συνάλλαγμα αυξάνονται 15% σε ετήσια βάση, συνεπικουρώντας την άποψη ότι πριν την εισαγωγή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων η τουριστική περίοδος είχε ιδιαίτερα θετική δυναμική. Αντίθετα, η δυναμική των εξαγωγών όπως και του κύκλου εργασιών της μεταποίησης εκτός καυσίμων υποχωρούσε ήδη τον Μάιο την ώρα που οι εισαγωγές αυξάνονταν, πιθανώς λόγω αποθεματοποίησης εξαιτίας της πολιτικής αβεβαιότητας.

 
• Καθώς συνεχίζονται με μεγάλη ένταση οι πρόωρες και με γενναιόδωρους όρους συνταξιοδοτήσεις, ο χωρίς αναβολή αποκλεισμός της δυνατότητας αυτής επιβάλλεται για τη μεταφορά των αναλογούντων πόρων προς τους πραγματικούς απόμαχους της κοινωνίας μας.

• Η λογική των αγορών

Η ελληνική οικονομία, επιχειρηματικότητα και εργασία, βρίσκονται σε μία ιδιότυπη ομηρεία, σημειώνει σχετική ανάλυση του εβδομαδιαίου δελτίου για την ελληνική οικονομία του ΣΕΒ. Και αυτά συμβαίνουν,συνεχίζει, παρά την συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής για το Ευρώ της 12/7/2013, με την οποία απεφεύχθη η έξοδος της Ελλάδος από την Ευρωζώνη. Έκτοτε, η πρόοδος προς την ομαλοποίηση των σχέσεών μας με τους Ευρωπαίους εταίρους υπήρξε ταχεία κάτι που αναγνωρίζουν και οι αγορές όπως δείχνει η πρόσφατη αναβάθμιση της αξιολόγησης της χώρας από την Standard and Poors. Σημειώνεται εν προκειμένω, η ανάληψη πρωτοβουλιών για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης, με την υιοθέτηση από την ελληνική Βουλή σημαντικότατων μέτρων, φορολογικών (ΦΠΑ, φορολογία επιχειρήσεων, έκτακτη εισφορά, κ.α.) αλλά και διαρθρωτικών (οδηγία για την Ανάκαμψη και Εξυγίανση Τραπεζών και μεταρρύθμιση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας κ.α.). Η χορήγηση δανείου-γέφυρας €7,16 δισ. από τον EFSM προς την Ελλάδα, με ενέχυρο τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών του 2014 από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων (€1,9 δισ.) για την κάλυψη του κινδύνου αθέτησης πληρωμών από την Ελλάδα έναντι κρατών-μελών εκτός Ευρωζώνης. Η εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το ΔΝΤ και την ΤτΕ (€2,1 δισ.) και η εξυπηρέτηση χρέους ύψους €3,5 δισ. προς την ΕΚΤ στις 20/7/20151. Και, τέλος, η αύξηση του ορίου του ELA κατά €1,8 δις συνολικά στις 22/7/2015, αλλά και το άνοιγμα των τραπεζών από 20/7/2015 όσον αφορά στις συνήθεις τραπεζικές εργασίες.

Παρόλα αυτά, η ασφυξία ρευστότητας που επικρατεί στην αγορά λόγω της συνεχιζόμενης εφαρμογής των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων που επεβλήθησαν από την αποφράδα ημέρα της Δευτέρας 29/6/2015 έχει προκαλέσει παράπλευρες απώλειες στις εισαγωγές πρώτων υλών και το σύστημα πληρωμών της χώρας, θέτοντας τεράστια εμπόδια στην παραγωγή και τον εφοδιασμό της αγοράς.

Τα αποθέματα πρώτων υλών και τελικών προϊόντων εξαντλούνται και οι επιχειρήσεις καταφεύγουν σε δημιουργικές πρακτικές για την κατανομή της απασχόλησης στις διαθέσιμες γραμμές παραγωγής. Αργά ή γρήγορα, όμως, οι απώλειες στην παραγωγή και την απασχόληση θα αποκτήσουν πιο μόνιμο χαρακτήρα, με καταλυτικές συνέπειες για το διαθέσιμο εισόδημα, που έχει ήδη αρχίσει να συρρικνώνεται χωρίς καν να έχει αυξηθεί ακόμη το φορολογικό βάρος από το νέο πρόγραμμα.

Θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο πλέον ότι η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας το β’ εξάμηνο του 2015 θα αγγίξει υψηλό μονοψήφιο αριθμό ύφεσης, καθώς οι φόροι εισοδήματος και περιουσίας θα αρχίσουν με σημαντική καθυστέρηση να πληρώνονται την περίοδο αυτή, η οποία θα επιβαρυνθεί και από τις αυξήσεις στον ΦΠΑ, την έκτακτη εισφορά, την φορολογία επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών και αγροτών, και τις εισφορές υγείας επί των κύριων και των επικουρικών συντάξεων.

Η αποκατάσταση επαρκούς ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα είναι συνάρτηση της αποκατάστασης της εμπιστοσύνης του κοινού προς τις τράπεζες. Η εμπιστοσύνη έχει τρωθεί α) από την πολιτική αβεβαιότητα που άρχισε να εμφανίζεται στο β’ εξάμηνο του 2014 λόγω της αβελτηρίας στην ολοκλήρωση της 5ης αξιολόγησης του προγράμματος και συνεχίστηκε μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιανουαρίου 2015 και τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, β) από το πρωτοφανές φαινόμενο για τα σύγχρονα ελληνικά χρονικά του κλεισίματος των τραπεζών και της επιβολής περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, μετά την διακοπή των διαπραγματεύσεων που ώθησε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παγώσει τον ELA και την ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει την επιβολή περιορισμών ώστε να διαφυλαχθεί η όποια διαθέσιμη ρευστότητα, και γ) από την προσδοκία ότι επίκειται «κούρεμα» καταθέσεων κατ’ αναλογία με τα γεγονότα στην Κύπρο το 2013 και σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της κοινοτικής οδηγίας για την ανάκαμψη και εξυγίανσης τραπεζών (BRRD-Bank Recovery and Resolution Directive), στην οποία προβλέπεται υπό προϋποθέσεις “κούρεμα” καταθέσεων.

Η υποχρέωση ενσωμάτωσης της οδηγίας BRRD περιελήφθη στα προαπαιτούμενα για την έναρξη διαπραγματεύσεων για το νέο πρόγραμμα στη δήλωση της Συνόδου Κορυφής για το Ευρώ της 12/7/2013 (που προβλέπει ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών με ένα ποσό που κυμαίνεται από €10 έως €25 δισ.).

Σημειώνεται ότι με την οδηγία αυτή, που υιοθετήθηκε από την ελληνική Βουλή στις 22/7/2015, επιδιώκεται καταρχήν η διάσωση τραπεζών να μην γίνεται με χρήματα φορολογουμένων. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η χρήση περιορισμένης μόνον έκτασης δημοσίων πόρων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και το ελληνικό δημόσιο, για την απευθείας κεφαλαιοποίηση τραπεζικών ιδρυμάτων, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι πρώτα έχει επιτευχθεί υποχρεωτικά αναδιάρθρωση παθητικού (bail-in) με απομείωση αξίας ή/και μετατροπή σε κοινές μετοχές επιλέξιμων υποχρεώσεων, περιλαμβανομένων των μη εγγυημένων καταθέσεων, που ορίζονται ως οι καταθέσεις άνω των €100 χιλ. ανά καταθέτη ανά τράπεζα, προηγουμένων των μετόχων και των κατόχων τραπεζικών ομολόγων.

Εκτιμάται ότι το συνολικό ποσό των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα άνω των €100 χιλ. ανά καταθέτη ανέρχεται σε €30 δισ. grosso modo, κατανεμημένο κυρίως σε καταθέσεις ιδιωτών, αλλά και επιχειρήσεων.

Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα, κατά την εξυγίανση ελληνικών τραπεζών (Αγροτική, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, Proton, συνεταιριστικές τράπεζες), οι καταθέσεις ετίθεντο σε καθεστώς πλήρους προστασίας και ήταν διαθέσιμες ανά πάσα στιγμή.

Σημειώνεται ότι η πιθανότητα “κουρέματος” καταθέσεων είναι πολύ μικρή στο ελληνικό περιβάλλον καθώς αφορά σε όλο το τραπεζικό σύστημα (μεγάλος συστημικός κίνδυνος).

Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται ότι η αρχή εξυγίανσης μπορεί να εξαιρεί από τις επιλέξιμες υποχρεώσεις τις καταθέσεις φυσικών προσώπων και πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, λόγω κινδύνου σοβαρής διαταραχής και πρόκλησης μεγάλης αναστάτωσης στην οικονομία. Από την ανάλυση αυτή καθίσταται πλέον προφανές ότι οι επιλογές μιας χώρας στην σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία, και της Ελλάδας ειδικότερα ως μέλους της Ευρωζώνης, δεν είναι δυνατόν να αποκλίνουν από τους κανόνες των αγορών ή/και τους κανόνες που διέπουν την λειτουργία της νομισματικής ένωσης στην Ευρώπη και που αποσκοπούν στην διασφάλιση της σταθερότητας του Ευρώ.

Το τελευταίο δεν είναι μόνο το εθνικό νόμισμα της Ελλάδας αλλά και εκατομμυρίων άλλων Ευρωπαίων και, συνεπώς, αντικείμενο κοινής επιμέλειας και φροντίδας.

Η εφαρμογή, λοιπόν, ασύμβατης με την μακροοικονομική σταθερότητα οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα οδηγεί σε αδυναμία δανεισμού από τις αγορές και την έξοδο καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα (άνω των €35 δισ. έφυγαν από τις ελληνικές τράπεζες στο τελευταίο δεκάμηνο).

Είναι δε αδιανόητο να καλλιεργείται η ψευδαίσθηση ότι μπορούν να παραβιάζονται ατιμωρητί οι κανόνες της αγοράς, που ούτως ή άλλως απλώς συνάδουν με την απλή λογική, που ισχύει σε οποιοδήποτε σύστημα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, ότι δηλαδή δεν μπορείς κατά κανόνα να ξοδεύεις παραπάνω απ’ όσα βγάζεις.

Κάθε προσπάθεια να παραβιασθούν οι κανόνες αυτοί με μαγικές συνταγές εξεύρεσης κεφαλαίων, ρευστότητας, κ.λ.π., ανέξοδα και δημιουργικά (όπως με την λυδία λίθο στον Μεσαίωνα), καταλήγει στο τέλος στην καταστροφή της οικονομίας και την εξαθλίωση των ασθενέστερων.

Προκύπτει, έτσι, αβίαστα ότι η παραμονή της χώρας μας στην Ευρωζώνη συναρτάται πλέον από την εφαρμογή του νέου προγράμματος για την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε καθεστώς μακροοικονομικής σταθερότητας, που διαταράχθηκε σοβαρά μετά από αδόκιμους πειραματισμούς εφαρμογής ανεξάρτητης, κατά το δοκούν, οικονομικής πολιτικής τους τελευταίους 12 μήνες.

Η υλοποίηση του προγράμματος είναι απαραίτητη προϋπόθεση και για την ανασυγκρότηση της καταθετικής βάσης των ελληνικών τραπεζών προς τα προηγούμενα υψηλότερα επίπεδα, καθώς δεν υπάρχει απεριόριστη δυνατότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει περαιτέρω την έκθεσή της στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα πέραν κάποιου ορίου.

Η προσπάθεια πλέον που πρέπει να καταβληθεί από την χώρα μας είναι τεράστια μιας και, όχι μόνο πρέπει να ανταπεξέλθουμε στις προκλήσεις, κοινωνικές και οικονομικές, της λιτότητας που θα συνοδεύει το πρόγραμμα προσαρμογής, αλλά και διότι η προσπάθεια αυτή ξεκινά με την ανεργία να βρίσκεται ήδη στο 25% και την εμπιστοσύνη του κοινού στο τραπεζικό σύστημα να είναι σοβαρά τραυματισμένη. Επιπλέον, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων τείνουν να οξύνουν το πρόβλημα λειτουργίας των ελληνικών επιχειρήσεων, η ανταγωνιστικότητα των οποίων ήδη υποφέρει από υψηλό μη μισθολογικό κόστος εργασίας, κόστος χρήματος και ενέργειας, καθώς και από διοικητικές ρυθμίσεις στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και στρεβλώσεις στον ελεύθερο ανταγωνισμό. Είναι, λοιπόν, εκ των ων ουκ άνευ να προστατευθούν οι προσδοκίες των ιδιωτών και των επιχειρήσεων ότι η πορεία θα παραμείνει αταλάντευτη σε αυτήν την 3η και ίσως τελευταία ευκαιρία που δίδεται στην χώρα μας για να γίνει μία κανονική χώρα με κανονική οικονομία σε μία παγκόσμια αγορά που δεν συγχωρεί ιδιαιτερότητες.

Σχετικά Άρθρα