Τρέχουσες εκτιμήσεις για τα βιώσιμα όρια δημόσιου χρέους για τις ΗΠΑ και 26 άλλες χώρες του ΟΟΣΑ
Η “δημοσιονομική κόπωση” σε υψηλά επίπεδα χρέους καθιστά τον έλεγχο του χρέους σημαντικά δυσκολότερο
Η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να επηρεάσει το βιώσιμο όριο χρέους μέσω των επιπτώσεών της στις δημόσιες δαπάνες, την οικονομική ανάπτυξη και τα επιτόκια
Έγγραφο εργασίας του American Enterprise Institute (AEI Economics) διερευνά τα βιώσιμα όρια δημόσιου χρέους για τις Ηνωμένες Πολιτείες και 26 χώρες του ΟΟΣΑ. Για τον υπολογισμό αυτών των ορίων, οι συγγραφείς χρησιμοποιούν ένα μοντέλο που αναπτύχθηκε από τους Ghosh et al. (2013) που εξετάζει τη δημοσιονομική αντίδραση της κυβέρνησης στην αύξηση του χρέους. Οι συγγραφείς επεκτείνουν το μοντέλο χρησιμοποιώντας πιο πρόσφατα δεδομένα για να αναλύσουν πώς οι δημοσιονομικές πολιτικές, οι κρατικές δαπάνες και άλλοι μακροοικονομικοί παράγοντες επηρεάζουν τα βιώσιμα όρια χρέους. Οι συγγραφείς συζητούν επίσης τις διαφορές μεταξύ των ορίων ακαθάριστου και καθαρού χρέους και πώς αυτά τα όρια ποικίλλουν ανάλογα με το ακαθάριστο χρέος ή το καθαρό χρέος που χρησιμοποιείται στον υπολογισμό. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ένα βιώσιμο όριο χρέους 154% του ΑΕΠ, ενώ το μέσο όριο βιώσιμου χρέους για τις 27 χώρες του ΟΟΣΑ που μελετήθηκαν είναι 181% του ΑΕΠ.
Βιώσιμη ποσοτική οριοθέτηση χρέους
Τα βασικά συστατικά της βιώσιμης ποσοτικής οριοθέτησης χρέους περιλαμβάνουν:
- Τη λειτουργία της δημοσιονομικής αντίδρασης: Η λειτουργία αυτή δείχνει πώς η πρωτογενής δημοσιονομική ισορροπία (δηλαδή, τα έσοδα μείον τις δαπάνες εκτός πληρωμών τόκων) ανταποκρίνεται στα επίπεδα του δημόσιου χρέους.
- Το διαφορικό επιτοκίου-ανάπτυξης: Αυτό αντιπροσωπεύει τη διαφορά μεταξύ του ονομαστικού επιτοκίου και του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης.
- Τους ιστορικούς και προβλεπόμενους ρυθμούς ανάπτυξης και επιτοκίων: Οι ιστορικοί ρυθμοί ανάπτυξης και επιτοκίων χρησιμοποιούνται για να υπολογιστούν οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης και επιτοκίων.
- Τους ονομαστικούς και τους καθαρούς αριθμούς δημόσιου χρέους: Η οριοθέτηση του χρέους γίνεται και τις δύο κατηγορίες δημόσιου χρέους, για να εξασφαλιστεί μια πιο ολοκληρωμένη ανάλυση.
- Τη λειτουργία φθίνουσας απόδοσης: Η λειτουργία αυτή λαμβάνει υπόψη την μείωση της απόδοσης της οικονομίας, καθώς το χρέος αυξάνεται.
Τα στοιχεία στις πηγές του εγγράφου δείχνουν ότι η διαφορά μεταξύ των ιστορικών και των προβλεπόμενων ρυθμών ανάπτυξης και επιτοκίων μπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικά όρια βιώσιμου χρέους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των πηγών, η υψηλή αναλογία του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ έχει συνήθως αρνητικές συνέπειες στην οικονομία.
Διαφορές στην ανάπτυξη και τα επιτόκια μεταξύ των χωρών
Η ανάλυση σε αυτό το έγγραφο βασίζεται σε δεδομένα από 26 ανεπτυγμένες οικονομίες για να εξεταστούν οι διαφορές στην ανάπτυξη και τα επιτόκια. Η επιλογή των χωρών οφείλεται στην ομοιογένεια των οικονομικών και θεσμικών χαρακτηριστικών τους. Οι συγγραφείς υποθέτουν ότι οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών πιθανότατα θα αντιδράσουν με παρόμοιο τρόπο σε υψηλά επίπεδα χρέους.
Οι συγγραφείς χρησιμοποιούν δύο διαφορετικά μέτρα για το χρέος: ακαθάριστο δημόσιο χρέος και καθαρό δημόσιο χρέος. Ορίζουν το καθαρό δημόσιο χρέος ως το ακαθάριστο δημόσιο χρέος μείον τις κεντρικές τραπεζικές συμμετοχές.
Για την οικονομική ανάπτυξη, οι συγγραφείς υπολογίζουν τον μέσο όρο της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ για τα τελευταία δέκα χρόνια (2013-2022).
Για τα επιτόκια, οι συγγραφείς χρησιμοποιούν δύο τύπους διαφορικού επιτοκίου-ανάπτυξης:
- Ιστορικό: υπολογίζουν τον μέσο όρο της διαφοράς μεταξύ ονομαστικών επιτοκίων σε 10ετή κρατικά ομόλογα και του ονομαστικού ΑΕΠ για τα τελευταία δέκα χρόνια.
- Προβλεπόμενο: χρησιμοποιούν τις μέσες προβλέψεις του ΟΟΣΑ για τα επιτόκια και την οικονομική ανάπτυξη για τα έτη 2023 έως 2025.
Σημειώνεται ότι σε 22 από τις 27 χώρες, τα προβλεπόμενα επιτόκια αναμένεται να είναι υψηλότερα από την οικονομική ανάπτυξη. Αυτό υποδηλώνει ότι η χρήση προηγούμενων εμπειριών για τον καθορισμό της δημοσιονομικής πολιτικής ενδέχεται να μην είναι κατάλληλη για όλες τις χώρες.
Η ανάλυση και τα όρια του ομοσπονδιακού χρέους των ΗΠΑ
Η ανάλυση μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση των ορίων του ομοσπονδιακού χρέους των ΗΠΑ με διάφορους τρόπους. Σύμφωνα με μια εργασία από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Επιχειρήσεων (ΑΕΙ), η ανάλυση των ιστορικών δεδομένων και των οικονομικών προβολών μπορεί να προσφέρει εκτιμήσεις για τα βιώσιμα επίπεδα χρέους. Οι συγγραφείς της εργασίας υποστηρίζουν ότι η ανάλυση της δημοσιονομικής αντίδρασης μιας χώρας, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο η δημοσιονομική πολιτική της ανταποκρίνεται στα αυξανόμενα επίπεδα χρέους, είναι κρίσιμη για τον προσδιορισμό αυτών των ορίων.
Συγκεκριμένα, η εργασία του ΑΕΙ αναφέρει ότι:
- Η υπέρβαση ενός συγκεκριμένου ορίου χρέους (140-145% του ΑΕΠ) οδηγεί σε «δημοσιονομική κόπωση». Αυτό σημαίνει ότι η ικανότητα μιας χώρας να διαχειρίζεται το δημόσιο χρέος μειώνεται σημαντικά.
- Η ανάλυση των διαφορών επιτοκίων και ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, τόσο ιστορικά όσο και μελλοντικά, είναι απαραίτητη για τον υπολογισμό των ορίων χρέους.
- Η ανάλυση των δημοσιονομικών πολιτικών άλλων ανεπτυγμένων χωρών με υψηλά επίπεδα χρέους μπορεί να προσφέρει πολύτιμα μαθήματα για τις ΗΠΑ.
Συνολικά, η εργασία του ΑΕΙ υπογραμμίζει ότι η βαθιά κατανόηση των ορίων χρέους απαιτεί ολοκληρωμένη ανάλυση. Αυτή η ανάλυση πρέπει να λαμβάνει υπόψη μια σειρά παραγόντων, όπως η δημοσιονομική αντίδραση, οι διαφορές επιτοκίων και ρυθμών ανάπτυξης, καθώς και οι εμπειρίες άλλων χωρών.
Όριο χρέους για την Ελλάδα
Σύμφωνα με την ανάλυση, δεν υπολογίζεται σαφές όριο χρέους για την Ελλάδα. Οι συγγραφείς εξαιρούν τα δεδομένα για την Ελλάδα από την ανάλυση τους λόγω της οικονομικής κρίσης που αντιμετώπισε η χώρα από το 2010 και έπειτα.
- Συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι η Ελλάδα έλαβε σημαντική οικονομική βοήθεια από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ, γεγονός που επηρέασε σημαντικά τη δημοσιονομική της πολιτική.
- Η παρέμβαση αυτών των διεθνών οργανισμών δυσχεραίνει την αντικειμενική αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο η Ελλάδα θα διαχειριζόταν το χρέος της χωρίς εξωτερική βοήθεια.
- Συνεπώς, η έλλειψη δεδομένων και η ιδιαίτερη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας κατά την περίοδο μελέτης καθιστούν αδύνατο τον υπολογισμό ενός αξιόπιστου ορίου χρέους.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι συγγραφείς δεν υπολογίζουν όριο χρέους για χώρες που αντιμετώπισαν παρόμοιες οικονομικές κρίσεις, όπως η Ιαπωνία.
Οι πηγές του εγγράφου δεν παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το όριο χρέους για την Ελλάδα λόγω της ιδιαίτερης οικονομικής της κατάστασης.
Χώρες με όριο χρέους άνω του 140% του ΑΕΠ
Σύμφωνα με τις πηγές του εγγράφου, δεν παρέχονται συγκεκριμένα στοιχεία για χώρες με όριο χρέους άνω του 140% του ΑΕΠ. Ωστόσο, οι συγγραφείς αναφέρουν ότι δεν υπολογίζουν όριο χρέους για την Ελλάδα και την Ιαπωνία, καθώς και για χώρες που αντιμετώπισαν οικονομικές κρίσεις.
Συγκεκριμένα, η Ιαπωνία αναφέρεται ως μια ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς το ακαθάριστο δημόσιο χρέος της άγγιζε το 260% του ΑΕΠ το 2022. Η Bank of Japan, η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας, κατείχε περίπου το 50% του χρέους αυτού. Η ιδιοκτησία αυτή του χρέους από την κεντρική τράπεζα, σε συνδυασμό με άλλους εγχώριους θεσμικούς παράγοντες, καθιστά δυσχερή τον υπολογισμό ενός αξιόπιστου ορίου χρέους για την Ιαπωνία.
Οι συγγραφείς δεν διευκρινίζουν εάν η Ελλάδα και η Ιαπωνία θα μπορούσαν να έχουν όριο χρέους άνω του 140% εάν υπήρχαν διαθέσιμα τα κατάλληλα δεδομένα.
Παράγοντες που επηρεάζουν το όριο χρέους
Οι πηγές αναφέρουν μια σειρά από παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν το βιώσιμο όριο χρέους μιας χώρας:
- Δημοσιονομική αντίδραση: Ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση αντιδρά στα αυξανόμενα επίπεδα χρέους είναι καθοριστικός. Η “δημοσιονομική κόπωση” εμφανίζεται όταν η ικανότητα μιας χώρας να διαχειρίζεται το χρέος της μειώνεται σημαντικά, συνήθως όταν το χρέος υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο όριο (π.χ., 140-145% του ΑΕΠ).
- Διαφορές Επιτοκίων και Ανάπτυξης: Η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων δανεισμού μιας χώρας και του ρυθμού οικονομικής της ανάπτυξης είναι κρίσιμη. Όταν τα επιτόκια είναι υψηλότερα από την ανάπτυξη, το χρέος αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό, μειώνοντας το όριο χρέους.
- Ιστορικά δεδομένα: Η ανάλυση των πραγματικών επιτοκίων και των ρυθμών ανάπτυξης στο παρελθόν μπορεί να βοηθήσει στον υπολογισμό του βιώσιμου ορίου χρέους.
- Οικονομικές Προοπτικές: Οι προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη και τα επιτόκια είναι επίσης σημαντικές για τον προσδιορισμό του μελλοντικού ορίου χρέους. Για παράδειγμα, η διαφορά μεταξύ των ονομαστικών επιτοκίων των 10ετών ομολόγων και του ονομαστικού ΑΕΠ χρησιμοποιείται για την εκτίμηση αυτού του ορίου .
- Εξωτερικοί παράγοντες: Παράγοντες όπως οι οικονομικές κρίσεις ή οι πόλεμοι μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά το όριο χρέους μιας χώρας. Για παράδειγμα, η Ελλάδα έλαβε εξωτερική οικονομική βοήθεια κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, κάτι που επηρέασε την ικανότητά της να διαχειρίζεται το χρέος της .
- Θεσμικοί παράγοντες: Η δομή της οικονομίας μιας χώρας και οι πολιτικές της μπορούν επίσης να παίξουν ρόλο. Για παράδειγμα, η περίπτωση της Ιαπωνίας, όπου η κεντρική τράπεζα κατέχει μεγάλο μέρος του δημόσιου χρέους, καθιστά δύσκολο τον υπολογισμό ενός αξιόπιστου ορίου .
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η ανάλυση των πηγών εστιάζει σε 27 ανεπτυγμένες οικονομίες και ότι τα ευρήματά της δεν μπορούν να γενικευτούν σε όλες τις χώρες.
Καθαρό Χρέος vs. Χρέος
Οι πηγές δεν προσφέρουν ένα σαφή ορισμό για το “καθαρό χρέος”. Ωστόσο, χρησιμοποιούν τον όρο “καθαρό χρέος” για να αναφερθούν στο χρέος που υπολογίζεται αφαιρώντας συγκεκριμένα στοιχεία ενεργητικού.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι:
- Καθαρό Χρέος: Υπολογίζεται αφαιρώντας από το συνολικό χρέος τα διαθέσιμα της κυβέρνησης στην Κεντρική Τράπεζα.
- (Συνολικό) Χρέος: Αναφέρεται στο συνολικό χρέος της γενικής κυβέρνησης.
Οι συγγραφείς επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν το καθαρό χρέος για την ανάλυσή τους για διάφορους λόγους:
- Δείκτης Δημοσιονομικής Ευρωστίας: Θεωρούν το καθαρό χρέος ως πιο ενδεικτικό της δημοσιονομικής ευρωστίας μιας χώρας, καθώς αντικατοπτρίζει τα περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του χρέους.
- Συγκριτική Ανάλυση: Η χρήση του καθαρού χρέους επιτρέπει μια πιο ολοκληρωμένη και συγκριτική ανάλυση μεταξύ των χωρών, καθώς δεν επηρεάζεται από τις διαφορές στα διαθέσιμα των κυβερνήσεων στις κεντρικές τράπεζες.
Επιπλέον, οι συγγραφείς αναφέρουν ότι η χρήση του καθαρού χρέους είναι ιδιαίτερα σημαντική για χώρες όπως οι ΗΠΑ, όπου η κεντρική τράπεζα (Federal Reserve) διατηρεί σημαντικά διαθέσιμα σε κρατικά ομόλογα.
Εν κατακλείδι, ενώ οι πηγές δεν παρέχουν ένα ρητό ορισμό για το “καθαρό χρέος”, διασαφηνίζουν τον τρόπο υπολογισμού του και την σημασία του στην ανάλυσή τους.
Σχέση πρωτογενούς ισοζυγίου και επιπέδου χρέους
Οι πηγές αναλύουν την αλληλεπίδραση μεταξύ του πρωτογενούς ισοζυγίου και του επιπέδου του χρέους, εστιάζοντας στην έννοια της “δημοσιονομικής κόπωσης”.
- Πρωτογενές Ισοζύγιο: Ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ των εσόδων και των δαπανών της κυβέρνησης, εξαιρουμένων των τοκοχρεωλυτικών πληρωμών.
- Δημοσιονομική Κόπωση: Περιγράφει την κατάσταση όπου η ικανότητα μιας χώρας να διαχειρίζεται το χρέος της μειώνεται, καθώς το χρέος αυξάνεται .
Σύμφωνα με τις πηγές, η σχέση μεταξύ πρωτογενούς ισοζυγίου και χρέους ακολουθεί ένα μη γραμμικό πρότυπο, το οποίο απεικονίζεται στο Σχήμα 1:
- Χαμηλά Επίπεδα Χρέους: Σε χαμηλά επίπεδα χρέους, η σχέση είναι αδύναμη ή ελαφρώς αρνητική, υποδηλώνοντας ότι οι κυβερνήσεις δεν αντιδρούν άμεσα στις μικρές αυξήσεις του χρέους .
- Μέτρια Επίπεδα Χρέους: Καθώς το χρέος αυξάνεται, η σχέση γίνεται θετική, δηλαδή, οι κυβερνήσεις τείνουν να δημιουργούν πρωτογενή πλεονάσματα για να ελέγξουν την αύξηση του χρέους.
- Υψηλά Επίπεδα Χρέους (140-145% του ΑΕΠ): Όταν το χρέος ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο όριο (π.χ., 140-145% του ΑΕΠ), η σχέση γίνεται πάλι αρνητική. Αυτό σημαίνει ότι η “δημοσιονομική κόπωση” επέρχεται και οι κυβερνήσεις δυσκολεύονται να δημιουργήσουν επαρκή πρωτογενή πλεονάσματα για να σταθεροποιήσουν ή να μειώσουν το χρέος.
Οι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτήν την αλλαγή δυναμικής σε υψηλά επίπεδα χρέους περιλαμβάνουν:
- Πολιτικές δυσκολίες: Η εφαρμογή μέτρων λιτότητας ή αύξησης φόρων για τη μείωση του χρέους γίνεται πολιτικά δυσχερής σε υψηλά επίπεδα .
- Απώλεια εμπιστοσύνης: Η αδυναμία ελέγχου του χρέους μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εμπιστοσύνης από τις αγορές, αυξάνοντας τα επιτόκια δανεισμού και επιδεινώνοντας την κατάσταση.
Συνοπτικά, η σχέση μεταξύ του πρωτογενούς ισοζυγίου και του επιπέδου χρέους είναι περίπλοκη και μη γραμμική. Ενώ τα μέτρια επίπεδα χρέους μπορούν να αντιμετωπιστούν με δημοσιονομική πειθαρχία, η “δημοσιονομική κόπωση” σε υψηλά επίπεδα χρέους καθιστά τον έλεγχο του χρέους σημαντικά δυσκολότερο.
Η επίδραση της δημογραφικής γήρανσης στο Βιώσιμο Όριο Χρέους
Δυστυχώς, οι πηγές του εγγράφου που παρέχονται δεν εξετάζουν άμεσα την επίδραση της δημογραφικής γήρανσης στο βιώσιμο όριο χρέους. Ενώ αναλύουν διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν το όριο χρέους, όπως η δημοσιονομική αντίδραση, τις διαφορές επιτοκίων και ανάπτυξης, και τις οικονομικές προοπτικές, δεν εμβαθύνουν στον ρόλο του δημογραφικού.
Ωστόσο, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η γήρανση του πληθυσμού θα μπορούσε να επηρεάσει το βιώσιμο όριο χρέους μέσω των ακόλουθων μηχανισμών:
- Αυξημένες δαπάνες: Η γήρανση του πληθυσμού οδηγεί σε αυξημένες δαπάνες για την υγεία, τις συντάξεις και την κοινωνική φροντίδα, ασκώντας πίεση στα δημόσια οικονομικά. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερα επίπεδα χρέους και να μειώσει το βιώσιμο όριο.
- Μειωμένη οικονομική Ανάπτυξη: Η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του εργατικού δυναμικού και σε επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης. Η χαμηλότερη ανάπτυξη δυσχεραίνει την αποπληρωμή του χρέους και μειώνει το βιώσιμο όριο.
- Επίδραση στα επιτόκια: Η γήρανση του πληθυσμού θα μπορούσε να επηρεάσει τα επιτόκια μέσω αλλαγών στις καταναλωτικές και αποταμιευτικές συνήθειες. Η επίδραση αυτή είναι αβέβαιη και εξαρτάται από διάφορους παράγοντες.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η σχέση μεταξύ δημογραφικής γήρανσης και βιώσιμου ορίου χρέους είναι πολύπλοκη και απαιτεί περαιτέρω ανάλυση.
Συμπέρασμα: Ενώ οι πηγές του εγγράφου δεν προσφέρουν άμεσες απαντήσεις σχετικά με την επίδραση της δημογραφικής γήρανσης, υποδεικνύουν έμμεσα ότι η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να επηρεάσει το βιώσιμο όριο χρέους μέσω των επιπτώσεών της στις δημόσιες δαπάνες, την οικονομική ανάπτυξη και τα επιτόκια. Θα χρειαστεί περαιτέρω έρευνα για την πλήρη κατανόηση αυτής της σχέσης.