Η παραγωγικότητα στην Ελλάδα: Μεταξύ ανάκαμψης και της παγκόσμιας “μεγάλης αποσύνδεσης”

Η παραγωγικότητα αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής ευημερίας και της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου. Η αύξησή της συνδέεται ιστορικά με την τεχνολογική πρόοδο, τις επενδύσεις σε κεφάλαιο και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Ωστόσο, η σχέση μεταξύ της αύξησης της παραγωγικότητας και της αντίστοιχης αύξησης των αμοιβών των εργαζομένων αποτελεί αντικείμενο έντονου προβληματισμού διεθνώς.  Με το άρθρο αυτό επιχειρούμε μια αναλυτική προσέγγιση συνδυάζοντας την οπτική του Scott Galloway για την παγκόσμια τάση αποσύνδεσης παραγωγικότητας-μισθών με την ανάλυση της Alpha Bank για την ελληνική οικονομία,

Η πρόσφατη ανάλυση  του Economic Research  της Alpha Bank για την ελληνική οικονομία εστιάζει στους παράγοντες που καθορίζουν την παραγωγικότητα στην Ελλάδα, ενώ η ευρύτερη ματιά του Scott Galloway (σε δημοσίευμα του στο  profgmarkets.com) φωτίζει μια κρίσιμη παγκόσμια τάση: την αυξανόμενη αποσύνδεση μεταξύ παραγωγικότητας και μισθών. Η σύγκριση αυτών των δύο προσεγγίσεων προσφέρει πολύτιμες διαστάσεις για την κατανόηση των προκλήσεων και των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.

 
Η παγκόσμια προοπτική του Scott Galloway: Η “μεγάλη αποσύνδεση”

Ο Scott Galloway επισημαίνει δύο κρίσιμα σημεία με παγκόσμια ισχύ:

Δεξιότητες και ανάπτυξη: Υπογραμμίζει την ιστορικά ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των δεξιοτήτων ενός πληθυσμού (ιδίως σε μαθηματικά και φυσικές επιστήμες) και της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο είναι θεμελιώδης.

Η αποσύνδεση παραγωγικότητας-μισθών: Το πιο ανησυχητικό εύρημα που παραθέτει είναι η δραματική απόκλιση μεταξύ της αύξησης της παραγωγικότητας και της αύξησης των πραγματικών αμοιβών τις τελευταίες δεκαετίες (αναφέρει αύξηση παραγωγικότητας 2,7 φορές μεγαλύτερη από την αύξηση των αμοιβών από το 1979 έως το 2024). Αυτό σημαίνει ότι οι καρποί της αυξημένης αποδοτικότητας δεν διανέμονται αναλογικά στους εργαζόμενους, οδηγώντας δυνητικά σε αύξηση των ανισοτήτων και κοινωνική δυσαρέσκεια.

 
Η ελληνική πραγματικότητα μέσα από την ανάλυση της Alpha Bank

Η ανάλυση της Alpha Bank για την Ελλάδα εστιάζει στα εξής:

Υστέρηση και ανάκαμψη: Η Ελλάδα, παρά τη βελτίωση τα τελευταία πέντε χρόνια, υστερεί ακόμα σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα και τον ευρωπαϊκό μέσο όρο τόσο στη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό (ιδίως νέοι, γυναίκες, ηλικιωμένοι) όσο και στην παραγωγικότητα της εργασίας.

Ο ρόλος των επενδύσεων: Η παρατεταμένη περίοδος οικονομικής κρίσης οδήγησε σε δραματική μείωση των επενδύσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απαξίωση του παραγωγικού κεφαλαίου (οι αποσβέσεις ξεπερνούσαν τις επενδύσεις), εμποδίζοντας την ανανέωση εξοπλισμού και την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών. Η εργασία συνδυαζόταν με χαμηλότερης ποιότητας κεφάλαιο, περιορίζοντας την παραγωγικότητα.

Πρόσφατη θετική δυναμική: Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, παρατηρείται θετική συμβολή τόσο από την αύξηση της απασχόλησης όσο και από την αύξηση της παραγωγικότητας στο ΑΕΠ. Αυτό αποδίδεται στην ανάκαμψη των επενδύσεων, ιδιαίτερα σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό.

Μελλοντικοί μοχλοί ανάπτυξης: Η περαιτέρω βελτίωση εξαρτάται από την υιοθέτηση τεχνολογιών αιχμής (AI, πράσινες τεχνολογίες), την καινοτομία, τις αποτελεσματικές διοικητικές πρακτικές, την προσέλκυση εξειδικευμένου προσωπικού και την ενίσχυση της εκπαίδευσης (ιδίως σε νέες τεχνολογίες) για την αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Σημεία σύγκλισης: Και οι δύο αναλύσεις αναγνωρίζουν τη θεμελιώδη σημασία των επενδύσεων (σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο), της τεχνολογίας και των δεξιοτήτων για την αύξηση της παραγωγικότητας και την οικονομική μεγέθυνση. Η έμφαση της Alpha Bank στην ανάγκη επενδύσεων σε τεχνολογία και στην ενίσχυση της εκπαίδευσης απηχεί την παρατήρηση του Galloway για τη σημασία των δεξιοτήτων.

Το κρίσιμο κενό: Η απουσία της “αποσύνδεσης” στην ανάλυση της Alpha Bank: Ενώ η Alpha Bank αναλύει διεξοδικά τους παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγή της παραγωγικότητας στην Ελλάδα (επενδύσεις, τεχνολογία, απασχόληση), δεν εξετάζει καθόλου τη σχέση αυτής της παραγωγικότητας με τις αμοιβές των εργαζομένων. Δεν θίγεται το κρίσιμο ερώτημα που θέτει ο Galloway: Η (πρόσφατη) αύξηση της παραγωγικότητας στην Ελλάδα μεταφράζεται σε αντίστοιχη αύξηση των πραγματικών μισθών; Η ανάλυση εστιάζει στο πώς θα αυξηθεί η “πίτα” της οικονομίας, αλλά όχι στο πώς μοιράζονται τα κομμάτια της.

 
Ασάφεια: Η ανάλυση της Alpha Bank παρουσιάζει την αύξηση της παραγωγικότητας ως αυτοσκοπό ή ως μέσο για την ανταγωνιστικότητα και τη διατήρηση του βιοτικού επιπέδου γενικά. Δεν διευκρινίζει, ωστόσο, αν το τρέχον μοντέλο ανάπτυξης διασφαλίζει ότι τα οφέλη αυτής της αύξησης διαχέονται επαρκώς στην κοινωνία μέσω των μισθών.

 
Μια κρίσιμη παράλειψη: Η αντιπαραβολή με την οπτική του Galloway αναδεικνύει μια κρίσιμη παράλειψη. Για τον Έλληνα πολίτη/εργαζόμενο, δεν αρκεί να ακούει για αύξηση της παραγωγικότητας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτή η αύξηση βελτιώνει και τη δική του αγοραστική δύναμη και ποιότητα ζωής. Η έμφαση αποκλειστικά στην πλευρά της προσφοράς (πώς να παράγουμε περισσότερο) χωρίς αναφορά στη διανομή (πώς μοιράζεται ο παραγόμενος πλούτος) αφήνει μια ατελή εικόνα.

 
Βασικά σημεία

-Η Ελλάδα ανακάμπτει σε επίπεδο παραγωγικότητας μετά από μια περίοδο επενδυτικής άπνοιας, κυρίως λόγω νέων επενδύσεων σε τεχνολογία.

-Η τεχνολογία, η καινοτομία και οι δεξιότητες είναι κρίσιμες για το μέλλον, όπως τονίζει και η Alpha Bank.

-Κρίσιμο έλλειμμα: Η ανάλυση της τράπεζας δεν αγγίζει την παγκόσμια τάση της “αποσύνδεσης” παραγωγικότητας-μισθών που επισημαίνει ο Galloway.

-Η εστίαση πρέπει να είναι διπλή: όχι μόνο στην αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και στη διασφάλιση ότι τα οφέλη αυτής της αύξησης διανέμονται δικαιότερα στην κοινωνία, ενισχύοντας τους πραγματικούς μισθούς.

Η ανάλυση της Alpha Bank παρέχει μια χρήσιμη χαρτογράφηση των παραγόντων που επηρεάζουν την παραγωγικότητα στην Ελλάδα, εστιάζοντας ορθά στην ανάγκη για επενδύσεις και τεχνολογική αναβάθμιση. Ωστόσο, η ενσωμάτωση της οπτικής του Scott Galloway αποκαλύπτει μια σημαντική διάσταση που λείπει: την παρακολούθηση και αντιμετώπιση της πιθανής αποσύνδεσης μεταξύ της αυξανόμενης παραγωγικότητας και των αμοιβών. Για μια πραγματικά βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, η Ελλάδα δεν πρέπει μόνο να αυξήσει την παραγωγικότητά της, αλλά και να διασφαλίσει ότι οι εργαζόμενοι που συμβάλλουν σε αυτή την αύξηση βλέπουν αντίστοιχη βελτίωση στο εισόδημα και το βιοτικό τους επίπεδο. Η παράβλεψη αυτής της διάστασης μπορεί να υπονομεύσει μακροπρόθεσμα την κοινωνική συνοχή και την ίδια τη δυναμική της ανάπτυξης.

 
Πώς μοιράζεται ο παραγόμενος πλούτος;

Το πώς θα μπορούσε πρακτικά να γίνει η δικαιότερη διανομή του παραγόμενου πλούτου, ώστε η αύξηση της παραγωγικότητας να αντανακλάται στην τσέπη και την ποιότητα ζωής του πολίτη/εργαζόμενου, είναι ένα σύνθετο ζήτημα με πολλές πιθανές απαντήσεις.

Λαμβάνοντας υπόψη την συνθήκη ότι  η κυβέρνηση ανακοινώνει θετικά οικονομικά στοιχεία (π.χ., υπέρβαση στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα, αύξηση ΑΕΠ, βελτίωση παραγωγικότητας), οι πρακτικοί τρόποι διανομής αυτού του “μερίσματος ανάπτυξης” θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν έναν συνδυασμό των παρακάτω, με διαφορετική στόχευση και αντίκτυπο ο καθένας:

  1. Άμεση ενίσχυση εισοδημάτων:

Αύξηση κατώτατου μισθού: Πέρα από την αντιστάθμιση του πληθωρισμού, μια περαιτέρω αύξηση του κατώτατου μισθού που να αντανακλά (έστω μερικώς) την αύξηση της παραγωγικότητας. Αυτό επηρεάζει άμεσα μεγάλο μέρος των χαμηλόμισθων.

Μισθολογικές αυξήσεις στον Δημόσιο Τομέα: Αξιοποίηση του δημοσιονομικού χώρου για στοχευμένες ή και οριζόντιες αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, ειδικά σε κλάδους με αυξημένες ανάγκες (π.χ., υγεία, παιδεία) ή όπου οι μισθοί έχουν μείνει καθηλωμένοι για χρόνια.

Κίνητρα για μισθολογικές αυξήσεις στον Ιδιωτικό Τομέα: Παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων ή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών σε επιχειρήσεις που αποδεδειγμένα προχωρούν σε αυξήσεις μισθών άνω του πληθωρισμού ή που συνδέουν τις αμοιβές με την παραγωγικότητα. Ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

 

  1. Φορολογικές παρεμβάσεις:

Μείωση φορολογίας εισοδήματος: Μείωση των φορολογικών συντελεστών, ιδίως για τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά κλιμάκια, ή/και αύξηση του αφορολόγητου ορίου. Αυτό αυξάνει άμεσα το διαθέσιμο εισόδημα.

Μείωση ασφαλιστικών εισφορών: Περαιτέρω μείωση των εισφορών (εργοδότη ή/και εργαζομένου). Η μείωση των εργατικών εισφορών αυξάνει τον καθαρό μισθό, ενώ η μείωση των εργοδοτικών μπορεί να διευκολύνει τις προσλήψεις ή τις αυξήσεις μισθών.

Μείωση έμμεσων φόρων: Μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Αν και λιγότερο στοχευμένο, μπορεί να προσφέρει κάποια ανακούφιση σε όλα τα νοικοκυριά, ειδικά τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα που ξοδεύουν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε αυτά τα αγαθά.

 

  1. Ενίσχυση Κοινωνικών παροχών και υπηρεσιών:

Αύξηση υφιστάμενων επιδομάτων: Ενίσχυση επιδομάτων ανεργίας, παιδιού, στέγασης, θέρμανσης, ή διεύρυνση των κριτηρίων για το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), αξιοποιώντας τα βελτιωμένα δημόσια έσοδα.

Μόνιμες παρεμβάσεις στο Κράτος Πρόνοιας: Αξιοποίηση του πλεονάσματος για επενδύσεις που βελτιώνουν μόνιμα την ποιότητα ζωής:

-Ενίσχυση του ΕΣΥ (προσλήψεις, εξοπλισμός, καλύτερες αμοιβές).

-Βελτίωση της δημόσιας παιδείας (υποδομές, εκπαιδευτικό προσωπικό).

-Επενδύσεις σε δημόσιες υποδομές (π.χ., μεταφορές) που μειώνουν το κόστος ζωής για τους πολίτες. Αυτές οι παρεμβάσεις αποτελούν “κοινωνικό μισθό”.

 

  1. Αξιοποίηση Πρωτογενούς Πλεονάσματος:

Έκτακτες παροχές (“Κοινωνικό Μέρισμα”): Διανομή μέρους του υπερβάλλοντος πλεονάσματος ως εφάπαξ βοήθημα, στοχευμένο σε ευάλωτες ομάδες (χαμηλοσυνταξιούχοι, άνεργοι, ΑμεΑ, μονογονεϊκές οικογένειες). Είναι πολιτικά ελκυστικό, αλλά δεν αποτελεί μόνιμη λύση.

Μείωση Δημοσίου Χρέους: Χρήση μέρους του πλεονάσματος για ταχύτερη μείωση του χρέους. Αυτό βελτιώνει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών και μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού στο μέλλον, απελευθερώνοντας πόρους. Αποτελεί όφελος κυρίως για τις επόμενες γενιές.

 
Σημαντικές παράμετροι:

Στόχευση: Ποια ομάδα θέλουμε να ωφελήσουμε περισσότερο; (Χαμηλόμισθους, μεσαία τάξη, ευάλωτους, όλους;)

Βιωσιμότητα: Είναι οι παρεμβάσεις μόνιμες ή έκτακτες; Μπορεί ο προϋπολογισμός να τις στηρίξει μακροπρόθεσμα χωρίς να εκτροχιαστεί;

Αντίκτυπος στην οικονομία: Πώς κάθε μέτρο επηρεάζει την κατανάλωση, τις επενδύσεις, την ανταγωνιστικότητα και τον πληθωρισμό;

Πολιτική εφικτότητα: Ποιες παρεμβάσεις είναι πολιτικά εφικτές και συγκεντρώνουν ευρύτερη συναίνεση;

Δεν υπάρχει μία μαγική λύση. Μια αποτελεσματική στρατηγική διανομής του παραγόμενου πλούτου (τον Απρίλιο του 2025 ή οποτεδήποτε) θα απαιτούσε πιθανότατα έναν συνδυασμό των παραπάνω μέτρων. Η επιλογή της βέλτιστης μίξης εξαρτάται από τις εκάστοτε οικονομικές συνθήκες (ύψος πλεονάσματος, ρυθμός ανάπτυξης, πληθωρισμός), τις κοινωνικές προτεραιότητες (αντιμετώπιση φτώχειας, στήριξη μεσαίας τάξης) και τις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης. Το κλειδί είναι η σύνδεση της αύξησης της παραγωγικότητας με μετρήσιμα και αισθητά οφέλη για τους πολίτες, ώστε η ανάπτυξη να είναι πραγματικά χωρίς αποκλεισμούς.

 
mywaypress.gr

Σχετικά Άρθρα