ΣΕΒ: Χρειάζεται αποφασιστική αλλαγή πολιτικής με κεντρική στόχευση την προσέλκυση επενδύσεων

Η ανάπτυξη στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές υπηρεσιών και τις επενδύσεις, χωρίς ωστόσο να αλλάζει ουσιαστικά η παραγωγική δομή της οικονομίας, την ώρα που η βελτίωση της παραγωγικότητας ανακόπτεται και η υποκατάσταση εισαγωγών υποτονική. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση παραμένει αναιμική, κυρίως λόγω της υπερφορολόγησης, επισημαίνει στο Μηνιαίο δελτίο οικονομικής δραστηριότητας του ο ΣΕΒ. Όπως σημειώνει: Η ανάκαμψη αυτή δεν είναι βιώσιμη, ιδίως όταν στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον εμφανίζονται συνεχώς νέες πηγές αβεβαιότητας. Χρειάζεται αποφασιστική αλλαγή πολιτικής, με κεντρική στόχευση την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της εξωστρέφειας, ώστε τα οφέλη της ανάπτυξης να διαχυθούν σε όλη την οικονομία, δημιουργώντας νέες δουλειές και σταθερά εισοδήματα. Αναλυτικά:

Η οικονομία παραμένει σε τροχιά ανάκαμψης αλλά με επιβραδυνόμενο ρυθμό

 
Η ανάκαμψη της οικονομίας συνεχίστηκε το 1ο τρίμηνο του 2019, με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ να παρουσιάζει, ωστόσο, αποδυνάμωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, κατά το 1ο τρίμηνο του 2019 ο ρυθμός ανάπτυξης διαμορφώθηκε σε +1,3%, έναντι +2,6% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +1,9% συνολικά το 2018. Η αποδυνάμωση αυτή οφείλεται κυρίως στην εξασθένιση της δυναμικής των εξαγωγών αγαθών (-0,7% έναντι +11,1% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +8,4% συνολικά το 2018) και στην ταχύτερη άνοδο των συνολικών εισαγωγών (+9,5% έναντι πτώσης -7,5% το 1ο τρίμηνο του 2018 και αύξησης +4,2% συνολικά το 2018). Έτσι, η συμβολή των καθαρών εξαγωγών στην αύξηση του ΑΕΠ ήταν αρνητική κατά -1,9 π.μ. (Δ01 και Δ02). Αντίθετα, οι επενδύσεις, περιλαμβανομένης της μεταβολής αποθεμάτων, εμφανίζουν άνοδο +21,2%, έναντι υποχώρησης -23,2% το 1ο τρίμηνο του 2018 και αύξησης +1,8% συνολικά το 2018, συμβάλλοντας θετικά κατά +3,4 π.μ. στην αύξηση του ΑΕΠ. Σημειώνεται ότι η μεγάλη υποχώρηση των επενδύσεων κατά το 1ο τρίμηνο του 2018 ήταν αποτέλεσμα της πτώσης των εισαγωγών πλοίων, η οποία είχε αποτυπωθεί στη μείωση των επενδύσεων σε μεταφορικό εξοπλισμό (-56%). Η συγκυριακή αυτή επίδραση αποτυπώνεται και στα στοιχεία του 1ου τριμήνου του 2019, με τις επενδύσεις σε μεταφορικό εξοπλισμό να εμφανίζουν άνοδο +19%. Την ίδια ώρα, οι επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό αυξήθηκαν κατά +2,6% (έναντι +22,7% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +15,9% συνολικά το 2018), ενώ παράλληλα οι επενδύσεις σε κατοικίες συνέχισαν να κινούνται σε θετικό έδαφος (+6,4%), τροφοδοτούμενες κατά μεγάλο μέρος από την άνοδο του τουρισμού και τη διάδοση της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Τέλος, οι επενδύσεις σε λοιπές κατασκευές εμφάνισαν ανάκαμψη (+10,9%), κυρίως λόγω της επιτάχυνσης των δημοσίων κατασκευών (Δ03). Από την πλευρά της καταναλωτικής δαπάνης, η ιδιωτική κατανάλωση συνεχίζει να ανακάμπτει με σχετικά αργούς ρυθμούς (+0,8%, έναντι +0,5% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +1,1% συνολικά το 2018), καθώς το εισόδημα των νοικοκυριών δέχεται πιέσεις από την υπερφορολόγηση. Αντίθετα, η υποχώρηση της δημόσιας κατανάλωσης συνεχίστηκε με εντονότερο ρυθμό (-4,1%, έναντι -0,3% το 1ο τρίμηνο του 2018 και -2,5% συνολικά το 2018), αντανακλώντας την περικοπή δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Από την πλευρά της προσφοράς, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία αυξήθηκε κατά +0,3% το 1ο τρίμηνο του 2019 (έναντι +2,2% το 1ο τρίμηνο του 2018), με τις κατασκευές (+32,2%), το εμπόριο μαζί με τις μεταφορές και τον τουρισμό (+2,5%), τη μεταποίηση(+0,2%) και τις επαγγελματικές υπηρεσίες (+1,8%) να κινούνται σε θετικό έδαφος. Στους υπόλοιπους κλάδους η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία μειώθηκε, με τις μεγαλύτερες απώλειες να καταγράφονται στις τράπεζες (-10,6%) και στην ενημέρωση και επικοινωνία (-2,3%, Δ04 και Δ05).

Την ίδια ώρα, η παραγωγικότητα της εργασίας σημείωσε αρνητική μεταβολή (-1,8%, έναντι αύξησης +0,6% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +0,1% συνολικά το 2018), με τις ονομαστικές αυξήσεις στους μισθούς ανά μισθωτό να διαμορφώνονται σε +0,4% (έναντι +1,3% το 1ο τρίμηνο του 2018 και +1,3% συνολικά το 2018, Δ06 και Δ07). Η απασχόληση, επίσης, των μισθωτών και του συνόλου των εργαζομένων, συνεχίζει να αυξάνεται το 1ο τρίμηνο του 2019 με ρυθμούς +3,9% και +2,1% αντίστοιχα (Δ08).

Η εικόνα που συνθέτουν τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνει τη θέση του ΣΕΒ ότι η μέχρι τώρα ανάκαμψη της οικονομίας δεν έχει βασιστεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως λόγω των περιορισμών στο διεθνές εμπόριο που προκαλούν οι πολιτικές των ΗΠΑ και της Κίνας, θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Από την άλλη πλευρά, η επίτευξη των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την εφαρμογή πολιτικών τόνωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης. Συνεπώς, η οικονομία χρειάζεται μεγαλύτερη εξωστρέφεια και περισσότερες επενδύσεις.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην 3η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας κάνει λόγο για ικανοποιητική πορεία της Ελλάδας κατά τη μεταμνημονιακή περίοδο, διαπιστώνοντας ωστόσο σημαντικές καθυστερήσεις στην υλοποίηση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων. Ταυτόχρονα, διατυπώνει επιφυλάξεις για τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στις 7 Μαΐου από τον Πρωθυπουργό εκτιμώντας ότι αυτά θα προκαλέσουν δημοσιονομική επιβάρυνση ίση με 1% του ΑΕΠ από το 2019 και μετά, θέτοντας σε κίνδυνο τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Οι βασικές επισημάνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανά τομέα είναι οι εξής:

  • Δημοσιονομικές παρεμβάσεις: διαπιστώνεται πρόοδος στο πλαίσιο αποτίμησης του ΕΝΦΙΑ αν και δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, ενώ αναφέρονται σημαντικές καθυστερήσεις στην εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και στη στελέχωση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Σχετικά με τη ρύθμιση για την πληρωμή φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών σε 120 δόσεις, η Επιτροπή αναφέρει ότι δεν δίνεται κάποια συγκεκριμένη προτεραιότητα όσον αφορά την επιλεξιμότητα ή την εκ των προτέρων αξιολόγηση βιωσιμότητας. Ταυτόχρονα, εκτιμά ότι η αναγγελία αυτής της ρύθμισης μπορεί να συνέβαλε στην επιδείνωση της είσπραξης εσόδων και μπορεί να ενέχει κινδύνους για την πειθαρχία όσον αφορά την αποπληρωμή.
  • Κοινωνική πρόνοια: εκφράζεται ανησυχία για την αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ αναφέρεται ότι η πρόσφατη νομοθεσία, με την οποία χαλαρώνουν τα κριτήρια επιλεξιμότητας και αυξάνονται τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, σε συνδυασμό με την επαναφορά 13ης σύνταξης, καταργεί σημαντικά στοιχεία των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων που θεσπίστηκαν το 2012 και το 2016. Παράλληλα, η Επιτροπή εκτιμά ότι τα μέτρα αυτά θα μειώσουν το σχετικό μερίδιο των κοινωνικών παροχών προς όφελος των νέων και του πληθυσμού σε εργάσιμη ηλικία. Την ίδια ώρα, διαπιστώνεται πρόοδος, αν και με αργό ρυθμό, στην ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, τις κεντρικές δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της υγείας και τη μεταρρύθμιση του συστήματος παροχών αναπηρίας. Τέλος, σημειώνεται η θετική πορεία του προγράμματος για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης.
  • Χρηματοπιστωτικός τομέας: στις θετικές εξελίξεις αναφέρεται η περαιτέρω βελτίωση της ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών, ωστόσο το πλαίσιο αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, αν και η διεξαγωγή ηλεκτρονικών πλειστηριασμών προχωράει σε όλη την επικράτεια, μεγάλο μέρος των πλειστηριασμών ακυρώνεται, αναστέλλεται ή είναι ανεπιτυχές.
  • Αγορά εργασίας: αναμένεται η εκ των υστέρων αξιολόγηση της αύξησης του κατώτατου μισθού, ενώ αξιολογείται θετικά η εφαρμογή του σχεδίου δράσης για την καταπολέμηση της αδήλωτης απασχόλησης. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό σύστημα, η Επιτροπή εκφράζει επιφυλάξεις για το κατά πόσο η τρέχουσα πολιτική για την αναβάθμιση των ιδρυμάτων τεχνικής εκπαίδευσης σε πανεπιστήμια θα βελτιώσει το κατακερματισμένο τοπίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
  • Αγορές προϊόντων και ανταγωνιστικότητα: εκφράζεται ανησυχία για τη στασιμότητα της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Παράλληλα, επισημαίνονται οι σημαντικές καθυστερήσεις στη διαδικασία εκποίησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.
  • Ιδιωτικοποιήσεις: αποτυπώνεται η κατάσταση της αξιοποίησης περιουσιακών στοιχείων αναφορικά με τη Μαρίνα Αλίμου, τα Ελληνικά Πετρέλαια, τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, τη ΔΕΠΑ, την Εγνατία Οδό, και τους Περιφερειακούς Λιμένες, αναφέροντας πως η πρόοδος στις μικρότερες συναλλαγές αντισταθμίζεται από καθυστερήσεις σε άλλες.
  • Δημόσια διοίκηση: η Επιτροπή διαπιστώνει ότι έχει σημειωθεί γενική πρόοδος ως προς τις ειδικές δεσμεύσεις για τα μέσα του 2019 στον τομέα της μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα, ωστόσο αναφέρει ότι ο ρυθμός διορισμού των Διοικητικών Γραμματέων παραμένει πολύ αργός. Για το πρόγραμμα προσλήψεων για το 2019 και την περίοδο 2020-2022, αν και τηρείται ο κανόνας «μία πρόσληψη για κάθε αποχώρηση» για προσλήψεις νέου μόνιμου προσωπικού, το 2018 δεν τηρήθηκε το ανώτατο όριο για το έκτακτο προσωπικό. Έτσι, η Επιτροπή εκτιμά ότι ο αριθμός των έκτακτων υπαλλήλων θα πρέπει να μειωθεί κατά 1.550 άτομα περίπου το 2019, προκειμένου να διατηρηθεί το συνολικό μέγεθος του δημόσιου τομέα. Την ίδια ώρα, αναφέρεται πως οι μισθολογικές ρυθμίσεις που εγκρίθηκαν πρόσφατα ενέχουν κινδύνους για το ενιαίο μισθολόγιο.
  • Δημόσιο χρέος: το βασικό σενάριο της επικαιροποίησης της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους δείχνει ότι το χρέος παραμένει σε καθοδική πορεία, αν και θα ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ έως το 2048. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα κυμαίνονται γύρω στο 10% του ΑΕΠ έως το 2032 και θα παραμείνουν περίπου στο 17% του ΑΕΠ στο τέλος του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων.

Πέρα από τις αναλυτικές επισημάνσεις της Επιτροπής ανά τομέα, το κύριο θέμα της επίτευξης του στόχου για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ και η πιθανή αναθεώρησή του προς τα κάτω, με κάλυψη του υπολοίπου από το απόθεμα ρευστότητας, θα επανεξεταστεί το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους, όπως επίσης και οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι που ενέχουν τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στις 7 Μαΐου 2019. Στη βάση αυτών, πάγια θέση του ΣΕΒ είναι ότι η χρηματοδότηση των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ -και των όποιων υπερπλεονασμάτων- μέσω της υπερφορολόγησης δεν είναι βιώσιμη και εμποδίζει την οικονομία να εισέλθει σε μία τροχιά υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης. Ιδιαίτερα όταν περικόπτονται δαπάνες από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά και λειτουργικές δαπάνες από νευραλγικούς τομείς του κράτους, όπως η υγεία και η παιδεία, οδηγώντας σε υποβάθμιση των υποδομών και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Αναφορικά με τις εξελίξεις στους βραχυχρόνιους δείκτες, η μεταποίηση εξακολουθεί να παρουσιάζει αντοχές, παρά τις μικτές τάσεις σε διεθνές επίπεδο, την ώρα που οι εξαγωγές αγαθών ανακάμπτουν τον Απρίλιο του 2019. Παράλληλα, η ανάκαμψη του όγκου των λιανικών πωλήσεων τον Μάρτιο 2019, περιόρισε τις απώλειες συνολικά κατά το 1ο τρίμηνο του έτους, έπειτα από τη σημαντική υποχώρηση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο. Από την άλλη πλευρά, ο τουρισμός ξεκινάει ιδιαίτερα δυναμικά το 2019, ενισχύοντας τις προοπτικές για τις επιδόσεις στο σύνολο του έτους.

Πιο αναλυτικά:

  • Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώθηκε οριακά τον Μάιο του 2019 και διαμορφώθηκε στις 100,8 μονάδες, από 100,3 τον προηγούμενο μήνα και 103,6 μονάδες τον Μάιο του 2018. Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στη βιομηχανία και το λιανικό εμπόριο δεν παρουσίασαν αξιόλογη μεταβολή σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ στις υπηρεσίες το κλίμα βελτιώθηκε ελαφρά και στις κατασκευές επιδεινώθηκε για τρίτο συνεχόμενο μήνα. Ειδικότερα, στη βιομηχανία, αν και το αρνητικό ισοζύγιο περιορίστηκε στις -0,2 μονάδες, από -0,9 τον προηγούμενο μήνα και -1,5 τον Μάιο του 2018, το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένει μείωση της παραγωγής το επόμενο διάστημα αυξήθηκε σε 15%, από 6% τον προηγούμενο μήνα, ενώ παράλληλα υποχώρησαν και οι εκτιμήσεις για την πορεία των εξαγωγών τους προσεχείς μήνες. Στο λιανικό εμπόριο, οι προσδοκίες των επιχειρήσεων εμφανίζουν σταθεροποίηση, μετά από τη μεγάλη πτώση κατά το 1ο τρίμηνο του 2019, με τις εκτιμήσεις τους για τις τρέχουσες πωλήσεις να ενισχύονται, την ώρα όμως που οι προβλέψεις τους για την εξέλιξή τους βραχυπρόθεσμα επιδεινώνονται. Στις υπηρεσίες, το ισοζύγιο θετικών – αρνητικών εκτιμήσεων βελτιώθηκε ελαφρά, καθώς οι επιχειρήσεις παραμένουν αισιόδοξες για την πορεία της τρέχουσας ζήτησης και την βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της. Αντίθετα, στις κατασκευές το κλίμα επιδεινώθηκε, διαμορφώνοντας πτωτική τάση, ιδίως στον τομέα των ιδιωτικών κατασκευών, με το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων (76%) να δηλώνει απαισιόδοξο για το επίπεδο των εργασιών το επόμενο τρίμηνο.
  • Η καταναλωτική εμπιστοσύνη βελτιώθηκε περαιτέρω τον Μάιο του 2019, παραμένοντας κοντά στο επίπεδο των -30 μονάδων από τις αρχές του έτους. Ειδικότερα, ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις -29,5 μονάδες, από -30,9 τον προηγούμενο μήνα και -48,6 τον Μάιο του 2018. Η αισιοδοξία των νοικοκυριών αποτυπώνεται σε όλους τους επιμέρους δείκτες, ιδίως στις εκτιμήσεις τους για την πορεία της οικονομικής τους κατάστασης, της γενικότερης κατάστασης της χώρας και της ανεργίας. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη το τελευταίο διάστημα ακολουθεί πορεία αντίστοιχη με αυτή που παρατηρείται συνήθως κατά τις προεκλογικές περιόδους, ενώ η βελτίωση του Μαΐου μπορεί να συνδεθεί με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης στις 7 Μαΐου 2019 των μέτρων ενίσχυσης του εισοδήματος των νοικοκυριών (καταβολή χρηματικής παροχής μόνιμου χαρακτήρα σε συνταξιούχους, μείωση ΦΠΑ στα τρόφιμα, μείωση συντελεστών εισφοράς ειδικής αλληλεγγύης, κλπ).
  • Οι προσδοκίες στη μεταποίηση με βάση τον Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών (PMI) διατηρούνται σε θετικό έδαφος, παρά τη μικρή υποχώρηση που καταγράφηκε τον Μάιο του 2019. Ειδικότερα, ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 54,2 μονάδες από 56,6 τον προηγούμενο μήνα παραμένοντας για 24ο συνεχόμενο μήνα πάνω από το όριο των 50 μονάδων (όριο μηδενικής μεταβολής). Αν και ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής εξασθένησε, παρέμεινε έντονος, όπως και η άνοδος των νέων παραγγελιών, τόσο από την εγχώρια αγορά όσο και για εξαγωγές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της απασχόλησης, η οποία ήταν μεταξύ των ισχυρότερων που έχουν καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας. Ταυτόχρονα, οι τιμολογιακές πιέσεις εξασθένησαν.
  • Η παραγωγή στη μεταποίηση πλην πετρελαιοειδών συνέχισε να κινείται ανοδικά τον Απρίλιο του 2019 (+2,6%), ενώ συνολικά κατά το διάστημα Ιαν – Απρ 2019 εμφανίζει αύξηση +3,7%, επιπλέον αύξησης +2,4% κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2018, ως αποτέλεσμα κυρίως της ανόδου της παραγωγής στους κλάδους τροφίμων (+1,4%), φαρμάκων (+26,4%), χημικών (+6,4%), ηλεκτρονικών προϊόντων (+18,5%) και καπνού (+52,8%).
  • Οι εξαγωγές αγαθών πλην καυσίμων και πλοίων ανέκαμψαν τον Απρίλιο του 2019, παρουσιάζοντας αύξηση +13% (+12,2% σε σταθερές τιμές), μετά από την εξασθένισή τους τον προηγούμενο μήνα. Συνολικά, κατά το διάστημα Ιαν – Απρ 2019 εμφανίζουν άνοδο +6,2% (+5,7% σε σταθερές τιμές), επιπλέον αύξησης +13,6% το αντίστοιχο διάστημα το 2018, κυρίως ως αποτέλεσμα της ανόδου των εξαγωγών των βιομηχανικών προϊόντων (+10,5%).
  • Ο όγκος λιανικών πωλήσεων πλην καυσίμων παρουσίασε ανάκαμψη τον Μάρτιο του 2019 (+3,3%), έπειτα από σημαντική πτώση τους δύο προηγούμενους μήνες (-4,3% τον Φεβρουάριο και -3,4% τον Ιανουάριο του 2019). Έτσι, οι απώλειες συνολικά κατά το 1ο τρίμηνο του 2019 περιορίστηκαν στο -1,5%, έναντι αύξησης +1,2% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Σε όλες τις κατηγορίες καταστημάτων καταγράφεται υποχώρηση του όγκου πωλήσεων, εκτός από τα καταστήματα οικιακού εξοπλισμού και βιβλίων / προϊόντων τεχνολογίας (+2,9% και +12,3% αντίστοιχα το 1ο τρίμηνο του 2019).
  • Οι τουριστικές εισπράξεις και οι αφίξεις αυξήθηκαν κατά +37,2% και +7,8% αντίστοιχα κατά το 1ο τρίμηνο του 2019. Αν και τα στοιχεία αυτά αφορούν σε περίοδο χαμηλής τουριστικής κίνησης σε απόλυτους αριθμούς, δημιουργούν ιδιαίτερα θετικές προσδοκίες για την πορεία του τουρισμού το 2019. Ταυτόχρονα, κατά το 1ο τρίμηνο του 2019 οι εισπράξεις από μεταφορές αυξήθηκαν κατά +10% και από λοιπές υπηρεσίες κατά +10,1% συμβάλλοντας στην άνοδο του πλεονάσματος στο ισοζύγιο υπηρεσιών κατά €460 εκατ.
  • Το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 18,1% τον Μάρτιο του 2019, από 18,4% τον προηγούμενο μήνα και 20,2% τον Μάρτιο του 2018. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ, κατά το διάστημα Ιαν – Απρ 2019 οι καθαρές νέες θέσεις εργασίας ανήλθαν σε 159,8 χιλ. (έναντι 155,8 χιλ. το αντίστοιχο διάστημα του 2018), εκ των οποίων 100,1 χιλ. στον τουρισμό (έναντι 96,4 χιλ. το 1ο τρίμηνο του 2018). Η επίδοση αυτή είναι η καλύτερη που έχει καταγραφεί στο 4μηνο έτους από το 2001, ενώ το μερίδιο των προσλήψεων πλήρους απασχόλησης παρέμεινε στο ίδιο επίπεδο με εκείνο κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Σημειώνεται ότι, για πρώτη φορά παρατηρείται αρνητική μεταβολή -3,27% των προσλήψεων θέσεων πλήρους απασχόλησης τον μήνα Μάρτιο του 2019 (έναντι Μαρτίου 2018) και επιβράδυνση του ρυθμού μεταβολής των συνολικών προσλήψεων στο 5,26% τον Απρίλιο του 2019 από 19,58% τον Απρίλιο του 2018. Επίσης, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΑΕΔ, τον Απρίλιο του 2019 ο αριθμός των εγγεγραμμένων ανέργων που αναζητούν εργασία μειώθηκε κατά -58,8 χιλ. σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, αλλά παραμένει μεγαλύτερος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2018 (869,3 χιλ. τον Απρίλιο του 2019 έναντι 837,3 χιλ. τον Απρίλιο του 2018).
  • Ο ρυθμός χρηματοδότησης των επιχειρήσεων παρέμεινε σε θετικό έδαφος για 5ο συνεχόμενο μήνα τον Απρίλιο του 2019 (+2,6%), γεγονός το οποίο αποτελεί ενθαρρυντικό στοιχείο για τη βελτίωση της ρευστότητας το επόμενο διάστημα. Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά €833 εκατ., με το υπόλοιπό τους να ανέρχεται σε €111,2 δισ., έναντι €110 δισ. στο τέλος του 2018 και €104,4 δισ. τον Απρίλιο του 2018. Η σταθερή άνοδος των καταθέσεων (+€11,1 δισ. από τον Ιούλιο του 2015, όταν επιβλήθηκαν τα capital controls) καταδεικνύει την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα.

Συνολικά, η οικονομία παραμένει σε τροχιά ανάκαμψης το 1ο τρίμηνο του 2019, ωστόσο ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ παρουσιάζει επιβράδυνση. Η ανάπτυξη στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές υπηρεσιών και τις επενδύσεις, χωρίς ωστόσο να αλλάζει ουσιαστικά η παραγωγική δομή της οικονομίας, την ώρα που η βελτίωση της παραγωγικότητας ανακόπτεται και η υποκατάσταση εισαγωγών παραμένει υποτονική. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση εξακολουθεί να είναι αναιμική, κυρίως λόγω της υπερφορολόγησης. Η ανάκαμψη αυτή δεν είναι βιώσιμη, ιδίως όταν στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον εμφανίζονται συνεχώς νέες πηγές αβεβαιότητας. Χρειάζεται αποφασιστική αλλαγή πολιτικής, με κεντρική στόχευση την προσέλκυση επενδύσεων και την αύξηση της εξωστρέφειας, ώστε τα οφέλη της ανάπτυξης να διαχυθούν σε όλη την οικονομία, δημιουργώντας νέες δουλειές και σταθερά εισοδήματα.

Σχετικά Άρθρα