
Χάρης Γεωργιάδης: η εμπιστοσύνη είναι το πιο βασικό συστατικό για την ανάκαμψη
Η αναβλητικότητα, τα ημίμετρα και η μη – εφαρμογή αποφάσεων είναι συνταγή για την οικονομικές περιπέτειες. Τα προβλήματα δεν φεύγουν όταν τα κρύβουμε κάτω από το χαλί. Από την άλλη η εμπιστοσύνη μπορεί καθοριστικά να αποκατασταθεί όταν κάποιος κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, όσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Και η εμπιστοσύνη είναι η προϋπόθεση, είναι το πιο βασικό συστατικό για την ανάκαμψη, τόνισε ο Υπουργός Οικονομικών της Κύπρου Χάρης Γεωργιάδης, σε ομιλία του στο 11ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας.
Η πλήρης ομιλία:
θα ήθελα θερμά να ευχαριστήσω την Νέα Δημοκρατία για την τιμητική πραγματικά πρόσκληση να είμαι ομιλητής σε αυτό το σημαντικό Συνέδριο. Έχω παρακολουθήσει εξ’ αποστάσεως μέρος της προσυνεδριακής διαδικασίας και τον γόνιμο πολιτικό διάλογο που έχει αναπτυχθεί, στον οποίο ελπίζω να συμβάλω, έστω και στο ελάχιστο, μεταφέροντας σας κάποιες σκέψεις και προβληματισμούς που σχετίζονται με την δραματική πτώση αλλά και την άνοδο της κυπριακής οικονομίας.
Πριν από κάθε άλλο, θα ήθελα να διαβιβάσω τους εγκάρδιους χαιρετισμούς του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, του Νίκου Αναστασιάδη, προς την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, προς όλους τους Σύνεδρους και προς όλους τους Έλληνες. Αλλά και τους χαιρετισμούς και αδελφικές ευχές του Προέδρου του Δημοκρατικού Συναγερμού Αβέρωφ Νεοφύτου.
Κυρίες και κύριοι, θα θυμάστε, είμαι βέβαιος, ότι το 2013 η Κύπρος είχε οδηγηθεί στο χείλος της πλήρους οικονομικής κατάρρευσης. Η κοινωνία ήταν σε απόγνωση και η συμμετοχή μας στην ευρωζώνη ήταν σε αμφισβήτηση. Κατ΄ ακρίβεια κύκλος της ύφεσης είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, από το 2009. Η ανεργία, από το 3,7% είχε φτάσει στο 15,8%, μέσα σε 4 – 5 χρόνια. Επιχειρήσεις έκλειναν η μια μετά την άλλη. Η εμπιστοσύνη είχε χαθεί. Είχε ακόμα χαθεί η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, με αποτέλεσμα να υπάρξει μαζική φυγή καταθέσεων και τελικά κατάρρευση μιας μεγάλης τράπεζας, με σημαντική απώλεια για τους καταθέτες. Είχε βεβαίως χαθεί και η εμπιστοσύνη στο ίδιο το Κράτος, το οποίο απώλεσε την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές και λειτουργούσε με τις ρεζέρβες. Στην απαρχή της διακυβέρνησης Αναστασιάδη, η χώρα είχε ρευστά διαθέσιμα για 30 μέρες. Είχαμε φτάσει τόσο κοντά. Αλλά θέλω να σας πω, πως οι αιτίες της κυπριακής κρίσης, πάνε ακόμη πιο πίσω, σε μια περίοδο την οποία θα χαρακτήριζα ως την περίοδο της επίπλαστης ευφορίας. Τότε που το Κράτος δαπανούσε αλόγιστα. Που δαπανούσε λεφτά που δεν είχε, αφήνοντας τον λογαριασμό για παρακάτω. Και όσο αυτό συνέβαινε, όλοι, ήταν ευτυχείς. Το Κράτος πραγματοποιούσε προσλήψεις, μοίραζε αυξήσεις και επιδόματα, ικανοποιούσε ανάγκες.
Και την ίδια περίπου περίοδο, το τραπεζικό μας σύστημα διοχέτευε δανεισμό στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με ένα εξίσου αλόγιστο τρόπο και σε ρυθμό πραγματικά εξωφρενικό. Με αποτέλεσμα η οικονομία να τρέχει πράγματι με πολύ ικανοποιητικούς ρυθμούς. Όπως όμως με οδυνηρό τρόπο διαπιστώσαμε, αυτή η μορφή οικονομικής δραστηριότητας δεν είναι βιώσιμη. Οδηγεί σε υπερθέρμανση, οδηγεί σε φούσκα και οι φούσκες συνήθως σπάζουν, συμπαρασέρνοντας ολόκληρη την οικονομία. Αυτό ακριβώς αντιμετωπίσαμε.
Αγαπητοί Σύνεδροι, σήμερα, μπορούμε πράγματι να μιλήσουμε για μια πολύ ικανοποιητική ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας. Διανύουμε την τρίτη χρονιά ανάπτυξης με τον ρυθμό φέτος να φτάνει το 4%. Δεν έχουν βέβαια αντιμετωπιστεί πλήρως οι συνέπειες της κρίσης ούτε και θέλω να σας παρουσιάσω μια κατάσταση ωραιοποιημένη. Όμως, η σταθερότητα, η εμπιστοσύνη και η θετική προοπτική έχει αποκατασταθεί. Και είναι από αυτήν την θέση που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάποιες διαπιστώσεις. Πρώτα απ’ όλα, ότι η αναβλητικότητα, τα ημίμετρα και η μη – εφαρμογή αποφάσεων είναι συνταγή για την οικονομικές περιπέτειες. Τα προβλήματα δεν φεύγουν όταν τα κρύβουμε κάτω από το χαλί. Από την άλλη η εμπιστοσύνη μπορεί καθοριστικά να αποκατασταθεί όταν κάποιος κάνει αυτό που πρέπει να κάνει, όσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. Και η εμπιστοσύνη είναι η προϋπόθεση, είναι το πιο βασικό συστατικό για την ανάκαμψη.
Ως δεύτερη διαπίστωση θα έλεγα ότι οι συνεχείς αυξήσεις των δημοσίων δαπανών και οι πολιτικές των ελλειμμάτων δεν μπορεί να οδηγήσουν μια οικονομία στην βιώσιμη ανάπτυξη. Αντιθέτως, δημιουργούν συνεχή πίεση στις παραγωγικές δυνάμεις μέσω της φορολογίας που αναπόφευκτα θα διατηρείται σε ψηλά επίπεδα. Και θέλω ακριβώς να τονίσω, ότι οι αυξήσεις στην φορολογία σε καιρό ύφεσης φέρνουν πάντοτε το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Να αναφέρω, ότι υλοποιήσαμε ένα δύσκολο μνημόνιο και μηδενίσαμε ένα έλλειμμα που έφτανε στο 6% του Α.Ε.Π., χωρίς να βάλουμε ούτε ένα νέο φόρο. Αντιθέτως, στην διάρκειας της κυβερνητικής μας θητείας έχουμε προωθήσει και εφαρμόσει 16 μέτρα πολιτικής που καταργούν ή μειώνουν φορολογίες και εισάγουν φορολογικά κίνητρα. Καταργήθηκε η έκτακτη φορολογία επί των μισθών που είχε επιβληθεί επί προηγούμενης διακυβέρνησης, καταργήθηκε ο αντίστοιχος ΕΝΦΙΑ, έχει εισαχθεί μόνιμη φορολογική έκπτωση για το σύνολο του κεφαλαίου που επενδύεται σε κάθε κυπριακή επιχείρηση, εφαρμόστηκε πρόσθετη φορολογική έκπτωση για επενδύσεις σε καινοτόμες επιχειρήσεις. Και καθόλου δεν μας εξέπληξε όταν μετά από κάθε φορολογική ελάφρυνση, διαπιστώναμε ότι τα φορολογικά έσοδα αυξάνονταν. Γιατί ακριβώς ήταν πεποίθηση μας που επιβεβαιώθηκε στην πράξη, ότι οι λελογισμένες και στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις αποτελούν ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό κίνητρο, που δίνει ενθάρρυνση στην οικονομική δραστηριότητα, με τρόπο που υπερκαλύπτει την όποια απώλεια εσόδων. Βεβαίως, για να μπορέσουμε να κρατήσουμε σταθερό το φορολογικό μας πλαίσιο, έπρεπε να περιορίσουμε το έλλειμμα. Και το κάναμε γρήγορα, μια και έξω. Χρειάστηκε να μειώσουμε τις δημόσιες δαπάνες κατά 10% μέσα σε ένα μόνο έτος και αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αλλά το κάναμε μόνο μια φορά.
Δεν χρειάστηκε ποτέ να επανέλθουμε με νέα μέτρα που θα κλόνιζαν ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη. Έκτοτε, λειτουργούμε με αυστηρά ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, με τις δαπάνες κατ’ ακρίβεια να αυξάνονται σταδιακά, επιτρέποντας την προώθηση νέων έργων και νέων πολιτικών, αλλά πάντοτε στα όρια που τα έσοδα μας επιτρέπουν. Εξαιρετικά σημαντική για την αναπτυξιακή προοπτική είναι και η κατάσταση του τραπεζικού τομέα.
Κάθε οικονομία χρειάζεται τράπεζες που να διαχειρίζονται υπεύθυνα τις καταθέσεις που οι πολίτες τους εμπιστεύονται, προσφέροντας δανεισμό στη βάση σωστής αξιολόγησης της δυνατότητας του κάθε δανειολήπτη να εξυπηρετήσει το δάνειο του και προς αυτή την κατεύθυνση θεωρώ πως έχουμε κινηθεί, χωρίς όμως να έχουμε πλήρως αντιμετωπίσει το κατάλοιπο πρόβλημα των παλαιών μη – εξυπηρετούμενων δανείων.
Αγαπητοί Σύνεδροι, στην Κύπρο έχουμε πράγματι διανύσει σημαντική απόσταση. Οι καλές επιδόσεις της οικονομίας δεν είναι πλέον ούτε αποτέλεσμα υπέρμετρου τραπεζικού δανεισμού, ούτε και αλόγιστων δημοσίων δαπανών. Είναι το αποτέλεσμα των καλών επιδόσεων των παραγωγικών δυνάμεων της οικονομίας μας τις οποίες έχουμε στηρίξει, με κίνητρα αλλά κυρίως με την διασφάλιση ενός περιβάλλοντος σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Και δεν είναι μόνο ο τουρισμός που πράγματι πάει εξαιρετικά καλά. Μια ιστορία επιτυχίας των τελευταίων ετών σχετίζεται με την αλματώδη άνοδο της ιδιωτικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Είδαμε σε αυτό τον τομέα να γίνονται σημαντικές επενδύσεις, να ανοίγουν ποιοτικές θέσεις εργασίας και να υπερδιπλασιάζεται ο αριθμός των ξένων φοιτητών. Είναι ένα καλό παράδειγμα του τι μπορεί να καταφέρει η ιδιωτική πρωτοβουλία όταν το κράτος ανοίξει τον δρόμο. Πάμε, το λέω ξανά, καλύτερα. Αλλά την ίδια ώρα ξεκαθαρίζω ότι υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν. Εξάλλου, πρέπει να ξέρουμε ότι η διατήρηση και διεύρυνση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μιας οικονομίας επιβάλλει συνεχή μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Και επιβάλλει την ίδια ώρα προσοχή και εγρήγορση για να μην υπάρξει καμία επιστροφή στα παλιά.
Και αυτό, ολοκληρώνοντας, με φέρνει στην πιο σημαντική διαπίστωση μου. Ότι η οδός του λαϊκισμού και των συνθημάτων δεν μπορεί ποτέ να προσφέρει διέξοδο και προοπτική. Μπορεί αντιθέτως να διακυβεύσει τα πάντα. Και οφείλουμε, έχουμε υποχρέωση ως πολίτες και ως κοινωνία, να αποδείξουμε ότι έχουμε μάθει από τα λάθη που τόσο πολύ μας κόστισαν και ότι είμαστε αποφασισμένοι να μην τα επαναλάβουμε.
Ομολογώ πως η κυπριακή κοινωνία αντέδρασε στα δύσκολα με ωριμότητα και ψυχραιμία. Ίσως βοήθησε το γεγονός ότι η Κυβέρνηση, ο Πρόεδρος, όλοι μας, μιλήσαμε στους συμπολίτες μας με ειλικρίνεια. Δεν κρυφτήκαμε πίσω από την Τρόικα. Αναλάβαμε τις υποχρεώσεις μας. Αλλά πρέπει με μεγαλύτερη ένταση να συνεχίσουμε την προσπάθεια όχι μόνο για μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, αλλά κυρίως για να κερδίσουμε την μάχη των ιδεών. Να μιλάμε πάντοτε την γλώσσα της αλήθειας γιατί μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε και θα εκθέσουμε τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές.
Να συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε με συνέπεια τις ελεύθερες αγορές και την ιδιωτική πρωτοβουλία γιατί μόνο έτσι θα έχουμε ανάπτυξη, και μόνο έτσι θα διασφαλίσουμε την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική συνοχή. Πρέπει να επιβραβεύουμε και όχι να τιμωρούμε, την παραγωγική προσπάθεια και την σκληρή δουλειά. Να διευρύνουμε τις προοπτικές που μπορεί να διανοίξει η επιχειρηματικότητα και η καινοτομία. Πρέπει να επενδύσουμε στη νέα γενιά. Που θα είναι απαλλαγμένη από ξεπερασμένες νοοτροπίες και προκαταλήψεις αλλά θα διαθέτει τα εφόδια, τη γνώση και την αυτοπεποίθηση να λειτουργήσει στον σύγχρονο κόσμο. Αυτός πρέπει να είναι ο προσανατολισμός της πολιτικής. Και αυτός πρέπει να είναι ο ρόλος μιας υπεύθυνης ηγεσίας που να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει διλήμματα, να διαχειριστεί δυσκολίες και να δημιουργήσει μια νέα προοπτική. Και εάν αυτά πράξουμε, είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρουμε. Θα τα καταφέρουμε στη Κύπρο. Και θα τα καταφέρουμε στην Ελλάδα. Και θα δούμε και την Ελλάδα δυνατή, αξιόπιστη, ευημερούσα, μαζί μας στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δίπλα μας στα μεγάλα εθνικά θέματα, μπροστά στην κοινή προσπάθεια για την ευημερία, την ασφάλεια και την προκοπή.