ΣΕΒ: Εκπαίδευση, αναξιοκρατία και ανεργία– ένας καταστροφικός συνδυασμός

Η πρόσφατη επιβεβαίωση της ποιοτικής υστέρησης του εκπαιδευτικού συστήματος στη χώρα μας από στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής δείχνει, μέσω της υψηλής ανεργίας των νέων που μετά τις σπουδές τους αδυνατούν να βρουν απασχόληση, τη σημασία που έχει η ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει το κράτος, σημειώνει ανάλυση του ΣΕΒ στο  Εβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική οικονομία – Οικονομία & Επιχειρήσεις .

Χωρίς ένα αποτελεσματικό κράτος η κοινωνία και η οικονομία δεν ξεπερνούν αδυναμίες όπως αυτό αποτυπώνεται στην αγορά εργασίας και τις κοινωνικές επιδόσεις. Στην Ελλάδα τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά καθώς η ανταγωνιστικότητα επιβαρύνεται όχι μόνο από τις οργανωτικές ανεπάρκειες του κράτους αλλά και την υψηλή φορολογία που είναι αντίστοιχη χωρών που προσφέρουν δημόσιες υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όπως αποτυπώνονται κυρίως στην εκπαίδευση και τις υποδομές. Σχετικά έχει ενδιαφέρον, τέλος, να επισημάνει κανείς ότι ήδη από το πρώτο μνημόνιο και σε κάθε επικαιροποίηση ή νέα συμφωνία, οι δράσεις οργάνωσης του δημόσιου τομέα και καταπολέμησης της αναξιοκρατίας λαμβάνουν ιδιαίτερα χαμηλή προτεραιότητα και δεν αποτελούν κομβικά σημεία της διαπραγμάτευσης, ενώ σχετίζονται άρρηκτα με την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Την αδυναμία αυτή εστίασης στη βελτίωση της ποιότητας του κράτος, πρέπει να τονιστεί, υφίστανται και οι εκπαιδευτικοί, που παρά τις φιλότιμες προσπάθειές τους, δεν μπορούν να ξεπεράσουν τις οργανωτικές αδυναμίες του συστήματος και να προσφέρουν αυτά που θα ήθελαν να προσφέρουν, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, στα παιδιά και τους νέους.

H πρόσφατη έκθεση του παρατηρητηρίου της Ευρ. Επιτροπής για την εκπαίδευση και μαθητεία, που επικαιροποιήθηκε για το 2016, επανάφερε για άλλη μια φορά στο προσκήνιο τις αδυναμίες του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ενώ τα στοιχεία της έκθεσης για την υστέρηση επιδόσεων σε ανάγνωση, μαθηματικά και επιστήμες δεν έχουν επικαιροποιηθεί στην έκθεση της Ευρ. Επιτροπής, και συνεπώς τα στοιχεία που καταγράφουν τη μεγάλη σχετική υστέρηση της Ελλάδας δεν είναι πρόσφατα (όμως τα έχουν καταγράφει πρόσφατα οι μελέτες PISA του ΟΟΣΑ), η έκθεση καταγράφει πάντα την ιδιαίτερα μεγάλη αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να εξασφαλίσει την καλή πορεία των αποφοίτων στον επαγγελματικό στίβο μετά την αποφοίτηση.

Πέρα από τα ποσοστά αυτά, η Ευρ. Επιτροπή επαναλαμβάνει στην ειδική ανάλυση για την Ελλάδα όχι μόνο τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος, σε όλες τις βαθμίδες, οι οποίες συνδέονται με την έλλειψη του συνδυασμού αυτονομίας και αξιολόγησης. Σχετικά, η Έυρ. Επιτροπή καταγράφει την οπισθοδρόμηση στο πεδίο αυτό τόσο στα σχολεία όσο και στα πανεπιστήμια, με τη διακοπή της διαδικασίας αξιολόγησης και την κατάργηση της αυτονομίας της διοίκησης των πανεπιστημίων εντός του 2015. Ενδιαφέρον έχει όμως και η αναφορά της έκθεσης στην πολύ περιορισμένη, στην καλύτερη περίπτωση, αποτελεσματικότητα του προγράμματος αναβάθμισης της ποιότητας των πανεπιστημίων, μέρος του οποίου ήταν, μεταξύ άλλων, και οργανωτικές καινοτομίες που προσφάτως αποσύρθηκαν. Η δυσκολία αυτή όχι μόνο εδραίωσης στο χρόνο της αυξημένης αυτονομίας και αξιολόγησης, αλλά και τα περιορισμένα ορατά αποτελέσματα μέσα στα πρώτα λίγα χρόνια εφαρμογής των όποιων σχετικών μεταρρυθμίσεων, δείχνουν αδυναμίες στο σύστημα οργάνωσης που είναι βαθύτερες και ευρύτερες.

Σχετικά, πρόσφατη μελέτη της Διεθνούς Διαφάνειας για τη σχέση πολιτών και δημόσιας διοίκησης δείχνει όχι μόνο ότι ιδιαίτερα μεγάλο μέρος των Ελλήνων έχει αρνητική εικόνα για το κοινοβούλιο, αλλά την ίδια ώρα εκτιμούν και ότι η κυβέρνηση δεν κάνει ιδιαίτερα μεγάλη προσπάθεια για τη μείωση της αναξιοκρατίας και των πελατειακών σχέσεων (Διάγραμμα 15). Η εικόνα αυτή διαμορφώνεται παρά το γεγονός ότι μετά το ξέσπασμα της κρίσης η αντίληψη διαφθοράς φαίνεται να υποχωρεί στη χώρα, μετά τη συνεχή άνοδο και κορύφωση πριν την κρίση (Διάγραμμα 16).

%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1-15-16-%cf%83%ce%b5%ce%b2-1-12-2016

Έχει επίσης ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι από τη μία στις χώρες στις οποίες υπάρχει αυξημένη αντίληψη για τις πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος με ομάδες συμφερόντων, το εκπαιδευτικό σύστημα αξιολογείται ως χαμηλότερης ποιότητας (Διάγραμμα 17) αλλά και ότι παράλληλα στις χώρες στις οποίες το εκπαιδευτικό σύστημα υστερεί ποιοτικά οι νέοι απόφοιτοι από τεχνικά λύκεια έως πανεπιστήμια δυσκολεύονται να βρουν δουλειά, όπως προκύπτει από το υψηλό επίπεδο ανεργίας τους (Διάγραμμα 18). Μάλιστα, η Ελλάδα είναι ιδιαίτερη περίπτωση ακόμα και πέρα από τις τάσεις που διαμορφώνονται, καθώς η ιδιαίτερα χαμηλή ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήματος συνδυάζεται με ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης των νέων αποφοίτων.

Τα διαγράμματα αποτυπώνουν πάνω από όλα ότι υπάρχει ένα σημαντικό έλλειμμα στο λεγόμενο «κοινωνικό κεφάλαιο», στην εμπιστοσύνη δηλαδή με την οποία περιβάλλουν οι πολίτες το κράτος και την οικονομία και την αδυναμία προσφοράς ευκαιριών σε κοινωνική και οικονομική ανέλιξη.

Ο συνδυασμός πελατειακών σχέσεων, χαμηλής ποιότητας εκπαιδευτικού συστήματος και δυσκολίας των νέων να αξιοποιήσουν τις γνώσεις που τους προσέφερε το εκπαιδευτικό σύστημα για να ξεκινήσουν τον επαγγελματικό τους βίο πρέπει να εξεταστεί όμως σε συνδυασμό με μια ακόμα παράμετρο –την υπερφορολόγηση (Διάγραμμα 19).

%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%bc%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-17-18-19-%cf%83%ce%b5%ce%b2-1-12-2016

 
Έτσι η Ελλάδα αποτελεί χώρα που φορολογεί υψηλότατα την εργασία, ειδικά όταν συνοδεύεται με όρεξη για δουλειά και αριστεία. Συνεπώς εντάσσεται ανάμεσα σε χώρες υψηλής φορολογίας όπως είναι πολλές χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Έτσι, παρά την υψηλή φορολογία οι νέοι εκεί εξοπλίζονται για τα πρώτα τους επαγγελματικά τους βήματα και, σε ένα πλαίσιο στο οποίο γενικά οι υψηλοί φόροι έχουν υψηλή ανταποδοτικότητα και βρίσκουν πολύ πιο εύκολα εργασία. Αντίθετα, στην Ελλάδα οι υψηλοί φόροι πλαισιώνονται από ένα ανεπαρκές, από ποιοτικής πλευράς, εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο οδηγεί, μέσω μιας αγοράς που πλήττεται γενικά από υψηλούς μη ανταποδοτικούς φόρους, τους νέους στην ανεργία ή μετανάστευση, για το δεύτερο ειδικά όταν έχουν όρεξη για εργασία και διάθεση να αριστεύσουν.

Η παράθεση αυτή της πραγματικότητας στην αγορά εργασίας και την εκπαίδευση σε ένα πλαίσιο υψηλής φορολόγησης αναδεικνύει σε ένα κομβικό σημείο τη σημασία της ανταποδοτικότητας των φόρων για την ανταγωνιστικότητα της χώρας, και κατά προέκταση την ικανότητά της να προσφέρει απασχόληση και κοινωνική συνοχή σε ένα πλαίσιο ανάπτυξης. Έτσι, έχει πολύ μεγάλη σημασία για την επίτευξη της κοινωνικής συνοχής όχι το απόλυτο ύψος των φόρων, αλλά ο βαθμός στον οποίο τα χρήματα αυτά που αφαιρούνται από επιχειρήσεις και εργαζόμενους δαπανώνται στη συνέχεια από ένα αδιάφθορο και αποτελεσματικό κράτος σε δράσεις που έμπρακτα στηρίζουν την κοινωνική συνοχή και την ανάπτυξη. Στο βαθμό που τα χρήματα αυτά αφαιρούνται από την αγορά και τους πολίτες, αλλά στη συνέχεια δαπανώνται με τρόπο που δεν φέρνει ορατά αποτελέσματα, αυτό που μένει είναι η μείωση της ανταγωνιστικότητας από την υψηλή φορολογία ενώ την ίδια ώρα παραμένουν και οι λοιποί, άυλοι και υλικοί, παράγοντες που απομειώνουν τη μη μισθολογική ανταγωνιστικότητα. Αυτή είναι η περίπτωση στην Ελλάδα, και η πραγματικότητα της υψηλής ανεργίας των νέων και της κοινωνικής συνοχής που δοκιμάζεται από την απουσία επενδύσεων, και συνεπώς θέσεων εργασίας, δείχνει ότι δεν μπορεί κανείς να προσδοκά ανάπτυξη όταν επιβάλλει τους φόρους ανεπτυγμένων χωρών σήμερα και υποσχόμενος αδιάφθορο και αποτελεσματικό κράτος αύριο. Η συνταγή της επιτυχίας έχει διαφορετική σειρά με την ποιότητα του κράτους να αναβαθμίζεται πρώτα, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη, και στη συνέχεια τους φόρους να τιμολογούν εύλογα και δίκαια αυτό το ποιοτικό κράτος.

Σχετικά έχει ενδιαφέρον, τέλος, να επισημάνει κανείς ότι ήδη από το πρώτο μνημόνιο και σε κάθε επικαιροποίηση ή νέα συμφωνία οι δράσεις για τη βελτίωση της ποιότητας στο κράτος, λαμβάνουν ιδιαίτερα χαμηλή προτεραιότητα. Πρέπει να τονιστεί επίσης, ότι και οι εκπαιδευτικοί, που παρά τις φιλότιμες προσπάθειες τους δεν μπορούν να ξεπεράσουν τις οργανωτικές αδυναμίες του συστήματος και να προσφέρουν αυτά που θα ήθελαν να προσφέρουν, υπό τις κατάλληλες συνθήκες, στα παιδιά και τους νέους.

Σχετικά Άρθρα