
ΔιαΝΕΟσις: οι νέοι ήταν οι μεγάλοι χαμένοι της κρίσης
Ήταν οι επιπτώσεις της κρίσης ίδιες για όλους; Ποιες ηλικίες, ποια επαγγέλματα και ποιες πληθυσμιακές ομάδες επλήγησαν περισσότερο από τη μείωση των εισοδημάτων και του βιοτικού επιπέδου;
Η συζήτηση για την οικονομική κρίση και τις επιπτώσεις της στην ελληνική κοινωνία συχνά παραβλέπει το γεγονός ότι η κρίση δεν βιώθηκε με ομοιόμορφο τρόπο από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Στη διάρκεια των τελευταίων ετών, κάποιοι (κατά τεκμήριο οι περισσότεροι) είδαν το εισόδημά τους να μειώνεται, κάποιοι να μένει σταθερό και κάποιοι άλλοι (έστω λίγοι) ακόμη και να αυξάνεται. Πέρα όμως από τις ανακατατάξεις στα εισοδήματα μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επιπλέον όψεις του φαινομένου της κοινωνικής κοινωνικότητας των τελευταίων ετών: η εργασιακή κινητικότητα, η «νέα μετανάστευση», και η διαγενεακή κινητικότητα.
Ποιες ηλικίες, ποια επαγγέλματα και ποιες πληθυσμιακές ομάδες είδαν κατά τη διάρκειά της κρίσης τα εισοδήματά τους να μειώνονται περισσότερο; Διευκολύνθηκε η κοινωνική κινητικότητα ή η κρίση οδήγησε σε μια πιο άνιση κοινωνία; Πώς επηρεάστηκε η κάθε γενιά;
Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις, με συντονιστή τον Καθηγητή στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου Μάνο Ματσαγγάνη, επιχειρεί να δώσει τεκμηριωμένες απαντήσεις σε όλα αυτά τα ζητήματα, αναλύοντας διεξοδικά πλήθος στοιχείων και καταλήγοντας σε συγκεκριμένες προτάσεις για τον ανασχεδιασμό των δημόσιων πολιτικών.
Είχε αλήθεια η ελληνική κρίση “χαμένους” και “κερδισμένους”; Ποιες ηλικίες, ποια επαγγέλματα και ποιες άλλες ομάδες είδαν κατά τη διάρκειά της τα εισοδήματά τους να μειώνονται περισσότερο; Υπήρξαν κάποιοι που βελτίωσαν τη θέση τους; Διευκολύνθηκε η κοινωνική κινητικότητα ή η κρίση οδήγησε σε μια πιο άνιση κοινωνία; Πώς επηρεάστηκε η κάθε γενιά; Η νέα μελέτη της διαΝΕΟσις “Όψεις κοινωνικής κινητικότητας στην Ελλάδα της κρίσης“, αναλύοντας διεξοδικά πλήθος στοιχείων, επιχειρεί να δώσει τεκμηριωμένες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα. H μελέτη αυτή χαρτογραφεί συνολικά τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και, με αυτό τον τρόπο, εντοπίζει τις αδικίες και τις μετατοπίσεις που αυτή δημιούργησε.
Οι ερευνητές, ο καθηγητής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου και επιστημονικός υπεύθυνος της μελέτης Μάνος Ματσαγγάνης, ο ερευνητής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου Αντρέα Πάρμα και ο οικονομικός αναλυτής στο Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Αλέξανδρος Καρακίτσιος, αναλύουν διεξοδικά κυρίως τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (EU-SILC)που αφορούν την Ελλάδα. Τα στοιχεία της έρευνας αυτής αφορούν την περίοδο 2003-2014 και, παρότι για κάθε χρονιά το μέγεθος του δείγματος ποικίλει, κατά μέσο όρο η έρευνα εξετάζει σε βάθος δεδομένα που αφορούν περίπου 18.000 άτομα σε 7.000 ελληνικά νοικοκυριά. Επιπλέον, λαμβάνουν υπόψη ή αναλύουν στοιχεία για την Ελλάδα και από άλλες έρευνες όπως είναι η έρευνα Εργατικού Δυναμικού (LFS) και το Ευρωπαϊκό Πάνελ Νοικοκυριών (ECHP).
Οι χαμένοι της κρίσης
Τα πρώτα ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τις συνέπειες της κρίσης προέρχονται από τη σύγκριση των δεδομένων της περιόδου πριν από την κρίση με εκείνα που αφορούν την περίοδο της κρίσης. Εδώ οι ερευνητές εστιάζουν στις μεταβολές του μέσου ισοδύναμου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών. Το “ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα” είναι μια μονάδα μέτρησης του εισοδήματος που καθιστά, μετά από κάποιες παραδοχές, συγκρίσιμα τα εισοδήματα νοικοκυριών με διαφορετικό μέγεθος, άρα και με διαφορετικές ανάγκες. Για παράδειγμα, ένα μονοπρόσωπο νοικοκυριό με μηνιαίο διαθέσιμο εισόδημα 500 ευρώ θεωρείται πως έχει το ίδιο βιοτικό επίπεδο με ένα τετραμελές νοικοκυριό με εισόδημα 1.050 ευρώ.
Την περίοδο 2003-2009, δηλαδή πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, το μέσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 14%. Όμως με την εκδήλωση της κρίσης, δηλαδή την περίοδο 2009-2014, το ισοδύναμο εισόδημα μειώθηκε πολύ περισσότερο από όσο αυξήθηκε προηγουμένως, κατά 42%. Τι ακριβώς συνέβαλε στην αλλαγή αυτή; Ασφαλώς, την ίδια περίοδο το παραγόμενο προϊόν της χώρας δηλαδή το ΑΕΠ μειώθηκε κατά πολύ, κατά 26%. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό μοιάζει μικρό μπροστά στο 42% της μείωσης των εισοδημάτων. Η μείωση του ΑΕΠ εξηγεί μόνο ένα μέρος της μείωσης των εισοδημάτων. Το υπόλοιπο μέρος δεν μπορεί παρά να αποδοθεί στη μεγάλη αύξηση της φορολογίας που συνέβη την ίδια περίοδο. Γι’ αυτούς τους δύο λόγους κυρίως, το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών στη χώρα υποχώρησε ραγδαία.
Ποιοι ήταν όμως εκείνοι που επλήγησαν περισσότερο από τη μείωση αυτή των εισοδημάτων και του βιοτικού επιπέδου; Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα εισοδήματα των γυναικών μειώθηκαν οριακά λιγότερο σε σχέση με εκείνα των ανδρών, ωστόσο η διαφορά είναι πολύ μικρή, κάτω από 1%. Η εικόνα γίνεται πιο ξεκάθαρη αναλύοντας τη μεταβολή των εισοδημάτων ανά ηλικία. Εκεί φαίνεται ότι οι νέοι ήταν οι μεγάλοι χαμένοι της κρίσης, ενώ μικρότερο μέρος του εισοδήματός τους έχασαν οι πολίτες ηλικίας 45-64 και ακόμη μικρότερο, το μικρότερο όλων, οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών. Όσον αφορά τη σύνθεση κάθε νοικοκυριού, οι απώλειες ήταν μεγαλύτερες για τις οικογένειες με ένα ή δύο παιδιά παρά για εκείνες χωρίς παιδιά, ή με τρία παιδιά και άνω.
Χαμένοι της κρίσης υπήρξαν και εκείνοι με την καλύτερη εκπαίδευση. Το μέγεθος της απώλειας εισοδήματος, σύμφωνα με την ανάλυση των ερευνητών, δείχνει να αυξάνεται ανεβαίνοντας τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά στα στοιχεία δείχνει ότι οι απόφοιτοι λυκείου έχασαν περισσότερα στην πρώτη φάση της κρίσης (2009-2012), ενώ στη δεύτερη φάση η εισοδηματική κατάστασή τους παρέμεινε σταθερή.
Ακολουθεί ανάλυση σε σχέση με την επαγγελματική κατηγορία. Από αυτήν προκύπτει ότι οι συνταξιούχοι έχασαν μικρότερο μέρος του εισοδήματός τους(-32%) από οποιαδήποτε άλλη ομάδα και μάλιστα με μεγάλη διαφορά από τον γενικό μέσο όρο (-42%).
Μπορείτε να διαβάσετε μια σύνοψη της μελέτης εδώ