
Η ταχύτητα εξάπλωσης του κορωνοϊού οδηγεί τις κεντρικές τράπεζες σε συντονισμένη δράση
Η οικονομική δραστηριότητα στην Κίνα δοκιμάζεται
Οι προσπάθειες περιορισμού της εξάπλωσης του κορωνοϊού (Covid-19) στην Κίνα επιβάρυναν το Φεβρουάριο σε μεγάλο βαθμό τη μεταποίηση, όπως κατέδειξε η μέτρηση του δείκτη υπευθύνων προμηθειών ΡΜΙ για τον τομέα της μεταποίησης. Η παραγωγή και η απασχόληση σημείωσαν τους υψηλότερους ρυθμούς υποχώρησης από τον Απρίλιο2004, καθώς οι επιχειρήσεις επέκτειναν τη διακοπή των εργασιών τους πέραν της εορταστικής περιόδου για το νέο έτος, προκειμένου να συμβάλουν στο μετριασμό της εξάπλωσής του.
Οι αλυσίδες εφοδιασμού στην Κίνα έχουν δεχθεί, επίσης, σημαντικό πλήγμα, καθώς ο χρόνος παράδοσης των νέων παραγγελιών επιβραδύνεται, αναγκάζοντας τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τη χρήση των υφιστάμενων αποθεμάτων. Παρόλα αυτά, οι επιχειρήσεις αναμένουν ανάκαμψη της παραγωγής, κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, λόγω των προσδοκιών ότι η παραγωγή θα ενισχυθεί μετά την άρση των περιορισμών που σχετίζονται με τον Covid-19. Σημειώνεται ότι ο δείκτης PMI για τον τομέα της μεταποίησης στην Κίνα υποχώρησε στις 40,3 μονάδες, το Φεβρουάριο, έναντι 51,1 μονάδων στο τέλος του Ιανουαρίου (οι 50 μονάδες αποτελούν το διαχωριστικό σημείο μεταξύ ανάπτυξης και συρρίκνωσης).
Παράλληλα, το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, οι εξαγωγές της Κίνας μειώθηκαν κατά 17,2%, σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές κατά μόλις 4,0%. Η απότομη μείωση των εξαγωγών είχε ως αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο, το πρώτο δίμηνο του έτους, να καταγράψει έλλειμμα ύψους $7,09 δισ.
Οι χαμηλές επιδόσεις της κινεζικής οικονομίας, η συνεχιζόμενη εξάπλωση του Covid-19 διεθνώς, καθώς και η προειδοποίηση από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) περί βραχυπρόθεσμων κινδύνων για την οικονομική μεγέθυνση και την πιθανότητα εμφάνισης της πρώτης παγκόσμιας οικονομικής συρρίκνωσης από το 2009 έχουν εντείνει τις ανησυχίες των συμμετεχόντων στις αγορές.
Ο ΟΟΣΑ αναθεώρησε επί τα χείρω τις εκτιμήσεις του για το ρυθμό αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ
O Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), εν μέσω των ανησυχιών για την εξάπλωση του Covid-19, προέβη σε αναθεώρηση του ρυθμού μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ο διεθνής οργανισμός εκτιμά ότι ο παγκόσμιος ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης θα υποχωρήσει το 2020 στο 2,4%, από 2,9% που προέβλεπε στην έκθεση του Νοεμβρίου 2019, ως απόρροια των αρνητικών επιπτώσεων της επιδημίας του Covid-19, προτού ανακάμψει σε 3,3%, το 2021 (Γράφημα 9). Σημειώνεται ότι ο διεθνής οργανισμός θεωρεί πιθανό, το πρώτο τρίμηνο του έτους, να υπάρξει αρνητικός ρυθμός μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η πρόβλεψη του ΟΟΣΑ για το 2020 βασίζεται σε δύο παραδοχές. Πρώτον, ότι η επιδημία στην Κίνα θα κορυφωθεί το πρώτο τρίμηνο του 2020 και δεύτερον, ότι το ξέσπασμα του Covid-19 στις υπόλοιπες χώρες θα είναι ήπιο και περιορισμένο.
Με δεδομένες τις παραπάνω προϋποθέσεις, η αύξηση του ΑΕΠ της Κίνας αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 4,9%, μειωμένη κατά 0,8 της ποσοστιαίας μονάδας, σε σύγκριση με την εκτίμηση του Νοεμβρίου 2019 (Γράφημα 10), ενώ σημαντική αναθεώρηση επί τα χείρω έγινε και για την αύξηση του ΑΕΠ της Ινδίας, η οποία προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 5,1%, ήτοι μειωμένη κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα. Όλες οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη αναμένεται να επηρεαστούν από την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα (Γράφημα 11), το αρνητικό αποτύπωμα,ωστόσο,θα είναι εντονότερο στις χώρες που έχουν ισχυρή οικονομική αλληλεξάρτηση με αυτήν, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία.
Ωστόσο, στην περίπτωση που η επιδημία διαρκέσει περισσότερο και εξαπλωθεί εντονότερα, ο ρυθμός μεταβολής του παγκόσμιου ΑΕΠ θα μπορούσε να επιβραδυνθεί απότομα στο 1,5%, το 2020. Ο ΟΟΣΑ αναγνωρίζει τον Covid-19 ως σημαντική απειλή για την παγκόσμια οικονομία, ενώ ο μετριασμός των αρνητικών συνεπειών, ιδίως στις χώρες που θα πληγούν περισσότερο, απαιτεί συντονισμένη δράση τόσο στο πεδίο της νομισματικής πολιτικής, μέσω της διατήρησης του διευκολυντικού της χαρακτήρα από τις Κεντρικές Τράπεζες, όσο και στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, μέσω της αύξησης των δημοσίων δαπανών.
Οι κεντρικές τράπεζες αποκτούν ενεργό ρόλο στον περιορισμό της εξάπλωσης του Covid-19
Η τηλεδιάσκεψη των επικεφαλής των κεντρικών τραπεζών και των υπουργών οικονομικών της ομάδας των κρατών-μελών του G7, υπό το συντονισμό του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ και του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed), που πραγματοποιήθηκε στις 3 Μαρτίου, ενίσχυσε τις προσδοκίες των συμμετεχόντων στις αγορές για νομισματικά και δημοσιονομικά μέτρα στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας. Οι αξιωματούχοι του G7, με κοινή τους δήλωση, επιβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους να χρησιμοποιήσουν όλα τα κατάλληλα εργαλεία για να επιτευχθεί μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς την παρουσία κινδύνων, ικανών να δημιουργήσουν υφεσιακό περιβάλλον. Οι Κεντρικές Τράπεζες της Αυστραλίας και της Μαλαισίας, από το πρωί της 3ης Μαρτίου, είχαν προβεί σε μείωση των βασικών τους επιτοκίων. Ειδικότερα, η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας μείωσε το επιτόκιο στο 0,5%, ενώ η Κεντρική Τράπεζα της Μαλαισίας στο 2,5%. Επικαλούμενη τον αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο από την επιδημία του Covid-19, η Κεντρική Τράπεζα του Καναδά μείωσε επίσης τα επιτόκιά της, κατά 50 μονάδες βάσης, ενώ η Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας δήλωσε ότι είναι έτοιμη να συμβάλει στη σταθεροποίηση των αγορών μετά την πρόσφατη αστάθεια που κατέγραψαν.
ΗFed,μετά το πέρας της τηλεδιάσκεψης, μείωσε το βασικό της επιτόκιο κατά 50 μονάδες βάσης, στο εύρος του 1%-1,25%, πριν την επικείμενη συνεδρίαση της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής (FOMC), στις 18 Μαρτίου, κίνηση που παρόμοιά της είχε να συμβεί από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση του 2008. Η απόφαση της Fed βασίστηκε στην άποψη ότι,παρά το γεγονός ότι τα θεμελιώδη στοιχεία της οικονομίας των Ηνωμένων Πολιτειών παραμένουν ισχυρά, η επιδημία τουCovid-19 ενέχει κινδύνους για την οικονομική δραστηριότητα. Η απόφαση της Fed, ωστόσο, έχει δεχθεί κριτική, καθώς η μείωση των επιτοκίων δεν μπορεί να στηρίξει ουσιαστικά την κατανάλωση και την παραγωγή, παρά μόνο να συμβάλει στην παροχή φθηνής χρηματοδότησης σε μια δύσκολη περίοδο. Ωστόσο, η εν λόγω ενέργεια δεν αποκλείει την πιθανότητα μιας νέας μείωσης κατά 50 μονάδες βάσης, στη συνεδρίαση της 18ης Μαρτίου, η οποία στις 10 Μαρτίου προσδι οριζόταν (CME FedWatch Tool) στο 93,0%. Η μείωση των επιτοκίων της Fed αποτελεί μια ευκαιρία για τις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων οικονομιών, όπως του Μεξικού και της Νότιας Αφρικής, να προβούν σε παρόμοιες κινήσεις.
Ένας συντονισμένος κύκλος νομισματικής χαλάρωσης μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη των αναδυόμενων οικονομιών και ταυτόχρονα να θωρακίσει την παγκόσμια οικονομία έναντι του Cοvid-19. Παράλληλα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσαν προγράμματα στήριξης αναδυόμενων και χαμηλού εισοδήματος οικονομιών, το μεν πρώτο ύψους $50 δισ., η δε δεύτερη ύψους $12 δισ. για να αντιμετωπιστούν οι υγειονομικές και οικονομικές επιπτώσεις του Covid-19.
Ωστόσο, η υιοθέτηση μιας περισσότερο διευκολυντικού χαρακτήρα νομισματικής πολιτικής δεν διασφαλίζει το είδος των αποτελεσμάτων που μπορεί να επιφέρει σε κάθε οικονομία, ιδίως στις χώρες που τα επιτόκια είναι σε χαμηλά ή αρνητικά επίπεδα. Καθίσταται, συνεπώς, αδήριτη ανάγκη η υιοθέτηση μιας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής από τις εθνικές κυβερνήσεις. Ήδη, η κυβέρνηση της Γερμανίας ανακοίνωσε πακέτο μέτρων ύψους Ευρώ 12,8 δισ. για επενδύσεις στους τομείς των μεταφορών, των ακινήτων και της πληροφορικής, εντός των επομένων τεσσάρων ετών, ενώ η Ιταλία αποφάσισε μέτρα ύψους περίπου Ευρώ 7,5 δισ., αυξάνοντας το στόχο του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 2,5% του ΑΕΠ, από τον τεθέντα στόχο του 2,2%.
Επιπλέον, μέτρα στήριξης (εργασία κατ’οίκον, υιοθέτηση ευέλικτου ωραρίου εργασίας), που υιοθετήθηκαν στο Χονγκ Κονγκ και στη Σιγκαπούρη από επιχειρήσεις που δέχτηκαν σημαντικό οικονομικό πλήγμα από την εξάπλωση του Covid-19, ενδεχομένως να συμβάλουν στο μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων.
Τι τρομάζει τις αγορές;
Η πιθανότητα εξέλιξης της επιδημίαςCovid-19 σε πανδημία αποτελεί τον κυριότερο λόγο ανησυχίας των συμμετεχόντων στις αγορές, καθώς θα επιβαρύνει την παγκόσμια οικονομία σε σημαντικό βαθμό. Η ταχύτητα και το εύρος εξάπλωσης του ιού αποτελούν τους δύο κρίσιμης σημασίας παράγοντες. Σημειώνεται, ότι ο αριθμός των κρουσμάτων από τον Covid-19, παγκοσμίως, ανερχόταν, στις 9 Μαρτίου, στα 114.536 άτομα, εκ των οποίων 4.026 έχασαν τη ζωή τους, ενώ ο λόγος θνητότητας (θάνατοι προς κρούσματα) διαμορφωνόταν στο 3,5%. Η κινεζική εμπειρία αποδεικνύει ότι η θνητότητα αυξάνει με την ηλικία και ότι ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος τόσο για τα άτομα άνω των 80 ετών, όσο και για εκείνα που αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα υγείας, αντιθέτως, ο κίνδυνος είναι μικρότερος για τα άτομα κάτω των 50 ετών και σχεδόν μηδενικός για τα παιδιά. Ωστόσο, η περίπτωση μετάλλαξης του ιού, εφόσον επιβεβαιωθεί (απαιτείται λήψη μεγάλου δείγματος), καθιστά δύσκολη την ανάπτυξη ενός εμβολίου, πριν το 2021.Ήδη το Κογκρέσο των ΗΠΑ συμφώνησε στη διάθεση $8,3 δισ. σε δαπάνες έρευνας για την παραγωγή φαρμάκων και εμβολίου.
Η οικονομική μεγέθυνση της Κίνας, όπως υποδηλώνει η πορεία βασικών οικονομικών δεικτών, θα επιβραδυνθεί σημαντικά στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Ωστόσο, η κατάσταση γίνεται περισσότερο περίπλοκη, έπειτα από την απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να μειώσει την τιμή του πετρελαίου, προκειμένου να ενισχύσει το μερίδιό της στην αγορά πετρελαίου. Η κίνηση αυτή αποδίδεται στην άρνηση της Ρωσίας να στηρίξει την πρόταση του ΟΠΕΚ για μείωση της ημερήσιας παραγωγής, προκειμένου να αντισταθμιστούν οι απώλειες της ζήτησης που προκαλεί η εξάπλωση του Covid-19.Η τιμή του πετρελαίου υποχώρησε το πρωί της Δευτέρας 9 Μαρτίου στα 31,25 $/βαρέλι (χαμηλό τετραετίας), καταγράφοντας ημερήσια πτώση της τάξης του 30%. Η μείωση της τιμής πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία μπορεί να πλήξει τόσο τις ρωσικές πετρελαϊκές επιχειρήσεις και κατά συνέπεια τα δημόσια έσοδα, όσο και τις πετρελαϊκές επιχειρήσεις σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ. Οι τελευταίες επιζητούν την υψηλή τιμή πετρελαίου, λόγω του υψηλού κόστος παραγωγής. Επιπλέον, σοβαρά πλήγματα (εθνικά νομίσματα, ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών) ενδέχεται να δεχτούν οι αναδυόμενες οικονομίες με σημαντική έκθεση στο πετρέλαιο.
Με την πληροφόρηση για την εξέλιξη της εξάπλωσης του Covid-19 να είναι διαρκής, οι αγορές παρουσιάζουν έντονη μεταβλητότητα, καθώς η ημερήσια ειδησεογραφία καθορίζει την επενδυτική συμπεριφορά. Είναι ενδεικτικό ότι τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης μετοχών στις ΗΠΑ κατέγραψαν απότομη άνοδο, μετά τη συνάντηση στελεχών της φαρμακευτικής βιομηχανίας με κυβερνητικά στελέχη από το χώρο της υγείας, γεγονός που προκάλεσε αισιοδοξία για επιτάχυνση των χρονοδιαγραμμάτων ανάπτυξης και δοκιμών εμβολίων, συμβάλλοντας στις 2 Μαρτίου στη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο του χρηματιστηριακού δείκτη S&P 500 (+4,6%), από το Δεκέμβριο 2018. Επιπρόσθετα, ευνοϊκό διατηρείται το περιβάλλον για το χρυσό, ως εναλλακτική ασφαλής επενδυτική τοποθέτηση (Γράφημα 12). Η τιμή του χρυσού βρίσκεται σε ανοδική πορεία από την αρχή του έτους, έχοντας αυξηθεί ήδη κατά 3% στη διάρκεια του Φεβρουαρίου, υπολείπεται ωστόσο κατά 16% από το ιστορικά υψηλό (1.921$/ουγγιά) που είχε επιτύχει το Σεπτέμβριο 2011.
Πηγή: Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank