ΗΠΑ- Το δίλημμα της διαμαρτυρίας: Όταν οι δρόμοι παίρνουν φωτιά, ποιος κερδίζει;

Οι διαδηλώσεις είναι ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία στα χέρια των πολιτών. Μπορούν να γκρεμίσουν καθεστώτα, όπως απέδειξαν οι έγχρωμες επαναστάσεις στην Ανατολική Ευρώπη, ή να υπερασπιστούν δικαιώματα, όπως έκανε το αμερικανικό κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα.  Ωστόσο, η ιστορία είναι γεμάτη και από διαμαρτυρίες που είτε έσβησαν χωρίς να πετύχουν τίποτα συγκεκριμένο, όπως το κίνημα Occupy Wall Street, είτε προκάλεσαν αντιδράσεις που τελικά έβλαψαν τον σκοπό τους.  Κάθε φορά που οι πολίτες κατεβαίνουν στους δρόμους, βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα κρίσιμο δίλημμα, καθώς και τα τρία ενδεχόμενα – επιτυχία, αποτυχία, ή αυτοκαταστροφική αντίδραση – είναι πάντοτε πιθανά.

Το άρθρο “The Protest Dilemma” του Jonathan Vlast (thebulwark.com) μάς ωθεί να κοιτάξουμε πέρα από τις βεβαιότητες και να αναμετρηθούμε με την αβεβαιότητα που συνοδεύει κάθε κινητοποίηση.

 
Η ανατομία της επιτυχημένης διαμαρτυρίας

Η κοινή λογική και η ακαδημαϊκή ανάλυση συγκλίνουν σε ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά των επιτυχημένων κινημάτων: πρέπει να είναι μαζικά, μη βίαια και να έχουν σαφείς, εφικτούς στόχους.  Στόχοι όπως η ανεξαρτησία για την Ινδία ή η κατάργηση ενός αυταρχικού ηγέτη είναι συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι. Αντίθετα, όσο πιο διάχυτοι και θεωρητικοί γίνονται οι στόχοι, τόσο πιο δύσκολα επιτυγχάνονται.

Ένας εξίσου κρίσιμος παράγοντας είναι ο χρόνος. Οι διαδηλώσεις δεν μπορούν να συνεχίζονται επ’ αόριστον.  Δημιουργούν μια κοινωνική αναταραχή που είτε θα οδηγήσει σε μια κάθαρση – θετική ή αρνητική – είτε απλώς θα εκτονωθεί και θα διαλυθεί.  Γι’ αυτό, μια διαμαρτυρία που κορυφώνεται πριν από ένα συγκεκριμένο γεγονός, όπως οι εκλογές, έχει αυξημένες πιθανότητες να ασκήσει πραγματική πίεση, καθώς προσφέρει έναν πεπερασμένο και προβλέψιμο ορίζοντα.

 

 
Η παγίδα της πρόκλησης: Όταν η εξουσία θέλει τη διαμαρτυρία

Ένα από τα πιο οξυδερκή σημεία του άρθρου είναι η επισήμανση ότι, μερικές φορές, ένα καθεστώς επιδιώκει ενεργά τη διοργάνωση διαδηλώσεων εναντίον του.  Μια κυβέρνηση μπορεί να προκαλέσει σκόπιμα ένα κίνημα διαμαρτυρίας για να πολώσει την κοινή γνώμη γύρω από δράσεις που διαφορετικά θα ήταν ευρέως αντιδημοφιλείς.

Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι αυτή ακριβώς είναι η στρατηγική του Τραμπ, ο οποίος φέρεται να κλιμάκωσε τις συλλήψεις μεταναστών με προκλητικό τρόπο, ελπίζοντας να εξωθήσει τους πολίτες σε αντίδραση.  Ωστόσο, εδώ γεννάται το στρατηγικό ερώτημα: το να μην του δώσεις αυτό που θέλει, δηλαδή την εικόνα της σύγκρουσης, είναι η σωστή απάντηση; Ο Vlast αντικρούει αυτή τη λογική, τονίζοντας ότι ο Τραμπ έχει αποδείξει επανειλημμένα πως θα κλιμακώσει την κατάσταση ανεξάρτητα από το αν υπάρχει πρόσχημα ή όχι.  Επομένως, το να μένουν οι διαδηλωτές σπίτι τους, απλώς και μόνο επειδή η εξουσία τούς προκαλεί, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι η σωστή κίνηση.  Η απόφαση πρέπει να ληφθεί σε ένα υψηλότερο επίπεδο ανάλυσης.

 

Το ενοχλητικό παράδοξο της βίας

Ίσως το πιο δύσκολο ερώτημα που τίθεται αφορά τον ρόλο της βίας. Η επικρατούσα άποψη, ειδικά μεταξύ των μετριοπαθών, είναι ότι η μη βία αποτελεί το κλειδί της επιτυχίας.  Πράγματι, σε μια συγκέντρωση 10.000 ειρηνικών διαδηλωτών, αρκεί ένα άτομο να πετάξει ένα μπουκάλι νερό σε έναν αστυνομικό για να χαρακτηριστεί ολόκληρο το κίνημα ως “βίαιο”.

Κι όμως, ο συγγραφέας τολμά να θέσει το ερώτημα: είναι αυτό πάντα αλήθεια;  Το κίνημα “Stop the Steal” του Τραμπ ήταν ανοιχτά βίαιο με τον πιο προκλητικό και καταγεγραμμένο τρόπο.  Παρ’ όλα αυτά, ο σκοπός του Τραμπ δεν ζημιώθηκε εξαιτίας αυτού.  Αντιθέτως, οι αρχικές τυπικές αποκηρύξεις της βίας σύντομα έδωσαν τη θέση τους σε μια έμμεση αποδοχή, η οποία τελικά μετατράπηκε σε ηρωοποίηση των βίαιων διαδηλωτών ως πατριωτών και μαρτύρων.

Αυτό το παράδοξο μας αφήνει με ένα βασανιστικό ερώτημα που σπάνια συζητείται ανοιχτά: Γιατί ορισμένα κινήματα διαμαρτυρίας επωφελούνται από τη βία, ενώ άλλα ακρωτηριάζονται από αυτήν;  Η απάντηση δεν είναι προφανής και απαιτεί μια νηφάλια, βαθιά ανάλυση πέρα από ιδεολογικές προκαταλήψεις.

 

Η διαμαρτυρία ως οργανικό φαινόμενο

Τελικά, ο Vlast καταλήγει σε μια αποκαλυπτική παραδοχή: όσο και αν αναλύουμε, σχεδιάζουμε και δίνουμε συμβουλές, η ικανότητά μας να διαμορφώσουμε ή να ελέγξουμε ένα κίνημα διαμαρτυρίας είναι περιορισμένη.  Η διαμαρτυρία δεν είναι απλώς μια στρατηγική, αλλά μια οργανική διαδικασία, σχεδόν σαν μια χημική αντίδραση ή ένα κοινωνικό φαινόμενο που αποκτά τη δική του ζωή.  Αν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού νοιάζεται βαθιά για ένα ζήτημα, όπως οι μαζικές απελάσεις, θα βγει στους δρόμους. Και αυτό θα συμβεί ανεξάρτητα από το αν οι αναλυτές θεωρούν την κίνηση συνετή ή όχι.

Το δίλημμα της διαμαρτυρίας παραμένει άλυτο. Δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις, αλλά μας υποχρεώνει να σκεφτούμε κριτικά. Μας καλεί να αναγνωρίσουμε την πολυπλοκότητα, να ζυγίσουμε τις παγίδες της εξουσίας και να αναρωτηθούμε για τις πραγματικές συνθήκες που μετατρέπουν τη φωνή του δρόμου σε μοχλό αλλαγής.

mywaypress.gr – Για προσεκτικούς αναγνώστες

Σχετικά Άρθρα