
Francis Fukuyama: Η «ρυθμιστική τυραννία» πνίγει την αποδοτικότητα
Γιατί η Αμερική (και όχι μόνο) χρειάζεται τον Χάμιλτον του νέου αιώνα
Εν μέσω των τρεχουσών πολιτικών αναταραχών στις ΗΠΑ, όπου η κριτική κατά του λεγόμενου «βαθέος κράτους» βρίσκεται στο προσκήνιο – ενισχυμένη από φιγούρες όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Έλον Μασκ – ο διακεκριμένος πολιτικός επιστήμονας Φράνσις Φουκουγιάμα ανατέμνει ένα βαθύτερο πρόβλημα: την υπερ-ρύθμιση και την αυξανόμενη δυστοκία του κράτους να υλοποιήσει ακόμη και τα πιο απαραίτητα έργα. Σε ένα δυναμικό άρθρο, ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι αυτή η ανεπάρκεια δεν οφείλεται μόνο στη δεξιά ατζέντα για αποδόμηση του κράτους, αλλά και σε μια ιστορική στροφή στην προοδευτική σκέψη που έχει οδηγήσει σε μια μορφή «ρυθμιστικής τυραννίας», κάνοντας τόσο τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα εξαιρετικά αναποτελεσματικούς. Η λύση, κατά τον Φουκουγιάμα, βρίσκεται σε μια επιστροφή στην «Χαμιλτονιανή» αντίληψη για ένα ικανό, αποτελεσματικό κράτος, προσαρμοσμένη στις σύγχρονες ανάγκες.
Η κριτική του κράτους: Δεξιά και αριστερά συγκλίνουν (αθέλητα)
Η τρέχουσα επίθεση στην ομοσπονδιακή γραφειοκρατία στις ΗΠΑ προέρχεται κυρίως από τη δεξιά, η οποία διαμαρτύρεται για «ανεκλεγέντες γραφειοκράτες» που, κατά την άποψή τους, εφαρμόζουν μια κρυφή αριστερή ατζέντα, έχοντας ξεφύγει από τον έλεγχο των εκλεγμένων ηγετών. Αυτή η ρητορική, με ρίζες στη δεκαετία του 1930 και αναβίωση από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν, έχει ενισχυθεί εκκωφαντικά από τον Τραμπ.
Ωστόσο, ο Φουκουγιάμα επισημαίνει, βασιζόμενος στα έργα του Μαρκ Ντάνκελμαν («Why Nothing Works») και του Πολ Σάμπιν («Public Citizens»), ότι η απονομιμοποίηση του αμερικανικού κράτους δεν είναι αποκλειστικό φαινόμενο της δεξιάς. Και οι προοδευτικοί συνέβαλαν σε αυτή την εξέλιξη.
Η διαμάχη Τζέφερσον vs. Χάμιλτον στην προοδευτική σκέψη
Ο Ντάνκελμαν διακρίνει δύο πόλους στην προοδευτική σκέψη:
Η Τζεφερσονιανή τάση: Βλέπει τη μεγαλύτερη πρόκληση της δημοκρατίας στην προστασία των ατόμων από ένα πιθανώς καταπιεστικό και τυραννικό κράτος. Ήταν κυρίαρχη τον 19ο αιώνα.
Η Χαμιλτονιανή τάση: Θεωρεί την κεντρική κυβέρνηση ως κινητήρια δύναμη της προοδευτικής αλλαγής και υλοποίησης. Ενισχύθηκε την Προοδευτική Εποχή και κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια του New Deal και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το αμερικανικό κράτος ανέλαβε την ανάκαμψη από την κρίση, έθεσε τα θεμέλια του κοινωνικού κράτους και διαχειρίστηκε επιτυχημένα τον πόλεμο – υλοποιώντας ταυτόχρονα γιγαντιαία έργα υποδομής (φράγμα Χούβερ, γέφυρα Γκόλντεν Γκέιτ κ.α.).
Η Τζεφερσονιανή τάση άρχισε να επανεμφανίζεται ισχυρά από τη δεκαετία του 1960 και μετά, καθώς η εμπιστοσύνη στο κράτος άρχισε να διαβρώνεται και στην αριστερά. Εδώ έρχεται ο Σάμπιν και η ανάλυσή του για τον Ραλφ Νέιντερ και την ομάδα του «Public Citizen». Ο Νέιντερ κατηγόρησε τις μεγάλες ρυθμιστικές υπηρεσίες του New Deal ότι είχαν «αιχμαλωτιστεί» από εταιρικά συμφέροντα, συμπράττοντας με τις μεγάλες επιχειρήσεις σε βάρος των απλών πολιτών. Οι προοδευτικοί άρχισαν να στρέφονται στη δικαστική οδό, ασκώντας πιέσεις και προσφεύγοντας νομικά τόσο κατά των ομοσπονδιακών υπηρεσιών όσο και κατά των μεγάλων εταιρειών.
Αυτή η Τζεφερσονιανή στροφή ήταν αρχικά μια αναγκαία διόρθωση, καθώς υπήρξαν πράγματι περιπτώσεις ρυθμιστικής αιχμαλωσίας και καταχρήσεων από το κράτος. Το παράδειγμα του Ρόμπερτ Μόουζες στη Νέα Υόρκη, ο οποίος για δεκαετίες υλοποίησε τεράστια έργα υποδομής (αυτοκινητόδρομοι, πάρκα, γέφυρες) συχνά κατεδαφίζοντας γειτονιές και εκτοπίζοντας πολίτες (ιδιαίτερα μειονότητες) χωρίς ουσιαστική αποζημίωση ή διαβούλευση, καταδεικνύει γιατί η καχυποψία απέναντι στην ανεξέλεγκτη κρατική δύναμη ήταν δικαιολογημένη.
Το Σήμερα: Η αδυναμία υλοποίησης
Σήμερα, το εκκρεμές έχει γυρίσει 180 μοίρες προς τον Τζεφερσονιανισμό. Ενώ οι κατάφωρες καταχρήσεις εξουσίας τύπου Μόουζες είναι σπανιότερες, η δυνατότητα του κράτους (και συχνά και του ιδιωτικού τομέα, λόγω των κρατικών περιορισμών) να υλοποιήσει οτιδήποτε σε μεγάλη κλίμακα έχει σχεδόν εκμηδενιστεί. Ο Φουκουγιάμα παραθέτει παραδείγματα όπως η αδυναμία της Νέας Υόρκης να ανακατασκευάσει τον σταθμό Πενν ή να ολοκληρώσει το μετρό της Δεύτερης Λεωφόρου (που ξεκίνησε το 1972!) ή οι εκτεταμένες αποτυχίες σε έργα υποδομής στην Καλιφόρνια.
Αυτή η παράλυση δεν οφείλεται στην έλλειψη πόρων ή ιδεών, αλλά κυρίως σε δύο παράγοντες:
Η υπερ-ρύθμιση και οι περίπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης: Νόμοι όπως ο NEPA (National Environmental Protection Act) σε ομοσπονδιακό επίπεδο και ο CEQA (California Environmental Quality Act) σε πολιτειακό, έχουν δημιουργήσει πολλαπλάσιες στρώσεις κανόνων και απαιτήσεων που καθυστερούν και καθιστούν τα έργα δυσανάλογα ακριβά. Ακόμη και πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Μπάιντεν για επενδύσεις σε υποδομές και τεχνολογία (π.χ. εργοστάσιο TSMC στην Αριζόνα) καθυστερούν δραματικά λόγω της απουσίας μεταρρύθμισης στις διαδικασίες αδειοδότησης.
Η δυσλειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης: Αντί να είναι ένας αποτελεσματικός μηχανισμός υλοποίησης, η γραφειοκρατία έχει καταστεί άκαμπτη. Οι δημόσιοι υπάλληλοι πνίγονται σε λεπτομερείς κανόνες δεκαετιών και καλούνται να δώσουν προτεραιότητα στη συμμόρφωση με αυτούς τους κανόνες, παρά στην επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων για τους πολίτες. Οι αυθαίρετες απολύσεις που προωθούνται από δυνάμεις όπως αυτές γύρω από τον Τραμπ (με το αστείο ακρώνυμο DOGE) κάνουν τα πράγματα χειρότερα, καταστρέφοντας την αναγκαία κρατική ικανότητα και διώχνοντας ταλέντο.
Προς μια νέα προοδευτική ατζέντα: Η ανάγκη για Χάμιλτον
Ενώ η άμεση προτεραιότητα αυτή την περίοδο είναι η προστασία των θεσμών και ο περιορισμός της εκτελεστικής εξουσίας απέναντι σε αυταρχικές τάσεις, ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι για να ανατραπεί ο «Τραμπισμός» μακροπρόθεσμα, οι αντίπαλοί του πρέπει να προσφέρουν κάτι περισσότερο από την ανάσχεση των καταχρήσεων: ένα θετικό πρόγραμμα για το μέλλον.
Αυτό το πρόγραμμα, κατά τον Φουκουγιάμα, θα έπρεπε να είναι η ανάληψη της Χαμιλτονιανής κληρονομιάς: να χτίσουμε ξανά πράγματα. Να αποκαταστήσουμε την ικανότητα του κράτους να υλοποιεί μεγάλα, απαραίτητα έργα υποδομής και να παρέχει αποτελεσματικά δημόσια αγαθά.
Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται δύο κεντρικές μεταρρυθμίσεις:
Αναμόρφωση των διαδικασιών αδειοδότησης: Απλοποίηση, επιτάχυνση και εξορθολογισμός των κανονισμών που καθιστούν την υλοποίηση έργων έναν ατελείωτο Γολγοθά.
Πραγματική μεταρρύθμιση του Δημόσιου Τομέα: Όχι αποδόμηση, αλλά ενίσχυση της «κρατικής ικανότητας» (state capacity). Προσέλκυση ταλέντου (ειδικά νεότερων, τεχνολογικά καταρτισμένων υπαλλήλων), απο-ρύθμιση της ίδιας της γραφειοκρατίας (μείωση των άκαμπτων κανόνων που πνίγουν την πρωτοβουλία) και ενδυνάμωση των δημοσίων υπαλλήλων ώστε να χρησιμοποιούν την κρίση τους και να δίνουν προτεραιότητα στα αποτελέσματα, όχι στην τυφλή προσήλωση στους κανόνες.
Η Ισορροπία: Συμμετοχή, όχι παράλυση
Ο Φουκουγιάμα τονίζει ότι μια τέτοια στροφή δεν σημαίνει επιστροφή στις μεθόδους του Ρόμπερτ Μόουζες, αγνοώντας τα δικαιώματα των πολιτών και τη δημόσια διαβούλευση. Η συμμετοχή των πολιτών είναι απαραίτητη. Ωστόσο, πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία. Δεν χρειάζονται 50 δημόσιες συναντήσεις για ένα μόνο κτίριο, όπως συνέβη στο Σαν Φρανσίσκο, οδηγώντας σε παράλυση της υλοποίησης. Πρέπει να αλλάξει ο βαθμός στον οποίο οι σημερινές διαδικασίες εμποδίζουν τη συλλογική δράση και την υλοποίηση.
Παγκόσμια διδάγματα
Το άρθρο του Φουκουγιάμα αποτελεί μια ισχυρή προτροπή για επανεξέταση της σχέσης μας με το κράτος. Η διαρκής δυσπιστία και η υπερ-ρύθμιση, ενώ αρχικά μπορεί να ήταν δικαιολογημένες διορθώσεις, έχουν οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου η αποτελεσματικότητα και η ικανότητα υλοποίησης έχουν χαθεί, με κόστος για την κοινωνία και την οικονομία.
Υπάρχει, κατά τον Φουκουγιάμα, ένα σαφές, θετικό προοδευτικό πρόγραμμα που περιμένει να υιοθετηθεί: η διεκδίκηση της κληρονομιάς ενός καλού, ικανού, αποτελεσματικού και αδιάφθορου κράτους. Εφόσον οι δυνάμεις που επιτίθενται στο κράτος δεν ενδιαφέρονται για την οικοδόμηση μιας τέτοιας δομής, εκείνοι που πιστεύουν στην αξία των δημόσιων αγαθών και της συλλογικής δράσης οφείλουν να αναλάβουν αυτή την ευθύνη. Η αναγκαία μεταρρύθμιση δεν είναι η αποδόμηση, αλλά η ενδυνάμωση και ο εκσυγχρονισμός του κράτους, ώστε να γίνει ξανά ικανό να υπηρετεί τους πολίτες και να χτίζει το μέλλον. Αυτή η πρόκληση αφορά την Αμερική, αλλά τα διδάγματα είναι παγκόσμια.
Βασικά σημεία προς συγκράτηση
-Η υπερβολική και αναποτελεσματική ρύθμιση λειτουργεί ως σημαντική τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη ΗΠΑ και Ευρώπης.
-Το σωρευτικό κόστος πολλών “μικρών” κανόνων (“ρυθμιστική τυραννία”) μπορεί να είναι τεράστιο.
-Βασικοί τομείς που πλήττονται περιλαμβάνουν την κατοικία, την αγορά εργασίας και την ενέργεια.
-Η πολιτική οικονομία (ομάδες συμφερόντων, γραφειοκρατία) ευνοεί τη διαιώνιση προβληματικών ρυθμίσεων.
-Είναι κρίσιμο να αξιολογείται διαρκώς η σχέση κόστους-οφέλους των κανονισμών και να επιδιώκεται η “έξυπνη” ρύθμιση αντί της τυφλής απορρύθμισης ή της ανεξέλεγκτης υπερ-ρύθμισης.
Πολύτιμη τροφή για σκέψη
Το άρθρο αποτελεί μια δυναμική παρέμβαση που, παρά την ιδεολογικά φορτισμένη γλώσσα του, θέτει ουσιαστικά ερωτήματα για τον αντίκτυπο της σύγχρονης κανονιστικής λαίλαπας. Υπενθυμίζει ότι η ευημερία δεν προκύπτει μόνο από την παραγωγή πλούτου, αλλά και από την ελευθερία και την ευελιξία που επιτρέπουν την καινοτομία και την προσαρμογή. Για χώρες όπως η Ελλάδα, με γνωστά προβλήματα γραφειοκρατίας και πολύπλοκων ρυθμίσεων, η ανάλυση αυτή, έστω και προερχόμενη από διαφορετικό πλαίσιο, προσφέρει πολύτιμη τροφή για σκέψη σχετικά με τις διαρθρωτικές αλλαγές που απαιτούνται για την απελευθέρωση του οικονομικού δυναμικού. Η πρόκληση παραμένει η εξεύρεση της σωστής ισορροπίας μεταξύ της απαραίτητης προστασίας που προσφέρουν οι κανόνες και της οικονομικής δυναμικής που πνίγει η υπερβολή τους.
Πηγή: theunpopulist.net
mywaypress.gr