ΙΟΒΕ: Eγρήγορση για διατήρηση αισιοδοξίας
• Περιορισμένη αποκλιμάκωση της ύφεσης στην Ελλάδα το 2012: -6,4% έναντι -7,1% το 2011
• Συνεχίζεται η ύφεση στην ελληνική οικονομία και το 2013, με μικρότερη ένταση από ότι πέρυσι
•Η πτώση των επενδύσεων το 2013 θα είναι η ηπιότερη σε σχέση με το 2012, στην περιοχή του 10%
• Σταδιακά, είναι πολύ πιθανή μετά την απόφαση του Eurogroup για «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο η απώλεια εμπιστοσύνης απέναντι στα τραπεζικά συστήματα χωρών της Ευρωζώνης που εφαρμόζουν πολιτικές αντιμετώπισης των δημοσιονομικών τους ανισορροπιών ή/και των προβλημάτων στο χρηματοοικονομικό τους τομέα
•Σταθερότητα τιμών το 2013, στο ελάχιστο επίπεδο των τελευταίων 40 ετών
Παραθέτουμε την πλήρη Τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ όπως ανακοινώθηκε σήμερα.
«Το ΙΟΒΕ στην τελευταία του Τριμηνιαία Έκθεση, διέβλεπε για το 2013 προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, υπογράμμιζε όμως ως εξ ίσου σημαντικό ζητούμενο, την απο-φυγή κάθε αισθήματος εφησυχασμού.
Οι πρώτες 10 εβδομάδες του πρώτου τριμήνου, επεφύλασσαν για την Ελλάδα ακριβώς το παραπάνω μείγμα θετικών οικονομικών εξελίξεων αλλά και στοιχείων προβληματισμού.
Έτσι, από τη μία πλευρά θετικές εξακολούθησαν να είναι οι εξελίξεις στα ισοζύγια εσωτερικής και εξωτερικής διαχείρισης που στο παρελθόν, με τα «διπλά ελλείμματα» αποτέλεσαν την γενεσιουργό αιτία του σημερινού χρέους και των συνεπακόλουθων δεινών.
Το γενικό ισοζύγιο της κυβέρνησης το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους ήταν θετικό, παρουσιάζο-ντας πλεόνασμα €72 εκατ., όμως στις αρχές του 2012 το πλεόνασμά του έφτανε τα € 2,3 δις.
Σε ότι αφορά το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, το έλλειμμά του διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο στα €221,6 εκ., 84,7% χαμηλότερα από ότι τον ίδιο μήνα πέρυσι (€1,45 δις.).
Θετική εξέλιξη αποτέλεσε επίσης η βελτίωση του οικονομικού κλίματος που αποτυπώθηκε στην Έρευνα Συγκυρίας του ΙΟΒΕ επί τέσσερις συνεχείς μήνες.
Στροφή προς το θετικότερο αντικατοπτρίστηκε και στην ανάκαμψη των τιμών των μετοχών στο ελληνικό χρηματιστήριο και στην αξιοσημείωτη άνοδο της τιμής των ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Οι εξελίξεις αυτές αλλά κυρίως η εκπλήρωση των συγκεκριμένων όρων που είχαν τεθεί στο πλαίσιο της απόφασης του Eurogroup της 26ης Νοεμβρίου 2012 επέτρεψαν την εκταμίευση της συμπληρωματικής 2ης και της 3ης δόσης των € 9,2 δις και 2,8 δις από τη λεγόμενη υπέρ-δόση του προγράμματος χρηματοδοτικής ενίσχυσης, με την τελευταία της δόση να κρίνεται αυτό το διάστημα.
Θετικές ειδήσεις ήρθαν επίσης στο μικροοικονομικό σκέλος της οικονομίας, με προεξέχουσες την ολοκλήρωση της σιδηροδρομικής σύνδεσης Ικονίου – Θριασίου πεδίου, η οποία θεωρούμε ότι συνιστά μια κομβική εξέλιξη που αναβαθμίζει ραγδαία τη θέση του Πειραιά στο παγκόσμιο διαμετακομιστικό εμπόριο.
Αλλά και οι ειδήσεις για μεταφορά μέρους παραγωγής από σημαντικές πολυεθνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, όπως η εγκατάσταση νέας γραμμής παραγωγής της Philip Morris στο εργοστάσιό της στον Ασπρόπυργο και η αγορά πάνω από το 50% της παραγωγής καπνού στην Ελλάδα για τα επόμενα τρία χρόνια, η μεταφορά των κεντρικών γραφείων Νοτίου Ευρώπης της γερμανικής εταιρίας εφαρμογών επιχειρησιακού λογισμικού SAP στην Ελλάδα κ.α.
Επίσης θετικές παρουσιάζονταν, τουλάχιστον κατά τις πρώτες 10 εβδομάδες, οι εξελίξεις στον εγχώριο τραπεζικό τομέα, όπου ομαλοποιούνταν σταδιακά οι συνθήκες ρευστότητας καθώς επιταχυνόταν η επανάκαμψη των καταθέσεων.
Ήδη, τον Φεβρουάριο 2013 οι καταθέσεις διαμορφώθηκαν σε 164 δις από €161,3 δις τον Δεκ.’12 και €150,5 δις. τον Ιούν.’12. Τη ρευστότητα βελτίωσε σε κάποιο βαθμό και η πληρωμή τμήματος των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κράτους προς τους ιδιώτες.
Στα θετικά εντάσσεται και το στοιχείο ότι η απόκλιση του πληθωρισμού από το μέσο όρο της Eυρωζώνης (σε εναρμονισμένη βάση) έγινε το 2012, για πρώτη φορά, αρνητική φθάνοντας το Φεβρουάριο του 2013 στο 1,7%.
Στο θέμα του πληθωρισμού, περισσότερο σημαντική είναι η καταγραφείσα υποχώρηση κατά 0,8% του αποπληθωριστή του ΑΕΠ η οποία μάλιστα φαίνεται να επιταχύνεται.
Η υποχώρηση αυτή προσφέρει μια ένδειξη ότι η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης άρχισε πλέον να αποδίδει καρπούς και η μείωση του κόστους εργασίας περνά, έστω με βραδύτητα, στις τιμές.
Η μείωση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας που επιτυγχάνεται πάντως δεν είναι αντίστοιχη προς το κόστος που έχει επωμιστεί για αυτό το σκοπό το κοινωνικό σύνολο μέσω της σημαντικής μείωσης μισθών και συντάξεων.
Παράγων προβληματισμού από την άλλη πλευρά παραμένει το γεγονός ότι η ύφεση εξακολουθεί να είναι έντονη, αν και στο τελευταίο τρίμηνο του 2012 υπήρξε μικρότερη από όση ήταν στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2011 (5,7% έναντι 7,9%).
Τον Ιανουάριο σημειώθηκε μι-κρή πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, μείωση των νέων παραγγελιών στη βιομηχανία καθώς και μεγάλη πτώση του κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο.
Πρόβλημα τεράστιας οικονομικής και κοινωνικής σημασίας παραμένει το υψηλό ποσοστό της ανεργίας (στο 26,4% τον Δεκέμβριο) τόσο ως προς τα απόλυτα μεγέθη, όσο και ως προς τη διάρθρωσή της και ειδικά την εξέλιξη τη μακροχρόνιας ανεργίας, αλλά και της ανεργίας των νέων.
Σε στοιχείο σοβαρού προβληματισμού επίσης εξελίσσεται η αδυναμία είσπραξης εσόδων που αποδίδεται αφ’ ενός στην καθυστέρηση καταβολής οφειλών από τη «μη φοροδιαφεύγουσα» μερίδα του πληθυσμού (η οποία ενδεχομένως αναμένει αποσαφήνιση του θέματος των δόσεων) και αφ’ ετέρου στη φοροδιαφυγή, με αυξητικές μάλιστα ενδείξεις για την τελευταία.
Παράγοντα προβληματισμού αποτελεί οπωσδήποτε η ένταση που δημιουργείται γύρω από υφιστάμενες ή σχεδιαζόμενες επενδύσεις, καθώς αυτές αξιολογούνται ως μια εικόνα αντί-δρασης σε κάθε επενδυτική προσπάθεια της χώρας.
Όμως το παραπάνω αναμενόμενο και σχετικά «ισορροπημένο» σκηνικό, ανατράπηκε τις τελευταίες τρεις εβδομάδες του τριμήνου ως συνέπεια δύο σημαντικών αρνητικών εξελίξεων:
Τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Κύπρο αποτέλεσαν, προφανώς, τη μία.
Αυτά, εκτός από την τοπική διάσταση, την επίδραση δηλαδή που έχουν στους Κύπριους πολίτες και στην τοπική οικονομία, έχουν μια ευρύτερη και ακόμη σοβαρότερη διάσταση, αφού τα μέτρα που επιλέχθηκαν να εφαρμοστούν, θίγουν και παραβιάζουν θεμελιώδεις και διεθνώς καθιερωμένους θεσμούς και αρχές.
Είχε όμως προηγηθεί χρονικά μια άλλη εξέλιξη στην Αθήνα, όχι βέβαια τόσο εκρηκτικού χαρακτήρα όπως τα γεγονότα της Κύπρου αλλά επίσης αρνητική για την εικόνα και τις προο-πτικές της ελληνικής οικονομίας.
Αυτή υπήρξε η επιστροφή στο καθεστώς δυστοκίας στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα κατά την τελευταία επίσκεψή της και η (καθυστερημένη ή μη) καταβολή της τελευταίας δόσης από την εναπομένουσα χρηματοδοτική ενίσχυση.
Η εικόνα της ελληνικής οικονομίας είχε έτσι υποστεί πλήγμα πριν την εκδήλωση της κυπριακής κρίσης, με χαρακτηριστική συνέπεια τα περιθώρια αποδόσεων των 10-ετών ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου έναντι των αποδόσεων των αντιστοίχων γερμανικών τίτλων να γυρίσουν σε έντονα ανοδική τάση όταν διαπιστώθηκε η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της αξιολόγησης από την τρόικα.
Η εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις με την τρόικα ανέδειξε μια δυσάρεστη και δυσμενούς προοπτικής προοιωνίζουσα πραγματικότητα: η οικονομική πολιτική φαίνεται να εξαντλείται γύρω από τη «στρατηγική της δόσης» σε βάρος μιας στρατηγικής που αποβλέπει στην επίλυση ορισμένων από τα βραχυπρόθεσμα προβλήματα, αλλά και στη γενικότερη μεσοπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης της χώρας, ανεξάρτητα δηλαδή από την εδώ παρουσία της τρόικας.
Αλλά και προς την τελευταία, εμφανιστήκαμε πάλι ασυνεπείς προς αναληφθείσες υποχρεώσεις.
Δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί ο τρόπος επίτευξης του προγραμματισμένου για τα επόμενα χρόνια εξορθολογισμού της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα, επιμένουμε δε πεισματικά σε θέσεις που κανένας σοβαρά σκεπτόμενος πολίτης, εργαζόμενος ή άνεργος, δεν υιοθετεί, όπως τη μη τιμωρία επίορκων δημοσίων λειτουργών.
Με την εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις έχουν ενταθεί και η πικρία και κριτική για έλλειμμα αλληλεγγύης από πλευράς των ισχυρών Ευρωπαϊκών κρατών προς τη χώρα μας.
Όσο δικαιολογημένη και αν είναι η τελευταία, αυτό που προέχει σήμερα είναι η αντιμετώπιση του μεγαλύτερου οικονομικού και κοινωνικού προβλήματος της χώρας που παραμένει η ανεργία και αυτή μπορεί να περιορισθεί μόνον αν προσελκύσουμε νέες ξένες επενδύσεις.
Οι τελευταίες δύσκολα θα έλθουν ενόσω η νοοτροπία μας, οι δηλώσεις μας και τα συστήματά μας επιμένουν με κάθε τρόπο να τις αποτρέπουν.
Δεν ανήκει στο ΙΟΒΕ η αρμοδιότητα διατύπωσης κριτικής για τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν τη διαπραγμάτευση οι εκπρόσωποι των δανειστών, ούτε για την εικόνα που εμφάνισε η δική μας πλευρά της διαπραγμάτευσης.
Αυτό που μπορούμε και έχουμε υποχρέωση να επισημάνουμε, είναι οι συνέπειες αυτής της κατάστασης όπως καταγράφονται στις δικές μας, αναγνωρισμένης αξιοπιστίας, έρευνες επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Το ΙΟΒΕ είχε μετρήσει και καταγράψει στα δελτία οικονομικής συγκυρίας το περασμένο καλοκαίρι και φθινόπωρο, ότι οι πολύ χαμηλές προσδοκίες που αποτυπώνονταν στους δείκτες επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό στις παρατεταμένες διαπραγματεύσεις με την τρόικα και την αβεβαιότητα ως προς την έκβασή τους.
Η επιστροφή σε καθεστώς αβεβαιότητας θα οδηγήσει σε επιδείνωση της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης, που θα επηρεάσει κατά κύριο λόγο τον εξαιρετικά ευαίσθητο τομέα που είναι ο τραπεζικός και μέσω αυτού τον κρίσιμο για την ανάκαμψη παράγοντα που είναι η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.
Η επανάκαμψη των καταθέσεων για την οποία έγινε λόγος και στην αρχή του παρόντος κειμένου μπορεί να αντιστραφεί, αν δεν υπάρξουν άμεσα και σαφή δείγματα σοβαρής αντιμετώπισης εκ μέρους της οικονομικής και τραπεζικής ηγεσίας.
Ποιά είναι τα ζητούμενα δείγματα σοβαρής αντιμετώπισης έχει γραφεί κατ΄επανάληψη.
Επαναλαμβάνουμε τη θέση ότι περιθώριο για λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων δεν υπάρχει.
Η αντιμετώπιση περιστρέφεται γύρω από την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων βάσει του χρονοδιαγράμματος που τέθηκε στην πρόσφατη επικαιροποίηση του δεύτερου μνημονίου, πρωτίστως των προαπαιτούμενων για τη συνέχιση εκταμίευσης των δόσεων του δεύτερου δανείου από την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται αλλά παραμένει απροσδιόριστος, ο τρόπος αναδιάρθρωσης της απασχόλησης στο δημόσιο τομέα.
Όσον αφορά τέλος το πρόγραμμα για Κύπρο, υπάρχει μια πληθώρα εκτιμήσεων και μελετών που είδαν και συνεχίζουν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας και πηγάζουν από διάφορα περισσότερο ή λιγότερο έγκυρα και αρμόδια όργανα.
Η μεγάλη πλειοψηφία των εκτιμήσεων αυτών καταλήγει σε συμπεράσματα δραματικά έως και καταστροφικά για την οικονομία της Κύπρου, δεν λείπουν δε και σενάρια συντέλειας για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Το ΙΟΒΕ, χωρίς να μπορεί ακόμη να τεκμηριώσει μια λιγότερο απαισιόδοξη προοπτική, θα ήθελε εδώ απλά να την καταχωρήσει. Όχι μόνον ως ένα διαφορετικό ενδεχόμενο, αλλά και ως στόχο και ευχή:
Με βάση τουλάχιστον τη διάρθρωση του προϊόντος της Κύπρου, ο τομέας των τραπεζικών και άλλων οικονομικών υπηρεσιών, δεν ξεπερνά το 8,7% του ΑΕΠ της Κύπρου (διπλάσιο βέβαια από το αντίστοιχο στην Ελλάδα που είναι 4,5%).
Αν και ο τραπεζικός τομέας είναι τεράστιος σε όγκο σε σχέση με το εθνικό εισόδημα της Κύπρου, δεν είναι ούτε ο μόνος ούτε καν ο κυριότερος συντελεστής της δημιουργίας του κυπριακού ΑΕΠ.
Βέβαια οι καταθέσεις χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της κυπριακής οικονομίας και μια απότομη πτώση τους όπως και τα προβλήματα ρευστότητας που θα προκύψουν για όσο διάστημα συνεχίσουν να εφαρμόζονται περιορισμοί στη διαχείριση των καταθέσεων, θα έχει αρνητικές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις και σε άλλους τομείς.
Χωρίς αμφιβολία λοιπόν, οι προοπτικές της κυπριακής οικονομίας για το άμεσο μέλλον δεν είναι ευοίωνες. Όχι όμως, κατ΄ανάγκη, για ιδιαίτερα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Κύπρος, παρόλη τη δραματική περίοδο που διανύει και παρ’ όλους τους λαθεμένους χειρισμούς που έκαναν οι ιθύνοντές της, που ήταν πολλοί και σε διάφορα επίπεδα, διαθέτει λανθάνουσες ικανότητες που της έχουν επιτρέψει στο παρελθόν να αντιμετωπίζει και να ανακάμπτει από σοβαρές κρίσεις.
Διαθέτει ένα ιδιαίτερα καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό, ικανότατους νομικούς και λογιστικούς επιστήμονες, μια πιο λειτουργική δημόσια υπηρεσία, μια πολύ πιο ταχεία δικαιοσύνη, με άλλα λόγια ένα πιο αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης, αυτό ακριβώς που αποτελεί τη μεγάλη αδυναμία της Ελλάδος.
Επειδή στην Ελλάδα οι παραπάνω «ανοσοποιητικοί» μηχανισμοί είναι αδύναμοι, τυχόν διάχυση του προβλήματος της Κύπρου προς την Ελλάδα μπορεί να έχει συνέπειες σοβαρότερες και μεγαλύτερης διάρκειας από ότι στην ίδια τη Μεγαλόνησο.
Γι’ αυτό οι δραματικές εξελίξεις στην Κύπρο δεν αποτελούν άλλοθι για την αποφυγή προώθησης των μεταρρυθμίσεων στην ελληνική οικονομία.
Αντίθετα, επιβάλουν εγρήγορση όλων των εμπλεκόμενων φορέων, ιδιωτικών και δημοσίων, ώστε να διατηρήσουμε το κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας που μετά από τόσους κόπους και θυσίες, φάνηκε να αναπτύσσεται στις αρχές αυτού του χρόνου.
Οι εξελίξεις στο δημοσιονομικό πεδίο καθοριστικός παράγοντας της πορείας της παγκόσμιας οικονομίας το 2013
•Συνοπτική επισκόπηση
Ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας επιβραδύνθηκε το 2012 στο 3,2%, από 3,9% το 2011.
Παρότι οι προηγμένες οικονομίες αναπτύχθηκαν κατά περίπου 1,3% πέρυσι (από 1,6% το 2011), εντούτοις η επιβράδυνση της μεγέθυνσης στις αναπτυσσόμενες οικονομίες ήταν εντονότερη, από 6,3% το 2011 στο 5,1% το 2012.
Σε βασικές αναπτυγμένες χώρες (Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο) το περασμένο έτος είτε η άνοδος του ΑΕΠ ήταν χαμηλότερη από ότι το 2011, είτε σημειώθηκε μεταστροφή της τάσης σε ύφεση. Έτσι η ύφεση στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο -0,6% ενώ στην ΕΕ-27 στο -0,3%.
Όπως είχε διαφανεί σχεδόν από τις αρχές του 2012, οι προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής σε χώρες-μέλη της Ευρωζώνης είχαν αρνητικές επιδράσεις που δεν περιορίστηκαν στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, αλλά διαχύθηκαν στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης και στην Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα.
Στις ΗΠΑ, οι δημοσιονομικές εκκρεμότητες δεν είχαν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στο ΑΕΠ την προηγούμενη χρονιά, κυρίως λόγω της αναβολής της λήψης κρίσιμων δημοσιονομικών αποφάσεων για το 2013.
Η αναζωογόνηση της στεγαστικής αγοράς τους και η σημαντική καλυτέρευση του περιβάλλοντος στις χρηματαγορές, έδωσαν μικρή ώθηση στην ανάπτυξη.
Σε ότι αφορά τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, υπέστησαν το 2012 εξασθένιση της ανόδου της εξαγωγικής ζήτησής τους από τις χώρες κυρίως της Ευρώπης, ενώ ανασχετικά επέδρασαν και προγράμματα οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκαν στο εσωτερικό τους.
Οι περιοριστικές επιδράσεις των συσταλτικών δημοσιονομικών πολιτικών στις ανεπτυγμένες χώρες αναμένεται να κλιμακωθούν το 2013, ενώ δεν αποκλείεται να δημιουργήσουν εστίες κλυδωνισμών στην παγκόσμια οικονομία.
Η Ευρωζώνη βρίσκεται στο επίκεντρο των προσπαθειών δημοσιονομικής προσαρμογής, με την πλέον πρόσφατη σχετική εξέλιξη να αφορά την είσοδο της Κύπρου σε μηχανισμό στήριξης από την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Μετά από ταραχώδεις διαπραγματεύσεις και με την εφαρμογή ενός πρωτοφανούς προγράμματος αναδιάρθρωσης του τραπεζικού της συστήματος, με μη συμβατικά – σύμφωνα με τις έως τώρα διεθνείς και ευρωπαϊκές πρακτικές – μέσα, τα μέτρα που λήφθηκαν στην Κύπρο και οι δυνητικές επιδράσεις τους, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στην Ευρωζώνη, προς το παρόν δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βεβαιότητα.
Σε κάθε περίπτωση ωστόσο κλιμάκωσαν απότομα την ανησυχία για τη συνοχή και τις προοπτικές της Ευρωζώνης.
Η επιδείνωση του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος είχε ξεκινήσει νωρίτερα φέτος, από το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία, με την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης να παραμένει. Υπό αυτές τις δυσμενείς συνθήκες, η Ευρωζώνη θα παραμείνει σε ύφεση το 2013, ενδεχομένως ισχυρότερη της περυσινής.
Στις ΗΠΑ, η πρόσφατη λήψη δημοσιονομικών μέτρων και η παρατεταμένη δυστοκία στις διαβουλεύσεις σχετικά με το ανώτατο όριο χρέους, μάλλον θα μετριάσουν την αναπτυξιακή τους δυναμική το 2013.
Οι εφαρμοζόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι ασκούμενες οικονομικές πολιτικές στις αναπτυσσόμενες οικονομίες εκτιμάται ότι θα αρχίσουν να αποτυπώνονται θετικά στην οικονομική τους δραστηριότητα από φέτος, περιορίζοντας ή και αντισταθμίζοντας την επίπτωση της συρρίκνωσης των εξαγωγών τους προς τις προηγμένες οικονομίες.
Οι παραπάνω τάσεις στις οικονομικές ζώνες παγκοσμίως, ειδικά οι τελευταίες εξελίξεις στην Ευρωζώνη που δεν είχαν συνεκτιμηθεί κατά την εκπόνηση των πλέον πρόσφατων εκθέσεων διεθνών οργανισμών, προβλέπεται ότι επιβραδύνουν το ρυθμό μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας για δεύτερο συνεχές έτος το 2013, στην περιοχή του 3,0%.
Στην Ευρώπη αντίστοιχα η ύφεση αναμένεται να διατηρηθεί στα επίπεδα του 2012, αν και οι αβεβαιότητες είναι ακόμα έντονες.
Περιορισμένη αποκλιμάκωση της ύφεσης στην Ελλάδα το 2012: -6,4% έναντι -7,1% το 2011
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών, ο ρυθμός πτώσης του ΑΕΠ υποχώρησε στο δ’ τρίμηνο του 2012 στο 5,7%, από 6,7% το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο και 7,9% στο τελευταίο τρίμηνο του 2011.
Η σημειωθείσα επιβράδυνση προήλθε πρωτίστως από την άνοδο των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου) για πρώτη φορά από το τέταρτο τρίμηνο του 2007, κατά 4,9%, και τις χαμηλότερες περικοπές στη δημόσια κατανάλωση.
Η αύξηση αυτή των επενδύσεων δεν προήλθε όμως από το σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου, που αποτελεί το βασικό συστατικό στοιχείο τους το οποίο άλλωστε παρέμεινε σε πτωτική τροχιά (-10,2%) αλλά από την ιδιαίτερα υψηλή συσσώρευση αποθεμάτων που έφθασε τα €2,5 δισεκ., μέγεθος που είναι το μεγαλύτερο από τα τέλη του 2007.
Αυτή η εξέλιξη είναι δυσερμήνευτη, καθώς πλέον οι επιχειρήσεις είναι ιδιαίτερα συγκρατημένες στην παραγγελία πρώτων υλών και στον καθορισμό του μεγέθους της παραγωγής τους, ενώ τα επίπεδα βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας (ΑΕΠ, επενδύσεις παγίου) είναι πολύ χαμηλότερα.
Αντιθέτως, η εξασθένιση των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών επιταχύνθηκε εκ νέου, στο 9,6%, που είναι και η μεγαλύτερη τριμηνιαία πτώση του περασμένου έτους, αντανακλώντας πρωτίστως την πλήρη εφαρμογή των μέτρων του δεύτερου Μνημονίου, την ανησυχία για τις επιπτώσεις των σχεδιαζόμενων εκείνη την περίοδο δημοσιονομικών μέτρων για το 2013 και τη συνέχιση της ταχείας ανόδου της ανεργίας.
Στον εξωτερικό τομέα, η εκτεταμένη συρρίκνωση του ελλείμματός του από τις αρχές του 2012 ανακόπηκε σχετικά το τελευταίο τρίμηνο λόγω της ηπιότερης υποχώρησης των εισαγωγών.
Έτσι συνολικά το 2012, η έκταση της ύφεσης συγκρατήθηκε στο 6,4%, έναντι -7,1% το 2011.
Η σωρευτική συρρίκνωση του εγχώριου προϊόντος της Ελλάδας από το 2008, οπότε και εισήλθε οριακά σε ύφεση, έως και το 2012 είναι της τάξης του 20,1%.
Συνεχίζεται η ύφεση στην ελληνική οικονομία και το 2013, με μικρότερη ένταση από ότι πέρυσι
Στις αρχές του 2013 διαμορφώθηκαν δεδομένα στο εγχώριο πολιτικοοικονομικό περιβάλλον που επέτρεψαν τη σταδιακή άρση αβεβαιοτήτων που επικράτησαν το 2012: οι πολύμηνες διαπραγματεύσεις με την τρόικα είχαν ολοκληρωθεί, εν συνεχεία οι διαβουλεύσεις Ευρωζώνης-ΔΝΤ για τα μέτρα που θα καταστήσουν βιώσιμο το ελληνικό δημόσιο χρέος κατέληξαν στην απόφαση του Eurogroup της 26ης Νοεμβρίου, στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιήθηκε η επαναγορά ομολόγων από την ελληνική κυβέρνηση.
Ακολούθως, κάμφθηκε η αυξημένη επιφυλακτικότητα σχετικά με τη δυνατότητα συνέχισης της δημοσιονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα.
Επίσης, διασφαλίστηκε η συνέχιση της χρηματοδότησης του ελληνικού κράτους από τον ESM και το ΔΝΤ, επιτρέποντας την εξυπηρέτηση του χρέους του, την ανακεφαλαίωση των τραπεζών και την εκκίνηση πληρωμών ληξιπρόθεσμων χρεών του δημόσιου τομέα προς τον ιδιωτικό τομέα.
Τούτων δοθέντων, οι εξελίξεις το 2013 αναμένεται να περιστραφούν γύρω από την υλοποίηση των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών μέτρων και μεταρρυθμίσεων στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, καθώς η πραγματοποίηση αρκετών εξ’ αυτών αποτελεί ορόσημο (milestone) για τη συνέχιση της χρηματοδότησης στο πλαίσιο του δεύτερου Μνημονίου από την ΕΕ και το ΔΝΤ.
Ωστόσο, η υλοποίηση των εκτεταμένων δημοσιονομικών παρεμβάσεων που αποφασίστηκαν για το 2013, ύψους €9,5 δισεκ., εκ των οποίων €7,4 δισεκ.
Στην πλευρά των δημόσιων δαπανών (κυρίως συντάξεις, μισθοί, επιδόματα) θα έχει και φέτος σημαντικό αντίκτυπο στα εισοδήματα, στη ζήτηση, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα και ακολούθως στην παραγωγική δραστηριότητα, οξύνοντας περαιτέρω την ανεργία.
Στις παραμέτρους που θα επηρεάσουν τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη, προστέθηκε η είσοδος της Κύπρου στο μηχανισμό στήριξης.
Η ολοσχερής αναδιάρθρωση του τραπεζικού της συστήματος, χρησιμοποιώντας μη συμβατικά μέσα («κούρεμα» καταθέσεων, ακούσια πλήρης συμμετοχή μετόχων-ομολογιούχων), έπληξε σημαντικά την αξιοπιστία και την ελκυστικότητα του τραπεζικού της συστήματος της και σε συνδυασμό με την υλοποίηση προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, εκτιμάται ότι θα έχουν ισχυρές υφεσιακές επιδράσεις στην κυπριακή οικονομία.
Σε ότι αφορά τον αναμενόμενο οικονομικό αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία, συνίσταται αμέσως στις ανακατατάξεις στον εγχώριο τραπεζικό τομέα που έχει προκαλέσει, στη σημαντική εξασθένιση της εξαγωγικής ζήτησης από την Κύπρο (τέταρτος εξαγωγικός προορισμός για την Ελλάδα το 2012), στις απώλειες που θα υποστούν όσοι κάτοικοι Ελλάδας ή επιχειρήσεις με παραγωγική δραστηριότητα στη χώρα μας είχαν υψηλές καταθέσεις στις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της Κύπρου.
Σταδιακά, είναι πολύ πιθανή μετά την απόφαση του Eurogroup για «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο η απώλεια εμπιστοσύνης απέναντι στα τραπεζικά συστήματα χωρών της Ευρωζώνης που εφαρμόζουν πολιτικές αντιμετώπισης των δημοσιονομικών τους ανισορροπιών ή/και των προβλημάτων στο χρηματοοικονομικό τους τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, οι επιδράσεις από τις πρόσφατες εξελίξεις Κύπρο στην ελληνική οικονομία ακόμα δεν είναι δυνατό να εκτιμηθούν με ακρίβεια.
Εστιάζοντας στις πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα, επισημαίνεται η ανάκαμψη του διεθνούς ενδιαφέροντος για άμεσες επενδύσεις, με πλέον σημαντικά σχετικά γεγονότα τις εξαγγελίες επενδύσεων της Hewlett Packard, της εταιρίας εφαρμογών λογισμικού SAP και της Philip Morris.
Αυτές οι επενδυτικές αποφάσεις στηρίζονται σε ήδη νομοθετημένες ή υλοποιούμενες μεταρρυθμίσεις για τη διευκόλυνση των επενδύσεων και της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Επενδυτικά εγχειρήματα διεθνούς προέλευσης και παρόμοιου βεληνεκούς εκτιμάται ότι θα συνεχιστούν και ενδεχομένως θα αυξηθούν στους επόμενους μήνες.
Από την άλλη πλευρά, την επενδυτική ροπή του ιδιωτικού τομέα θα επηρεάσουν κατά κύριο λόγο το 2013 η καθοδική για ακόμα ένα χρόνο εγχώρια ζήτηση, στην οποία ασκούνται πιέσεις από τα δημοσιονομικά μέτρα που περικόπτουν μισθούς-συντάξεις-επιδόματα και από την ευρύτερη υιοθέτηση των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας.
Εξασθένιση όμως θα παρουσιάσει και η ζήτηση από την Ευρωζώνη, που έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, εξαιτίας των προσπαθειών δημοσιονομικής προσαρμογής σε πολλές χώρες-μέλη της. Σε πτωτική τροχιά θα παραμείνει η οικοδομική δραστηριότητα, αν και με μικρότερη ταχύτητα από ότι πέρυσι.
Η συμβολή του δημόσιου τομέα στην πραγματοποίηση επενδύσεων το τρέχον έτος αναμένεται υψηλότερη από ότι το 2012 -που όμως ήταν αρκετά χαμηλή- μέσω της κλιμάκωσης των δραστηριοτήτων του ΤΑΙΠΕΔ, της εμπροσθοβαρούς σε σχέση με πέρυσι υλοποίησης του περίπου ίδιου μεγέθους ΠΔΕ και της επανεκκίνησης των έργων στους μεγάλους οδικούς άξονες.
Ακολούθως, η πτώση των επενδύσεων το 2013 θα είναι η ηπιότερη σε σχέση με το 2012, στην περιοχή του 10%.
Η εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν προγραμματιστεί για το 2013 και αφορούν κυρίως σε περικοπές συντάξεων και εισοδημάτων των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, θα πλήξει κατά κύριο λόγο το διαθέσιμο εισόδημα των αντίστοιχων κοινωνικών ομάδων.
Περιοριστικά επί αυτών θα επενεργήσει στον ιδιωτικό τομέα η επέκταση σε μεγάλο τμήμα της αγοράς εργασίας των διαρθρωτικών αλλαγών που αποφασίστηκαν το 2012 (μείωση κατώτατου μισθού, κατάργηση επιδομάτων, αναστολή ωριμάνσεων κ.α.). Μειώσεις σε όλα τα εισοδήματα φυσικών προσώπων θα επέλθουν από την κατάργηση του αφορολόγητου ποσού που υπήρχε για αυτά ως το 2012.
Συνισταμένη αυτών των επιδράσεων θα αποτελέσει ο περιορισμός των καταναλωτικών δυνατοτήτων του ιδιωτικού τομέα φέτος, περίπου στα περυσινά επίπεδα (~-9,0%).
Η έμφαση στην επίτευξη της δημοσιονομικής προσαρμογής μέσω κυρίως του περιορισμού των δημοσίων δαπανών, θα επενεργήσει συσταλτικά και στις καταναλωτικές δαπάνες του δημόσιου τομέα.
Η συγκεκριμένη προσέγγιση αποτυπώνεται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016: περίπου τα ¾ των δημοσιονομικών παρεμβάσεων που έχουν προγραμματιστεί σε αυτή τη χρονική περίοδο, συνολικού ύψους €13,4 δισεκ., θα πραγματοποιηθούν στην πλευρά των δαπανών.
Σε αυτό το πλαίσιο, προβλέπεται περαιτέρω μείωση της δημόσιας κατανάλωσης το 2013, ισχυρότερη από ότι το 2012.
Στην πλευρά του εξωτερικού τομέα της οικονομίας, η υποχώρηση της ζήτησης για εισαγωγές, που αποτέλεσε την αιτία καλυτέρευσης του ισοζυγίου του το 2012, αναμένεται να συνεχιστεί και φέτος, σε παραπλήσια έκταση, εξαιτίας της μείωσης των εισοδημάτων και της χαμηλότερης επενδυτικής δραστηριότητας.
Η αναμενόμενη μεγαλύτερη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, η παραμονή της Ευρωζώνης, βασικού εξαγωγικού προορισμού της Ελλάδας, σε ύφεση και η απότομη δημοσιονομική προσαρμογή-αναδιάρθρωση της κυπριακής οικονομίας προμηνύουν εκ νέου εξασθένιση της ζήτησης εξαγωγών αγαθών.
Είναι όμως πιθανή η μικρή ενίσχυση των εξαγωγών υπηρεσιών από την υψηλότερη τουριστική κίνηση, που θα λειτουργήσει ανασχετικά στον περιορισμό των συνολικών εγχώριων εξαγωγών.
Η επίδραση των κυπριακών εξελίξεων σχετικά με τα ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες – και κατά το ενδο-ομιλικό τους μέρος – δεν μπορεί προς το παρόν να προσδιοριστεί.
Σε κάθε περίπτωση, η υποχώρηση των εισαγωγών θα οδηγήσει σε νέα συρρίκνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικού τομέα το 2013, σε εθνικολογιστικούς όρους, που δεν αποκλείεται να είναι πλεονασματικό.
Συνεκτιμώντας τις παραπάνω τάσεις, είναι αρκετά πιθανό η ύφεση να επιδεινωθεί το 2013 σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη του ΙΟΒΕ (4,6%), αν και θα είναι σε κάθε περίπτωση ηπιότερη του 2012.
Ωστόσο, όπως ήδη επισημάνθηκε, οι πρόσφατες εξελίξεις γύρω από την Κύπρο γεννούν νέα δεδομένα, διαδικασία που ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Επομένως, η επίδρασή τους στην ελληνική οικονομία δεν είναι δυνατό προς το παρόν να αποτιμηθεί με σχετική βεβαιότητα.
Από την άλλη πλευρά, εμφατικότερη πορεία υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων και ευόδωση του αυξημένου επενδυτικού ενδιαφέροντος, μπορεί να λειτουργήσει με θετικό τρόπο στην οικονομία.
Αύξηση του ελλείμματος του Κρατικού Προϋπολογισμού στο πρώτο δίμηνο του 2013 – παραμένει εντός στόχων
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός παρουσίασε έλλειμμα €789 εκατ. στο δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, έναντι ελλείμματος €495 εκατ. στην ίδια περίοδο του 2012, παρά τη βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματός του.
Αυτή η επιδείνωση προήλθε αποκλειστικά από τις κατά πολύ υψηλότερες πληρωμές για τόκους φέτος σε αυτό το χρονικό διάστημα σε σχέση με πέρυσι (+€413 εκατ.), που οφείλεται όμως στο ότι οι τόκοι των ομολόγων μετά το πρόγραμμα PSI πληρώνονται κάθε Φεβρουάριο.
Άλλωστε, ο στόχος για το καθαρό έλλειμμα στο πρώτο δίμηνο ήταν €3,4 δισεκ., επομένως το αποτέλεσμα είναι πολύ καλύτερο του αναμενόμενου.
Αναλυτικότερα, οι πρωτογενείς δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού παρουσίασαν μείωση της τάξης των €832 εκατ. και διαμορφώθηκαν €226 εκατ. χαμηλότερα από το σχετικό στόχο.
Υψηλή αύξηση παρουσιάζουν οι δαπάνες του ΠΔΕ, αν και υπολείπονται αρκετά του στόχου για το αρχικό δίμηνο του 2013. Στον αντίποδα, τα έσοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού υποχώρησαν με ρυθμό 6,7%, έναντι ετήσιου στόχου πτώσης κατά 3,5%.
Αν και υπερβαίνουν το σχετικό στόχο κατά €689 εκατ., αυτή η επίδοση οφείλεται κυρίως στη μη επιστροφή προβλεφθέντων ποσών (+€394 εκατ.) και την υπερείσπραξη πόρων του ΠΔΕ (+€454 εκατ.).
Άνοδος της ανεργίας για ακόμα ένα χρόνο το 2013
Η άνοδος της ανεργίας επιβραδύνθηκε ελαφρώς στο τελευταίο τρίμηνο του 2012: διαμορφώθηκε στο 26%, 5,3 εκατοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2011.
Στο σύνολο του 2012 η ανεργία διαμορφώθηκε στο 24,2% του εργατικού δυναμικού, έναντι 17,7% το 2011.
Σε συνθήκες σημαντικής καίτοι χαμηλότερης από το 2012 ύφεσης και ισχυρής αποδυνάμωσης της ζήτησης στην ελληνική οικονομία το 2013, δεν αναμένεται βελτίωση των δεδομένων στην αγορά εργασίας.
Ωστόσο, τονωτικά στην απασχόληση τους αμέσως επόμενους μήνες μπορεί να επενεργήσει η επίτευξη της επανεκκίνησης των έργων στους μεγάλους οδικούς άξονες και σχετικά προγράμματα επανένταξης στην αγορά εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, η ανεργία προβλέπεται να διαμορφωθεί το 2013 στο 27,6%.
Σταθερότητα τιμών το 2013, στο ελάχιστο επίπεδο των τελευταίων 40 ετών
Η επιβράδυνση που παρουσίασε ο πληθωρισμός στα τέλη του 2012 συνεχίζεται στο πρώτο δίμηνο του 2013, κατά το οποίο διαμορφώθηκε σε επίπεδο ουσιαστικά σταθερότητας τιμών (0,1%).
Η συνεχής αποκλιμάκωσή του αποδίδεται πρωτίστως στην εξασθένιση της εγχώριας ζήτησης.
Η ανασχετική επίδρασή της στην άνοδο των τιμών αναδεικνύεται λαμβάνοντας υπόψη ότι ούτε η αύξηση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο οικιακής θέρμανσης από τον Οκτώβριο, ούτε η πρώτη από τις τρεις προγραμματισμένες μέχρι τον Ιούλιο αυξήσεις των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος δεν απέτρεψαν τη σημαντική επιβράδυνση του πληθωρισμού.
Καθώς η υποχώρηση της εγχώριας ζήτησης, ιδίως της ιδιωτικής κατανάλωσης, θα συνεχιστεί στη συνέχεια του 2013, από την εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων (πχ. κατάργηση επιδομάτων καλοκαιρινών διακοπών, Χριστουγέννων και Πάσχα, που επηρέαζαν εποχικά τις τιμές), την ευρύτερη υιοθέτηση των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας και την ηπιότερη άνοδο της ανεργίας, δεν αναμένεται εκδήλωση πληθωριστικών πιέσεων το τρέχον έτος.
Αυξητικές επιδράσεις μικρής έκτασης ενδέχεται να ασκηθούν σε αυτόν μόνο από τις προγραμματισμένες αυξήσεις τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος στις αρχές Μαΐου και Ιουλίου.
Ακολούθως, ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα είναι φέτος μηδενικός, δηλαδή για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες θα έχουμε σταθερότητα τιμών.»
www.mywaypress.gr