
Εθνική Αμυντική Βιομηχανία: Πυλώνας ανάπτυξης ή χαμένη ευκαιρία;
Πρακτικά βήματα και πολιτικές για την ελληνική οικονομία
Η πρόσφατη πρωτοβουλία του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια, για υποχρεωτική συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας κατά 25% στα εξοπλιστικά προγράμματα, σε συνδυασμό με τις ευρωπαϊκές κινήσεις για επανεξοπλισμό (ReArm Europe), επαναφέρουν στο προσκήνιο τη συζήτηση για τον ρόλο και τις προοπτικές της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Ενώ η συγκρατημένη αισιοδοξία είναι διάχυτη, η ουσιαστική συμβολή της αμυντικής βιομηχανίας στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας προϋποθέτει έναν καλά σχεδιασμένο οδικό χάρτη, συγκεκριμένες πολιτικές και την αποφυγή επικίνδυνων «παραθύρων» αδιαφάνειας.
Η τρέχουσα συγκυρία: Ευκαιρίες και προβληματισμοί
Η απόφαση για 25% εγχώρια συμμετοχή αποτελεί ένα θετικό σήμα. Ωστόσο, η αοριστία ως προς τη βάση υπολογισμού αυτού του ποσοστού και οι προκλήσεις που θέτει το τεράστιο Κόστος Κύκλου Ζωής (Life Cycle Cost – LCC) των εξοπλιστικών συστημάτων (που μπορεί να είναι 2,7-3 φορές το κόστος αρχικής προμήθειας) καθιστούν τον στόχο αυτό δύσκολα επιτεύξιμο, ειδικά για τα ήδη υπογεγραμμένα μεγάλα προγράμματα. Για παράδειγμα, μια φρεγάτα κόστους 1 δισ. ευρώ θα απαιτήσει επιπλέον 2 δισ. ευρώ για υποστήριξη στα επόμενα 40 χρόνια.
Παράλληλα, τα ευρωπαϊκά προγράμματα όπως το ReArm Europe και ο κανονισμός SAFE, αν και δυνητικά επωφελή, εγείρουν ερωτήματα. Υπάρχει ανησυχία για το αν ο σχεδιασμός θα οδηγήσει σε δίκαιο διαμοιρασμό της «πίτας» ή θα ευνοήσει τις ήδη ανεπτυγμένες αμυντικές βιομηχανίες, δημιουργώντας νέα τραστ. Η Ελλάδα αναμένει μια «ανάσα» δημοσιονομικής ευελιξίας της τάξης των 500 εκατομμυρίων ευρώ ή και λιγότερο από το ReArm, ποσό του οποίου ο ακριβής υπολογισμός παραμένει υπό συζήτηση. Επιπλέον, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας εκφράζει επιφυλάξεις για τις πρωτοβουλίες απλοποίησης διαδικασιών (Defence Omnibus Simplification), φοβούμενη «παράθυρα» αδιαφάνειας και διαφθοράς, και αναμένει συγκεκριμένες δικλείδες ασφαλείας. Οι πηγές του υπουργείου δεν δείχνουν ενθουσιασμό ούτε για τα δάνεια του προγράμματος SAFE, καθώς η χρηματοδότηση για τον μακροπρόθεσμο εξοπλιστικό σχεδιασμό θεωρείται δεδομένη. Η βραχυπρόθεσμη οπτική ορισμένων ευρωπαϊκών σχεδίων (πενταετία αντί για τουλάχιστον δεκαπενταετία που απαιτείται για βιωσιμότητα στην άμυνα) και η έλλειψη ώριμης αμυντικής κουλτούρας στην ΕΕ αποτελούν επιπλέον πηγές προβληματισμού.
Πηγές από την ίδια την αμυντική βιομηχανία εκφράζουν την ανησυχία μήπως οι κινήσεις της ΕΕ είναι περισσότερο «κινήσεις πανικού» παρά στρατηγική αλλαγή νοοτροπίας. Τονίζουν δε, ότι ο στόχος των ελληνικών εταιρειών δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά το εκάστοτε ελληνικό πρόγραμμα, καθώς αυτό περιορίζει την παραγωγή, τη διάρκεια και αυξάνει το κόστος, καθιστώντας τις επενδύσεις ασύμφορες.
Πρακτικά βήματα και συγκεκριμένες πολιτικές για οικονομική ανάπτυξη
Για να μπορέσει η εθνική αμυντική βιομηχανία να αποτελέσει πραγματικό μοχλό ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, απαιτούνται συγκεκριμένα και συντονισμένα βήματα:
Στρατηγικός επαναπροσδιορισμός του στόχου: Η επιδίωξη δεν πρέπει να περιορίζεται σε ένα ποσοστό συμμετοχής στις εγχώριες προμήθειες. Κύριος στόχος πρέπει να είναι η ένταξη των ελληνικών εταιρειών στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα των μεγάλων κατασκευαστών, ανεξάρτητα από τα ελληνικά εξοπλιστικά προγράμματα. Το ποσοστό συμμετοχής (π.χ. 25%) θα πρέπει ιδανικά να αφορά όχι μόνο την αρχική προμήθεια, αλλά ολόκληρη τη διάρκεια ζωής του συστήματος και τις διεθνείς πωλήσεις του. Αυτή η προσέγγιση εξασφαλίζει εξαγωγές, πραγματικές οικονομικές επιστροφές, νέες θέσεις εργασίας και βιωσιμότητα για τις εταιρείες.
Χαρτογράφηση δυνατοτήτων και θεσμοθέτηση μητρώου: Απαιτείται η ακριβής καταγραφή των υφιστάμενων ελληνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην αμυντική βιομηχανία, με έμφαση σε εκείνες που πραγματικά παράγουν προϊόντα και τεχνολογία. Μια τέτοια κίνηση, την οποία και ο Υπουργός φέρεται να θεωρεί λογική, θα επιτρέψει την καλύτερη στόχευση των πολιτικών στήριξης.
Επένδυση στην Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία (ΕΑ&Κ): Η Ελλάδα, που σήμερα δυστυχώς δεν συμμετέχει στην ανάπτυξη νέων οπλικών συστημάτων, πρέπει να επενδύσει συστηματικά στην ΕΑ&Κ. Η δημιουργία συνεργειών μεταξύ πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και βιομηχανίας, με στόχευση σε τεχνολογικές αιχμές και εξειδικευμένες αγορές (niche markets), μπορεί να δημιουργήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος: Πέραν της απλοποίησης διαδικασιών, η οποία όμως πρέπει να συνοδεύεται από ισχυρές δικλείδες ασφαλείας κατά της διαφθοράς, απαιτούνται κίνητρα για επενδύσεις, πρόσβαση σε χρηματοδότηση, φορολογικές ελαφρύνσεις για ΕΑ&Κ και εξαγωγές, καθώς και η ανάπτυξη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Εξωστρέφεια και αμυντική διπλωματία: Η πολιτική στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας πρέπει να επεκτείνεται και στο εξωτερικό. Η ενεργός προώθηση των ελληνικών αμυντικών προϊόντων και η επιδίωξη διεθνών συμπαραγωγών και συνεργασιών είναι καθοριστικής σημασίας.
Μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός: Η ανάπτυξη μιας ισχυρής αμυντικής βιομηχανίας απαιτεί όραμα και σχεδιασμό που υπερβαίνει την πενταετία, με ορίζοντα τουλάχιστον 15 ετών. Η πολιτική σταθερότητα και η διακομματική συναίνεση στους στρατηγικούς στόχους είναι απαραίτητες.
Διασφάλιση διαφάνειας και λογοδοσίας: Η ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου, η πλήρης διαφάνεια στις διαδικασίες προμηθειών και η λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα είναι εκ των ων ουκ άνευ για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και την αποφυγή πρακτικών του παρελθόντος.
Επίτευξη βιομηχανικής ετοιμότητας και αποτελεσματικού διαχειριστικού μηχανισμού: Όπως τονίζεται, για να ωφεληθεί η χώρα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, απαιτείται βιομηχανική ετοιμότητα και ένας αποτελεσματικός διαχειριστικός μηχανισμός. Αυτό περιλαμβάνει σύγχρονες υποδομές, εξειδικευμένο προσωπικό και αποτελεσματική διαχείριση έργων.
Μάθηση από διεθνή παραδείγματα: Η μελέτη επιτυχημένων μοντέλων ανάπτυξης αμυντικής βιομηχανίας σε άλλες χώρες, όπως η Τουρκία που αναφέρεται ως παράδειγμα προς μίμηση για την γιγάντωση του τομέα της, μπορεί να προσφέρει πολύτιμα διδάγματα.
Ξεκάθαρο εθνικό σχέδιο
Η ανάπτυξη μιας ισχυρής και καινοτόμου εθνικής αμυντικής βιομηχανίας μπορεί να μετεξελιχθεί από ένα αναγκαίο κόστος για την εθνική ασφάλεια, σε έναν δυναμικό πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης, τεχνολογικής προόδου και δημιουργίας ποιοτικών θέσεων εργασίας. Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος δεν εξαρτάται από αποσπασματικές κινήσεις, αλλά από μια συνεκτική, μακρόπνοη στρατηγική που θα δίνει έμφαση στην εξωστρέφεια, την καινοτομία, τη διαφάνεια και την ενσωμάτωση της ελληνικής βιομηχανίας στις διεθνείς αλυσίδες αξίας. Η τρέχουσα συγκυρία προσφέρει ευκαιρίες, αλλά η αξιοποίησή τους απαιτεί τόλμη, συνέπεια και κυρίως, ένα ξεκάθαρο εθνικό σχέδιο.
Με πληροφορίες από in.gr
mywaypress.gr – Για προσεκτικούς αναγνώστες