
Ελληνοτουρκικές σχέσεις σε σταυροδρόμι
Το 79% των τούρκων πολιτών τάσσεται υπέρ της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, λέγοντας ότι η Τουρκία θέλει πλήρη ένταξη και όχι μεταβατική σχέση
Την άποψη ότι ούτε η Ελλάδα ούτε η Τουρκία δεν έχουν την πραγματική βούληση να επιλύσουν τα βασικά εκκρεμή διμερή θέματα, όπως είναι η οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ), εξέφρασε η Μαριλένα Κοππά, Καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, μιλώντας στο 2ο Συνέδριο Ανατολικής Μεσογείου & Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που διοργάνωσε το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, στις Βρυξέλλες σε συζήτηση που συντόνισε ο Ian Lesser, Αντιπρόεδρος German Marshall Fund of the US.
Σύμφωνα με τη Μ. Κοππά, καμία πλευρά δεν είναι έτοιμη να πάει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για τους δικούς τους λόγους η κάθε μία. Καθώς δεν υπάρχει βούληση επίλυσης της οριοθέτησης της ΑΟΖ, οι δύο πλευρές εστιάζουν τώρα σε μια «θετική ατζέντα», ανέφερε η κ. Κοππά, σημειώνοντας ότι διαφαίνεται μια τάση για διπλή αποσύνδεση “double decoupling”. Πρώτον, είναι η πρώτη φορά που το Κυπριακό ζήτημα δεν βρίσκεται στο τραπέζι του ελληνοτουρκικού διαλόγου, καθώς οι δύο κυβερνήσεις (Ελλάδας και Τουρκίας) δεν θέλουν να γίνουν όμηροι του Κυπριακού. Ωστόσο, σημείωσε η κ. Κοππά, ο διάλογος χωρίς την επίλυση του Κυπριακού μπορεί να φέρει «ασφάλεια», αλλά σίγουρα όχι «σταθερότητα». Δεύτερον, υπάρχει η τάση να διαχωριστούν τα θέματα του Αιγαίου από τα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου – κάτι το οποίο υποστηρίζουν και οι ΗΠΑ.
H τελευταία δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, περί εκμετάλλευσης των ενεργειακών πηγών μαζί με την Κύπρο, χωρίς την επίλυση του Κυπριακού θέτει δύο ερωτήματα, σύμφωνα με την Μ. Κοππά: Πρώτον, πώς η Τουρκία θα υπογράψει μια συμφωνία με μια χώρα που δεν αναγνωρίζει και δεύτερον πώς θα γίνει η εκμετάλλευση κοιτασμάτων χωρίς την οριοθέτηση των ΑΟΖ;
Από την πλευρά του, ο Μουσταφά Αϊντίν, Πρόεδρος του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων της Τουρκίας και καθηγητής διεθνών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Καντίρ Χας, τόνισε ότι το βασικό θέμα για την τουρκική πλευρά δεν είναι η υφαλοκρηπίδα, αλλά τα εθνικά ύδατα και η αποστρατιωτικοποίηση κάποιων ελληνικών νησιών στο Αιγαίο. Σύμφωνα με τον ίδιο, πριν επιλυθεί το θέμα της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη, θα πρέπει πρώτα να λυθεί το θέμα των εθνικών υδάτων, καθώς «χωρίς αυτά δεν μπορείς να συμφωνήσεις για την υφαλοκρηπίδα και να πας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης», τόνισε. «Όλα τα θέματα της Θάλασσας του Αιγαίου είναι αλληλένδετα. Αν υπήρχε μόνο ένα θέμα, τότε όλα θα ήταν εύκολα. Όμως δεν είναι ένα είναι πολλά στην πραγματικότητα και να τα συζητήσουμε όλα για να συμφωνήσουμε», υποστήριξε ο ίδιος.
Παράλληλα, ο Μ. Αϊντίν σημείωσε ότι οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας εξήλθαν από μια περίοδο έντασης στις σχέσεις τους τα τελευταία χρόνια και η παρούσα συγκυρία, μετά τις εκλογές στις δύο χώρες, δημιουργεί εύφορο έδαφος για οικοδόμηση μιας καλύτερης σχέσης – κάτι το οποίο θα πρέπει να εκμεταλλευτούν και οι δύο πλευρές. Ο ίδιος αναφέρθηκε στη «θετική ατζέντα» πάνω στην οποία δουλεύουν οι δύο κυβερνήσεις και η οποία αφορά πάνω από είκοσι θέματα και πρόσθεσε ότι αν αυτή φέρει αποτελέσματα είναι «καλό σημάδι», όμως «δεν είναι η λύση του προβλήματος», είναι απλώς μια «προσέγγιση»
Από την πλευρά του, ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA), Κωνσταντίνος Φίλης, εξέφρασε την άποψη ότι η Τουρκία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τη Δύση, λέγοντας: «Κατανοώ την άποψη της τουρκικής ηγεσίας: ότι η χώρα τους έχει μείνει μόνιμα αρραβωνιασμένη με την Ευρώπη, χωρίς να φαίνεται πραγματικός γάμος στον ορίζοντα, αλλά είναι αλήθεια ότι, θεσμικά, η Τουρκία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τη Δύση, αρκεί να δούμε τη στάση της στον πόλεμο στο Ισραήλ».
«Παρά τη θετική δυναμική που δημιουργήθηκε, ειδικά μετά τους καταστροφικούς σεισμούς που υπέστη η Τουρκία, φαίνεται ότι η αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας θα ακολουθήσει τη φθαρμένη μεταβατική οδό, η οποία δεν δίνει βάθος ή προοπτική στη σχέση, αλλά έχει ad hoc χαρακτηριστικά ανάλογα με τα στενά συμφέροντα σε μια δεδομένη χρονική στιγμή», εκτίμησε ο Κων. Φίλης. Παράλληλα, πρόσθεσε ότι η αμοιβαία καχυποψία και δυσπιστία έχουν φέρει την κατάσταση σε τέλμα και ελλείψει, εδώ και χρόνια, οποιασδήποτε ενταξιακής προοπτικής, η σχέση ΕΕ-Τουρκίας δεν συντηρείται πλέον σε λειτουργικό επίπεδο.
Για να μπουν γερά θεμέλια στις ευρωτουρκικές σχέσεις χρειάζεται βούληση, αλλά προς το παρόν ο καθένας κάνει ό,τι τον βολεύει, ανέφερε ο Κων. Φίλης, σημειώνοντας ότι «οι μεν ευρωπαίοι κρατούν την Τουρκία σε απόσταση ενώ προωθούν τα εθνικά τους συμφέροντα διμερώς, η δε Τουρκία απομακρυνόμενη από την Ευρώπη έχει λιγότερες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις». Υποστήριξε, επίσης, πως όταν ανοίγει η συζήτηση για «κανόνες» στη σχέση ΕΕ-Τουρκίας, η Άγκυρα αισθάνεται «στριμωγμένη» ότι μεμονωμένα κράτη-μέλη προσπαθούν να της επιβάλλουν την ατζέντα τους. «Είναι προφανές ότι η Τουρκία βλέπει πλέον τον εαυτό της πολύ ισχυρό για να εξαναγκαστεί σε οποιοδήποτε καλούπι, αλλά έτσι λειτουργούν οργανισμοί όπως η ΕΕ», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Κων. Φίλης.
Ο ίδιος, κατέληξε λέγοντας ότι οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας χρειάζονται όραμα, θάρρος, μετριοπάθεια, σταθερά πρακτικά μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης –ανεξάρτητα από τυχόν διαφωνίες– και σίγουρα προβλεψιμότητα και έμφαση στη θετική ατζέντα, καθώς επίσης και ένας συμφωνημένος οδικός χάρτης που καθορίζει τα βήματα που είναι δεσμευτικά για τα μέρη. «Αν το σκεφτώ, μόλις περιέγραψα και το μείγμα που απαιτείται για την πρόοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις».
Το 79% των τούρκων πολιτών τάσσεται υπέρ της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, λέγοντας ότι η Τουρκία θέλει πλήρη ένταξη και όχι μεταβατική σχέση
Βρυξέλλες, Ένα από τα εμπόδια στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, είναι ότι ούτε η Ευρώπη, ούτε η Τουρκία δεν γνωρίζουν ξεκάθαρα τί ακριβώς θέλουν από αυτή τη σχέση, τόνισε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας, στην ΕΕ, Ιωάννης Βράιλας, στην ομιλία του με θέμα την ευρωτουρκική προσέγγιση, στο 2ο Συνέδριο Ανατολικής Μεσογείου & Νοτιοανατολικής Ευρώπης το οποίο οργανώνεται από το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών στις Βρυξέλλες.
«Κάποιες φορές έχουμε την εντύπωση ότι η Τουρκία δεν ξέρει τί θέλει», ανέφερε ο Ι. Βράϊλας, καθώς από τη μία ζητά να γίνει μέλος της ΕΕ, ενώ από την άλλη δεν φαίνεται να είναι έτοιμη να κάνει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που χρειάζεται στον τομέα του κράτους δικαίου, ώστε να έρθει πιο κοντά στην Ευρώπη. Ο Έλληνας Πρέσβης, υπογράμμισε το πρόβλημα εμπιστοσύνης που υπάρχει μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας, καθώς η ΕΕ βλέπει την Τουρκία να απομακρύνεται από τις αξίες της, αλλά και από τις θέσεις της ΕΕ σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως η ένταξη των Σκανδιναβικών χωρών στο ΝΑΤΟ, η παράκαμψη των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ή ακόμα και η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού το 2020.
Ο Μ.Α. της Ελλάδας στην ΕΕ, υπογράμμισε την ανάγκη να ξεπεραστούν τα εμπόδια και οι δύο πλευρές ΕΕ-Τουρκία, να επικεντρωθούν στην «θετική ατζέντα», όπως αυτή έχει προσδιοριστεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Επιτροπή – μια ατζέντα η οποία περιλαμβάνει τομείς από τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης ως την διευκόλυνση πρόσβασης των τούρκων πολιτών στην ΕΕ και το μεταναστευτικό. Επισήμανε, ωστόσο, ότι οι σχέσεις με την ΕΕ βασίζονται σε κριτήρια και έμπρακτες δράσεις και τόνισε ότι η Τουρκία πρέπει να θέσει προτεραιότητες. Για παράδειγμα τί είναι πιο σημαντικό για την Άγκυρα; Ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης, ή η απαγόρευση εισόδου κυπριακών πλοίων σε τουρκικούς λιμένες;
Στο μεταναστευτικό ζήτημα, ο Μ.Α. της Ελλάδας στην ΕΕ, τόνισε ότι πολλά βρίσκονται υπό συζήτηση αυτές τις ημέρες, αλλά και τις επόμενες εβδομάδες, τα οποία ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ένα καλό αποτέλεσμα, αλλά υπογράμμισε ότι η Τουρκία πρέπει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της στη συμφωνία με την ΕΕ, ιδίως σε ό,τι αφορά τις επιστροφές.
Από την πλευρά του, ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Τουρκίας στην ΕΕ, Φαρούκ Καιμακτσί, (Faruk Kaymakci) ανέφερε ότι η Ελλάδα είναι γείτονας και σύμμαχος της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ και έχει «ειδικό ρόλο στις ευρωτουρκικές σχέσεις». Ο Τούρκος Πρέσβης, επεσήμανε το «θετικό μομέντουμ» που υπάρχει μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, μετά τις εκλογές στις δύο χώρες και μετά τις συναντήσεις των ηγετών των δύο χωρών στο Βίλνιους και τη Νέα Υόρκη. «Στην Άγκυρα είχαμε εποικοδομητική συνάντηση που άνοιξε το δρόμο για το Συμβούλιο Υψηλού επιπέδου, μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας στις 7 Δεκεμβρίου – αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα, το οποίο ελπίζω ότι θα μας οδηγήσει σε θετική ατζέντα», ανέφερε.
Για το θέμα της Κύπρου, ο Φ. Καιμακτσί δήλωσε ότι το κυπριακό ζήτημα έχει επηρεάσει δυσανάλογα αρνητικά τις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ, «αλλά αυτό δεν πρέπει να καταστρέψει όλα τα πεδία συνεργασίας μας με την ΕΕ». Τόνισε ότι «πρέπει να είμαστε ρεαλιστές», και η μία πλευρά να προσπαθήσει να καταλάβει την άλλη. «Το καλύτερο είναι να ενθαρρύνουμε και τις δύο πλευρές για μια λύση» ,είπε και πρόσθεσε ότι αν το Κυπριακό ζήτημα «δηλητηριάζει δυσανάλογα» τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας «δεν πάμε πουθενά».
Για τη «θετική ατζέντα» μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας, ο Τούρκος Πρέσβης εξέφρασε την ελπίδα ότι θα βοηθήσει η επαναπροσέγγιση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου θα στείλει θετικά μηνύματα, για μια «στρατηγική σχέση» με την Τουρκία. Υπογράμμισε τη σημασία επανεκκίνησης της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας, λέγοντας ότι όσο πιο πολύ υπονομεύεται αυτή η διαδικασία, τόσο λιγότερη συνεργασία και εμπιστοσύνη υπάρχει μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας. Σημείωσε, τέλος, ότι το 79% των τούρκων πολιτών τάσσεται υπέρ της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, λέγοντας ότι η Τουρκία θέλει πλήρη ένταξη και όχι μεταβατική σχέση.