
Αξιολόγηση στο Δημόσιο: Ουσιαστική μεταρρύθμιση ή επικοινωνιακό εργαλείο;
Η δημιουργία μιας τράπεζας δεδομένων χωρίς την εξασφάλιση κονδυλίων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αυτή θα αναδείξει, θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια άσκηση δημοσίων σχέσεων παρά ως μια ουσιαστική μεταρρυθμιστική προσπάθεια.
Μια έγκαιρη ανάλυση βάσει των εξαγγελιών και των προκλήσεων
Η πρόσφατη δήλωση του πρωθυπουργού, κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, ότι με την αξιολόγηση στο Δημόσιο «δίνουμε λόγο στους πολίτες», επαναφέρει στο προσκήνιο το διαχρονικό ζήτημα της αποτελεσματικότητας και της λογοδοσίας της δημόσιας διοίκησης. Ωστόσο, η εξαγγελία αυτή εγείρει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με την ουσία, την εφαρμογή και, κυρίως, τους απώτερους στόχους ενός τέτοιου εγχειρήματος. Θα αποτελέσει η αξιολόγηση ένα πραγματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση συστημικών αδυναμιών, οδηγώντας σε πρακτική βελτίωση των υπηρεσιών προς τον πολίτη; Ή μήπως κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια επιφανειακή διαδικασία συλλογής δεδομένων, προσφέροντας μια ψευδαίσθηση ελέγχου στους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα αποσπά την προσοχή από κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία;
Η υπόσχεση της αξιολόγησης και η ανάγκη για ουσιαστική υλοποίηση
Η ιδέα της αξιολόγησης των δημοσίων υπηρεσιών από τους πολίτες είναι, κατ’ αρχήν, θετική. Μια «μεγάλη τράπεζα δεδομένων», όπως αναφέρθηκε, θα μπορούσε δυνητικά να χαρτογραφήσει τις αδυναμίες, να εντοπίσει σημεία συμφόρησης και να παρέχει πολύτιμη ανατροφοδότηση για τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Η ενεργός συμμετοχή των πολιτών θα μπορούσε να ενισχύσει τη διαφάνεια και να ασκήσει πίεση για αναβάθμιση των λειτουργιών του κράτους.
Ωστόσο, η επιτυχία ενός τέτοιου συστήματος εξαρτάται από κρίσιμους παράγοντες. Πρωτίστως, η αξιολόγηση δεν πρέπει να είναι επιφανειακή. Ο σχεδιασμός των κριτηρίων, η μεθοδολογία συλλογής και ανάλυσης των δεδομένων, καθώς και η διασφάλιση της αντικειμενικότητας είναι θεμελιώδους σημασίας.
Η κρίσιμη παράμετρος της χρηματοδότησης και η πρακτική εφαρμογή
Ένα από τα πλέον κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν αφορά τη χρηματοδότηση των απαραίτητων αλλαγών που θα υποδείξει η αξιολόγηση. Η συλλογή δεδομένων, από μόνη της, δεν επιφέρει βελτίωση. Εάν οι διαπιστωμένες αδυναμίες δεν συνοδευτούν από συγκεκριμένα σχέδια δράσης, χρονοδιαγράμματα και, κυρίως, τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους για την υλοποίησή τους, τότε η όλη διαδικασία κινδυνεύει να παραμείνει «κενό γράμμα». Η δημιουργία μιας τράπεζας δεδομένων χωρίς την εξασφάλιση κονδυλίων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αυτή θα αναδείξει, θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια άσκηση δημοσίων σχέσεων παρά ως μια ουσιαστική μεταρρυθμιστική προσπάθεια.
Αξιολόγηση ως αντίβαρο ή ως μηχανισμός απόσπασης προσοχής;
Η χρονική συγκυρία της εξαγγελίας αυτής δεν μπορεί να αγνοηθεί. Η ελληνική κοινωνία παραμένει αντιμέτωπη με μια σειρά από φλέγοντα ζητήματα που απαιτούν απαντήσεις και λύσεις: η συνεχιζόμενη διερεύνηση της τραγωδίας των Τεμπών και η απαίτηση για πλήρη απόδοση ευθυνών, το σκάνδαλο των υποκλοπών που έχει τραυματίσει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, η επίμονη ακρίβεια που διαβρώνει το εισόδημα των νοικοκυριών, καθώς και άλλα σημαντικά προβλήματα στα οποία η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός καλούνται να λογοδοτήσουν ως πολιτικά υπεύθυνοι και διαχειριστές της κρατικής εξουσίας.
Υπό αυτό το πρίσμα, υπάρχει ο κίνδυνος η ενασχόληση με ένα σύστημα αξιολόγησης, ειδικά εάν αυτό παραμείνει σε επιφανειακό επίπεδο, να λειτουργήσει ως μηχανισμός απόσπασης της προσοχής της κοινής γνώμης από αυτές τις πιεστικές υποθέσεις. Η προσφορά μιας ψευδαίσθησης ελέγχου στους πολίτες μέσω της αξιολόγησης επιφανειακών πτυχών της δημόσιας διοίκησης, ενώ οι βαθύτερες παθογένειες και οι πολιτικές ευθύνες παραμένουν στο απυρόβλητο, δεν συνιστά πραγματική ενδυνάμωση του πολίτη.
Διεύρυνση του πεδίου αξιολόγησης: Προς μια ισότιμη λογοδοσία
Εάν η πρόθεση είναι πράγματι να δοθεί «λόγος στους πολίτες», τότε αυτός ο λόγος θα πρέπει να έχει ουσιαστικό περιεχόμενο και ευρύ πεδίο εφαρμογής. Οι πολίτες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αξιολογούν όχι μόνο την καθημερινή λειτουργία μιας υπηρεσίας, αλλά και κρίσιμες παραμέτρους που επηρεάζουν την ανάπτυξη της χώρας και την ποιότητα ζωής τους.
Για παράδειγμα:
Καθυστερήσεις σε επενδύσεις: Γιατί σημαντικές επενδύσεις, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και να τονώσουν την οικονομία, καθυστερούν ή ματαιώνονται; Ποιες είναι οι ευθύνες και πώς μπορούν οι πολίτες να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα των αρμόδιων φορέων;
Καθυστερήσεις στην απονομή συντάξεων: Η πολυετής ταλαιπωρία χιλιάδων συνταξιούχων αποτελεί μια διαχρονική πληγή. Η αξιολόγηση από τους πολίτες θα πρέπει να συνδέεται με την απόδοση ευθυνών για τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.
Ποινές και λογοδοσία σε υψηλό επίπεδο: Η αξιολόγηση, για να είναι ισότιμη, δεν μπορεί να περιορίζεται στους υπαλλήλους. Θα πρέπει να επεκτείνεται και στην απόδοση των υπουργών, ακόμη και του ίδιου του πρωθυπουργού, για τις πολιτικές τους αποφάσεις και τις επιπτώσεις τους. Οι διαπιστώσεις της αξιολόγησης θα πρέπει να έχουν συνέπειες, όχι μόνο διορθωτικές παρεμβάσεις σε επίπεδο υπηρεσιών, αλλά και πολιτική λογοδοσία.
Ο ρόλος των πολιτών στην κατανομή των κρατικών κονδυλίων
Περαιτέρω, εάν οι πολίτες πρόκειται να έχουν τον πρώτο λόγο, όπως υποδηλώνει η κυβερνητική ρητορική, τότε η συμμετοχή τους δεν μπορεί να εξαντλείται στην αξιολόγηση των ήδη παρεχόμενων υπηρεσιών. Θα πρέπει να επεκταθεί και στον έλεγχο και τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την κατανομή των κρατικών κονδυλίων. Αυτό περιλαμβάνει και τις δαπάνες που αφορούν την ενημέρωση και την επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και να αποφεύγονται φαινόμενα μονομερούς προβολής ή δημιουργίας «παρακρατικών προπαγανδιστικών μηχανισμών», όπως καταγγέλλεται από μέρος της αντιπολίτευσης και των μέσων ενημέρωσης. Η αδιαφάνεια στη διαχείριση του δημοσίου χρήματος υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών και ενισχύει την αντίληψη περί προνομιακής μεταχείρισης.
Προϋποθέσεις για μια αξιόπιστη και αποτελεσματική αξιολόγηση
Η αξιολόγηση στο Δημόσιο μπορεί να αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο μεταρρύθμισης, υπό την προϋπόθεση ότι θα σχεδιαστεί και θα υλοποιηθεί με γνώμονα την ουσιαστική βελτίωση και την πραγματική ενδυνάμωση των πολιτών, και όχι την επικοινωνιακή διαχείριση ή την απόσπαση της προσοχής.
Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτούνται:
Δέσμευση για ουσιαστική αλλαγή: Η αξιολόγηση πρέπει να οδηγεί σε συγκεκριμένες, μετρήσιμες και χρηματοδοτούμενες δράσεις βελτίωσης.
Διαφάνεια και αντικειμενικότητα: Η διαδικασία πρέπει να είναι απολύτως διαφανής σε όλα της τα στάδια, με σαφή κριτήρια και μεθοδολογία.
Ευρύ πεδίο εφαρμογής: Η αξιολόγηση πρέπει να καλύπτει όλες τις κρίσιμες πτυχές της δημόσιας διοίκησης και των κρατικών λειτουργιών, συμπεριλαμβανομένων των καθυστερήσεων σε μείζονα έργα και την απονομή δικαιοσύνης.
Πραγματική λογοδοσία: Οι διαπιστώσεις πρέπει να οδηγούν σε απόδοση ευθυνών σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής ηγεσίας.
Συμμετοχή των πολιτών στον έλεγχο των Δημοσίων δαπανών: Η ενδυνάμωση των πολιτών περιλαμβάνει και τον ουσιαστικό έλεγχο στον τρόπο διάθεσης των κρατικών πόρων.
Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, η εξαγγελία για «λόγο στους πολίτες» κινδυνεύει να παραμείνει μια ρητορική φιγούρα, αφήνοντας άθικτες τις βαθύτερες παθογένειες και ενισχύοντας την αίσθηση των πολιτών ότι ο έλεγχος που τους παρέχεται είναι επιφανειακός και δεν αγγίζει τον πυρήνα των προβλημάτων που καθορίζουν την ποιότητα της ζωής τους και την πορεία της χώρας. Η πραγματική δημοκρατική λογοδοσία απαιτεί τόλμη, ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και, πάνω απ’ όλα, πολιτική βούληση για πραγματική αλλαγή.
mywaypress.gr