∆ηµήτρης ∆ασκαλόπουλος: «Η σύγχρονη ελληνική επιχειρηµατικότητα µοναδικός µοχλός πραγµατικής ανάπτυξης»
•Χρειαζόµαστε άµεσα ένα ισοδύναµο πακέτο αναπτυξιακών µέτρων και διαρθρωτικών αλλαγών, που να θέτουν τις βάσεις µιας βιώσιµης ανάκαµψης
•Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας µέσα από σταθερή µεταρρυθµιστική δράση είναι ο µόνος δρόµος για να λυθεί το ασφυκτικό πρόβληµα της ρευστότητας
Ιδιαιτέρως επείγον να συνεγείρουµε το επιχειρηµατικό δυναµικό της χώρας, να του παράσχουµε πεδίο και ορίζοντα για να δράσει και να δηµιουργήσει
Στο πλαίσιο της χθεσινής συνεδρίασης του Γενικού Συµβουλίου του ΣΕΒ, ο πρόεδρος του ΣΕΒ κ. ∆ηµήτρης ∆ασκαλόπουλος, σε σχετική προσφώνησή του προς τον Υπουργό Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδοµών, Μεταφορών & ∆ικτύων τόνισε τα εξής:
«Σας υποδεχόµαστε σήµερα µε ανάµεικτα συναισθήµατα, αγωνίας και ελπίδας.
Αγωνίας για τη συνεχιζόµενη καθίζηση της οικονοµίας και της κοινωνίας µας.
Ελπίδας για τη δυνατότητα ν’ ανακόψουµε την πορεία προς τη διάλυση και να ξαναβρούµε τον δρόµο προς την ανάκαµψη.
Αρκεί να γίνει συνείδηση ότι η ανάπτυξη δεν θα µας ξανάρθει ως… µάννα εξ ουρανού, αλλά θα προκύψει από τα δικά µας χέρια –τις δικές µας επιλογές και προσπάθειες.
Είναι δύσκολες µέρες.
Βρισκόµαστε σε µια κρίσιµη καµπή.
Η ελληνική κοινωνία καλείται να σηκώσει άλλο ένα δυσβάστακτο φορτίο µέτρων, που ακολουθούν την πεπατηµένη των οριζόντιων περικοπών και της φορολογικής αφαίµαξης.
Μέτρα οδυνηρά και αδιέξοδα –το έργο το έχουµε ξαναδεί– κι ωστόσο εδώ που φτάσαµε, αναπόφευκτα.
Το τραγικό είναι ότι οι πολίτες θα πληρώσουν για µια ακόµη φορά τα σπασµένα ενός πολιτικού προσωπικού που δεν ήθελε ή δεν τόλµησε να προωθήσει τις αναγκαίες δοµικές αλλαγές, τις µεταρρυθµιστικές τοµές, που θα είχαν ήδη βάλει τα θεµέλια για µια νέα παραγωγική ανάπτυξη.
Αυτοί που δεν φταίνε για την κρίση εξακολουθούν να πληρώνουν ένα πολιτικό σύστηµα εν µέρει ανίκανο, εν µέρει απρόθυµο να ξεπεράσει τον εαυτό του και να θέσει τον τόπο σε τροχιά αλλαγής.
Η απαξίωση του πολιτικού κόσµου στα µάτια των πολιτών επιτείνει το κοινό αίσθηµα της αδικίας.
Η συνεχής φηµολογία και οι καταγγελίες για διακίνηση µαύρου πολιτικού χρήµατος δηλητηριάζουν τον δηµόσιο βίο και διαβρώνουν την ίδια την πολιτική.
Ο πολιτικός κόσµος έχει χρέος να περιφρουρήσει στην πράξη την υπόληψή του έναντι της κοινωνίας, φωτίζοντας τις υπάρχουσες σκιές, τιµωρώντας σκληρά τις τυχόν παρεκτροπές, αποβάλλοντας τα νοσηρά φαινόµενα από τους κόλπους του.
Όταν οι πολιτικοί απαιτούν θυσίες από τους πολίτες, οφείλουν να είναι οι ίδιοι ηθικά ανεπίληπτοι.
∆εν υποτιµώ τις προσπάθειες της σηµερινής κυβέρνησης να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της χώρας στα µάτια των αγορών και των εταίρων µας –ούτε το µέγεθος των αδιεξόδων που καλείται να διαχειριστεί.
Η διακηρυγµένη βούληση και οι προθέσεις της είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Τώρα, χωρίς άλλη χρονοτριβή, πρέπει να γίνουν πράξη.
Το νέο πακέτο λιτότητας πρέπει να είναι το τελευταίο που υφίσταται η κοινωνία µας.
Και τούτο σηµαίνει ότι χρειαζόµαστε άµεσα ένα ισοδύναµο πακέτο αναπτυξιακών µέτρων και διαρθρωτικών αλλαγών, που να θέτουν τις βάσεις µιας βιώσιµης ανάκαµψης.
Αν η οικονοµία µας δεν ξαναπάρει γρήγορα µπροστά, σύντοµα θα χρειαστούν και νέα επαχθή µέτρα.
Αλλά η κοινωνία µας δεν θα υποµείνει για πολύ ακόµη παθητικά τις συνέπειες της παρατεταµένης ύφεσης.
Την περίοδο 2008–2012 η κρίση µείωσε το ΑΕΠ κατά περίπου 20%, βούλιαξε χιλιάδες επιχειρήσεις, καταδίκασε στην ανεργία µεγάλο µέρος του ανθρώπινου δυναµικού µας και περιθωριοποίησε ένα σηµαντικό κοµµάτι του παραγωγικού µας δυναµικού.
Το ατυχέστατο PSI κατέστρεψε τα ασφαλιστικά µας ταµεία και έπληξε καίρια το τραπεζικό µας σύστηµα –όπως είχε έγκαιρα προειδοποιήσει ο ΣΕΒ– σε βαθµό που η περίφηµη επανακεφαλαιοποίησή του, απλά, θα το βοηθήσει να µην καταρρεύσει.
Η συµβολή του όµως στην αναπτυξιακή προσπάθεια έχει προκαταβολικά ελαχιστοποιηθεί.
Κι ας µη βαυκαλιζόµαστε ότι το κενό θα καλυφθεί µε δάνεια της ΕΤΕπ και µε λεφτά του ΕΣΠΑ.
Είναι χρόνια παθογένεια η στρεβλή αξιοποίηση των δανείων στα καθ’ ηµάς και πάγια η αδυναµία του κρατικού µηχανισµού να απορροφήσει τα διαθέσιµα κοινοτικά κονδύλια.
Αυτά πρέπει ασφαλώς ν’ αλλάξουν –αλλά και ν’ αλλάξουν, δεν αρκούν.
Είναι απαραίτητο, λοιπόν, να δράσουµε άµεσα και αποτελεσµατικά, ώστε µαζί µε τους Ευρωπαίους εταίρους µας να βάλουµε, µια και καλή, τέλος στην αµφισβήτηση της Ευρωπαϊκής υπόστασης της χώρας µας.
Αν δεν φύγει γρήγορα από πάνω µας αυτή η αβεβαιότητα που δηµιουργεί παράλυση, δεν µπορούµε να ελπίζουµε ούτε σε ανάκαµψη ούτε σε ανάπτυξη.
Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας µέσα από σταθερή µεταρρυθµιστική δράση είναι ο µόνος δρόµος για να λυθεί το ασφυκτικό πρόβληµα της ρευστότητας που έχει πνίξει τις επιχειρήσεις, είναι ο µόνος δρόµος για να επανέλθει η οικονοµία µας σε καθεστώς οµαλής λειτουργίας.
Μόνο τότε θα µπορέσουµε να προσελκύσουµε κεφάλαια από το εξωτερικό, όχι µόνο για επενδύσεις χαρτοφυλακίου αλλά, πολύ περισσότερο, για άµεσες ξένες επενδύσεις που θα φέρουν τεχνολογία και θα δηµιουργήσουν δουλειές.
Η Ελλάδα πάντα υπέφερε από έλλειψη αποταµιευτικών –άρα και επενδυτικών– πόρων.
Σήµερα όµως, η κατάσταση είναι κάτι παραπάνω από κρίσιµη.
Χωρίς ξένα κεφάλαια, η πολυπόθητη ανάπτυξη δεν πρόκειται να έρθει.
Ιδιαιτέρως επείγον είναι επίσης να συνεγείρουµε το επιχειρηµατικό δυναµικό της χώρας.
Να του παράσχουµε πεδίο και ορίζοντα για να δράσει και να δηµιουργήσει.
Η οικονοµική και ηθική χρεοκοπία του κράτους της µεταπολίτευσης καθιστά σήµερα την ιδιωτική πρωτοβουλία, τη σύγχρονη ελληνική επιχειρηµατικότητα, τον µοναδικό µοχλό πραγµατικής ανάπτυξης.
Και, ταυτόχρονα, τον κατ’ εξοχή κοινωνικό φορέα της αναγκαίας αλλαγής.
Πλην όµως, όσες υποσχέσεις κι αν δοθούν, όσες εξαγγελίες προθέσεων κι αν γίνουν, δεν µπορεί ν’ αναµένουµε ενεργοποίηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και προσέλκυση ξένων επενδύσεων αν δεν προωθηθούν δύο σηµαντικές αλλαγές:
Πρώτον, να ολοκληρωθεί το άνοιγµα όλων των αγορών και των επαγγελµάτων στον ανταγωνισµό.
∆εύτερον, να διαµορφωθεί επιτέλους ένα περιβάλλον φιλικό στην επιχειρηµατική πρωτοβουλία, την καινοτοµία και την επένδυση.
Αυτό, σε ένα πρώτο τουλάχιστον επίπεδο, προϋποθέτει να χτυπηθεί κατακέφαλα το διαβόητο τέρας της πολυνοµίας.
Να απλοποιηθούν οι λαβυρινθώδεις διαδικασίες που εκτρέφουν τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά.
Να καταργηθούν οι δεκάδες, πάσης µορφής και επιπέδου, κανονιστικές διατάξεις, ρυθµίσεις, αποφάσεις, που παρέχουν προνόµια και προστασία και αποθαρρύνουν την επιχειρηµατική διάθεση να αναλάβει ρίσκο, να υλοποιήσει ιδέες, να προχωρήσει πρωτοβουλίες.
Που σκοτώνουν, δηλαδή, αργά, σταθερά, αν όχι και συνειδητά, την επιχειρηµατική δυναµική.
Μια έρευνα του ΣΕΒ, πριν από ενάµισυ περίπου χρόνο, είχε καταγράψει και ιεραρχήσει πάνω από 230 τέτοια εµπόδια.
Πόσα από αυτά, αλήθεια, έχουν µέχρι σήµερα καταργηθεί;
Η σύγχρονη επιχειρηµατική µας τάξη, αυτή που εκφράζει ο ΣΕΒ, προσβλέπει στον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισµό της χώρας –σε αντιδιαστολή µε το πελατειακό καθεστώς και την κούφια ευµάρεια του µεταπολιτευτικού µοντέλου– στη βάση ενός εθνικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης κι ενός νέου κοινωνικού συµβολαίου.
Είµαστε και θα είµαστε αρωγοί κάθε προσπάθειας, κάθε πολιτικής προς την κατεύθυνση αυτή –που τη θεωρούµε µονόδροµο προόδου για τον λαό µας.»